Πολύ ακριβότερα από τους Ιταλούς πληρώνουν οι Έλληνες το ρεύμα λόγω στρεβλώσεων στην Αγορά Εξισορρόπησης τονίζει η ΕΒΙΚΕΝ επικαλούμενη μια νέα μελέτη.
Αναλυτικά με μια νέα συγκριτική μελέτη που ζήτησε από την Grant Thornton η ΕΒΙΚΕΝ υποστηρίζει ότι η λειτουργία της αγοράς εξισορρόπησης στην Ελλάδα παρουσιάζει στρεβλώσεις και ελλείμματα σε σχέση με τη γειτονική Ιταλία κάτι που οδηγεί σε επιβαρύνσεις, σημαντικά υψηλότερες, για τους Έλληνες καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας.
Μάλιστα με βάση τους υπολογισμούς της ΕΒΙΚΕΝ, η διαφορά κόστους μεταξύ των δύο χωρών οδηγεί σε επιβάρυνση περίπου 700 εκατ. ευρώ ετησίως στους Έλληνες καταναλωτές παρά μάλιστα το γεγονός ότι το μέγεθος της αγοράς στην Ιταλία είναι πολύ μεγαλύτερο.
Συγκεκριμένα μελέτη εστιάζει στις αποκλίσεις που παρατηρούνται στους Λογαριασμούς Προσαυξήσεων, με αιχμή τον ΛΠ3, ο οποίος επηρεάζει άμεσα τη διαμόρφωση της τελικής τιμής ρεύματος.
Διευκρινίζεται ότι ο ΛΠ3 είναι ένας από τους βασικούς μηχανισμούς της Αγοράς Εξισορρόπησης που επηρεάζεται από την απόκλιση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Η αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ, λόγω της ασταθούς και μη προβλέψιμης φύσης τους, εντείνει τις ανάγκες εξισορρόπησης και συνεπώς το ύψος των σχετικών επιβαρύνσεων.
Όπως αναφέρεται παρά το γεγονός ότι η εγχώρια Αγορά Επόμενης Ημέρας εμφανίζεται φθηνότερη συγκριτικά με την ιταλική, το επιπλέον κόστος που προκύπτει από την Αγορά Εξισορρόπησης – και ενσωματώνεται στη χονδρική τιμή – διαμορφώνει τελικά ακριβότερη ηλεκτρική ενέργεια για τους προμηθευτές και τους μεγάλους καταναλωτές στη χώρα μας.
Η έρευνα σημειώνει ότι παρά τις μικρότερες ανάγκες εξισορρόπησης σε σύγκριση με την ιταλική αγορά, η Ελλάδα εμφανίζεται με πολλαπλάσιο κόστος ανά μεγαβατώρα, υπογραμμίζοντας διαρθρωτικά προβλήματα και στρεβλώσεις που επιβαρύνουν προμηθευτές και μεγάλους καταναλωτές.
Σύμφωνα με όσα καταγράφει η μελέτη και τονίζει η Ένωση των ενεργοβόρων βιομηχανιών το κόστος αυτό, που προκύπτει κυρίως από τον Λογαριασμό Προσαυξήσεων 3 (ΛΠ3), όχι μόνο επιβαρύνει τη χονδρική τιμή του ρεύματος αλλά συνδέεται και με στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς, όπως οι υπερδηλώσεις φορτίου και παραγωγής, που καταγράφονται με συνέπεια τους τελευταίους μήνες.
Όπως αναφέρει η ΕΒΙΚΕΝ με βάση τη μελέτη, οι αποκλίσεις μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας δεν περιορίζονται σε επίπεδο κόστους αλλά εντοπίζονται και στον τρόπο λειτουργίας και κατανομής των χρεώσεων. Το κόστος εξισορρόπησης στην ελληνική αγορά ακολουθεί συστηματικά αυξητική τάση από το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και μετά, γεγονός που αποδίδεται σε βαθύτερες διαρθρωτικές διαφορές ως προς τη ρύθμιση και την απόδοση των σχετικών μηχανισμών.
Συσκευασμένα με βάση τη μελέτη, κατά το διάστημα Ιουλίου – Νοεμβρίου 2024, τεχνολογίες όπως οι μη-ελεγχόμενες ΑΠΕ και οι μονάδες Διαχειριζόμενου Φορτίου προχώρησαν συστηματικά σε υπερδηλώσεις παραγωγής και κατανάλωσης, αντίστοιχα.
Το φαινόμενο αυτό συνέβαλε στην εκτίναξη των χρεώσεων του ΛΠ3 σε επίπεδα-ρεκόρ, ενώ οι καταναλωτές υψηλής τάσης και οι βιομηχανίες κατέβαλαν το 2024 αυξημένες χρεώσεις κατά 37% σε σχέση με το 2023, παρά την οριακή αύξηση 4% στην κατανάλωσή τους.
Παράλληλα η μελέτη υπογραμμίζει ότι οι χρεώσεις εξισορρόπησης στην Ελλάδα είναι σταθερά υψηλότερες και παρουσιάζουν μεγαλύτερη μεταβλητότητα συγκριτικά με την Ιταλία. Ειδικότερα, για την περίοδο από τις αρχές του 2024 έως και τον Απρίλιο του 2025, η μέση χρέωση στην Ελλάδα αντιστοιχούσε περίπου στο 12% της Οριακής Τιμής Συστήματος, έναντι μόλις 3% στην Ιταλία. Σε απόλυτους όρους, το κόστος αυτό μεταφράζεται σε 12,2 ευρώ/MWh στην ελληνική αγορά και σε 3 ευρώ/MWh στην ιταλική.

Επικαλούμενη, δε, τη μελέτη η ΕΒΙΚΕΝ αναφέρει ότι , το κόστος του ΛΠ3 μόνο για το πρώτο εξάμηνο του 2025 διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στα 15,22 ευρώ/MWh, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται το κόστος της ανακατανομής φορτίου (redispatch), το οποίο το 2023 ξεπέρασε τα 280 εκατ. ευρώ.
Από πλευράς βιομηχανίας, εκφράζεται έτσι η ανησυχία ότι οι στρεβλώσεις αυτές επιτείνονται από υπερδηλώσεις φορτίου ή παραγωγής, οδηγώντας σε τεχνητή διόγκωση των αποκλίσεων και, κατ’ επέκταση, των σχετικών χρεώσεων. Επιπλέον, καταγράφονται περιπτώσεις υποχρεωτικής ένταξης μονάδων στο σύστημα –όπως συνέβη από 1η Ιουλίου με τις λιγνιτικές μονάδες Άγιος Δημήτριος 3 και 4– γεγονός που επιβαρύνει περαιτέρω το ΛΠ3.
Πάντως η έκθεση της GrantThornton, έχει ήδη αποσταλεί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθώς και στη ΡΑΑΕΥ, μάλιστα η ΕΒΙΚΕΝ μάλιστα τονίζει ότι και αυτή η μελέτη τεκμηριώνει τη σοβαρότητα του προβλήματος και θέτει στο επίκεντρο την ανάγκη παρέμβασης.
Πάντως δεν αποκλείει την προσφυγή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητώντας συμμόρφωση της ελληνικής αγοράς με τα πρότυπα διαφάνειας και εύλογου κόστους που ισχύουν σε άλλα κράτη μέλη.