Σε σταθερά επίπεδα κινούνται οι τιμές των καυσίμων κίνησης στην ελληνική αγορά, με τις λιανικές τιμές να δείχνουν αντοχές παρά τις διεθνείς αναταράξεις. Οι προβλέψεις κάνουν λόγο ότι αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί μέχρι το τέλος του έτους.
Σήμερα, η μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης διαμορφώνεται στα 1,75 ευρώ το λίτρο και του ντίζελ κίνησης στα 1,54 ευρώ. Οι εκτιμήσεις της αγοράς για το υπόλοιπο του 2025 δείχνουν σταθεροποίηση στα επίπεδα αυτά.
Σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς, η σταθερότητα αυτή οφείλεται στα αντίρροπα σήματα που δέχεται η αγορά, τα οποία περιορίζουν τις έντονες διακυμάνσεις. Η αβεβαιότητα λόγω γεωπολιτικών εξελίξεων συνδυάζεται με αντικρουόμενους παράγοντες προσφοράς και ζήτησης, οι οποίοι κρατούν το Brent σε μια εύθραυστη αλλά σταθερή ισορροπία.
Πετρέλαιο θέρμανσης: «Αντίστροφη μέτρηση» και τι να περιμένουμε
Στο μεταξύ, σε λίγες ημέρες ξεκινά η διάθεση πετρελαίου θέρμανσης στην εγχώρια αγορά (από τις 15 Οκτωβρίου έως 30 Απριλίου 2026).
Παράγοντες του κλάδου τονίζουν πως με βάση τις τρέχουσες διυλιστηριακές τιμές, αν η διάθεση άρχιζε σήμερα, η τιμή στις αστικές περιοχές θα κυμαινόταν μεταξύ 1,15 και 1,17 ευρώ το λίτρο.
Φυσικά, η τελική τιμή θα εξαρτηθεί από τις διακυμάνσεις των διυλιστηριακών τιμών, ενώ τα αποθέματα, η παγκόσμια προσφορά/ζήτηση, η φορολογία και η εποχικότητα επηρεάζουν επίσης την τελική τιμή.
Από την πλευρά τους, οι πρατηριούχοι επανέφεραν την πρόταση της επιδότησης του πετρελαίου θέρμανσης απευθείας στην αντλία, μια πρακτική που σύμφωνα με πηγές της αγοράς θα ωφελήσει άμεσα τους καταναλωτές, ενώ ταυτόχρονα θα μπορούσε να ελαφρύνει σημαντικά το κόστος των πρατηριούχων και θα έχει θετικό αντίκτυπο στον πληθωρισμό και το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων.
Διεθνείς πιέσεις και μικτά μηνύματα
Πάντως, το τελευταίο διάστημα, η τιμή του Brent κινείται με αξιοσημείωτη σταθερότητα μεταξύ 65 και 68,5 δολαρίων το βαρέλι.
Η αύξηση των επιτοκίων από τη Fed και οι γεωπολιτικές εντάσεις ασκούν ανοδική πίεση στις τιμές, ενώ η αύξηση της παραγωγής και οι φόβοι για χαμηλότερη ζήτηση από τις μεγάλες οικονομίες δρουν περιοριστικά.
Η ισορροπία αυτή εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί σε βάθος τριμήνου, με τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να προβλέπουν ότι το Brent δεν θα ξεπεράσει το «φράγμα» των 74 δολαρίων.
Οι αναλυτές εκτιμούν μεν ότι η ζήτηση θα αυξηθεί κατά τους χειμερινούς μήνες στο βόρειο ημισφαίριο, μειώνοντας τη διαφορά μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και πιέζοντας τις τιμές ανοδικά. Το σενάριο αυτό μπορεί να οδηγήσει το Brent στα 70–74 δολάρια το βαρέλι μέχρι τα Χριστούγεννα, προσφέροντας και πάλι μια εικόνα σταθερότητας αλλά υπενθυμίζοντας τις προκλήσεις στο διεθνές ενεργειακό τοπίο.
Παράλληλα, τις τελευταίες εβδομάδες, η διεθνής αγορά παρακολουθεί με προσοχή τις κινήσεις των μεγάλων παραγωγών, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και τα μέλη του OPEC+. Η Σαουδική Αραβία, η μεγαλύτερη εξαγωγός πετρελαίου στον κόσμο, φαίνεται να παίζει τον ρόλο του «ρυθμιστή», προωθώντας αύξηση της παραγωγής με στόχο όχι μόνο την κάλυψη της ζήτησης, αλλά και την ανακατανομή των μεριδίων στην παγκόσμια αγορά.
Η στρατηγική ενέχει και ένα ρίσκο, καθώς η αύξηση της παραγωγής μπορεί να μειώσει τις τιμές, αλλά δεν επηρεάζει σημαντικά τους παραγωγούς εκτός OPEC, οι οποίοι συνεχίζουν να παράγουν και να περιορίζουν τα έξοδα σε έρευνα και νέες επενδύσεις.
Η αγορά κινδυνεύει να βρεθεί σε ένα είδος αδιεξόδου, όπου τα δημοσιονομικά των μελών του καρτέλ πιέζονται, ενώ οι ανταγωνιστές εκτός καρτέλ προσαρμόζονται στο νέο περιβάλλον.