Μενού Ροή
Κλοπή στα καύσιμα: Μια μάστιγα που έχει γίνει μόνιμη και… νόμιμη με την ανοχή του κράτους

Μια γενικευμένη… ληστεία που έχει παγιωθεί πλέον, φτάνοντας να θεωρείται ένα αναγκαίο… κακό, μια μάστιγα που έχει γίνει μόνιμη, με την ανοχή του κράτους και των αρχών. Αυτό που γίνεται με τα πρατήρια υγρών καυσίμων, δεν περιποιεί τιμή για καμιά πολιτεία και καμιά κυβέρνηση, πολλώ δε μάλλον για την τωρινή κυβέρνηση που η ίδια είχε βάλει τον πήχη πολύ ψηλά και βρίσκεται στο «τιμόνι» εδώ και έξι χρόνια.

Το να λέει, υπεύθυνα, επίσημα, με ονοματεπώνυμο και εντελώς ξεκάθαρα ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών αλλά και διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας ότι ένα στα τρία πρατήρια πρατήρια υγρών καυσίμων στην Ελλάδα είναι παραβατικό και να μην κουνιέται… φύλο από την πολιτεία, το υπουργείο ενέργειας, το υπουργείο οικονομικών και κυρίως από έναν εισαγγελέα, είναι αποκαρδιωτικό.

Ο λόγος για τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της εισηγμένης Ελινόιλ κ. Γιάννη Αληγιζάκη, που σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα» της Κυριακής και στη δημοσιογράφο Μαριάννα Τζάνε, επανέλαβε αυτά που είχε καταγγείλει επωνύμως, επίσημα και ευθαρσώς και τον περασμένο Απρίλιο μιλώντας στο Forum των Δελφών.

Τότε, ο κ. Αλιγηζάκης είχε καταγγείλει πως ένα στα τρία πρατήρια υγρών καυσίμων στην Ελλάδα βρίσκονται στα χέρια των παραβατικών, παρουσιάζοντας στοιχεία από την έρευνα του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, εκτιμήσεις των εταιρειών και πρόσφατους υπολογισμούς της ΠΟΠΕΚ, του συνδικαλιστικού οργάνου των πρατηριούχων.

Όπως είπε, το ποσοστό κλοπής στην αντλία από τον Μάιο (του 2024) που ψηφίστηκε ο νέος νόμος με τα πρώτα πρατήρια να σφραγίζονται, μειώθηκε στο 18%. Αυτό κράτησε λίγο, τα παραβατικά πρατήρια άρχισαν να αυξάνουν. Από το 2015 και το 15% τότε, φτάσαμε στο 29% το 2025, από 27% που ήταν το 2024.

Οικουμενική κλοπή 

Η εικόνα που περιγράφεται δεν είναι απλώς ανησυχητική — είναι εκρηκτική. Η παραβατικότητα, που κάποτε ήταν «παραφωνία», σήμερα είναι σχεδόν καθεστώς. Τα στοιχεία δείχνουν πως παρά την αρχική μείωση του φαινομένου με τη θέσπιση του νέου νόμου, πλέον τα παραβατικά πρατήρια όχι μόνο επέστρεψαν, αλλά πολλαπλασιάζονται.

Σύμφωνα με στοιχεία, έως 29% των πρατηρίων στην Αττική και 17% στη Θεσσαλονίκη θεωρούνται σήμερα παραβατικά· δηλαδή, ένα στα τρία στη χώρα λειτουργεί με πειραγμένες αντλίες και ελλειμματικές παραδόσεις. Η τάση είναι ανησυχητική καθώς το ποσοστό των παραβατικών πρατηρίων εκτοξεύθηκε από μόλις 4% το 2011, σε 27% το 2023 και περίπου 29% το 2025 — αύξηση σχεδόν 100% μέσα σε μία δεκαετία.

Την ίδια ώρα, το ποσοστό κλοπής στις ποσότητες καυσίμων μειώνονται (από 24% το 2023 σε 18% το 2025), όμως αυτό δεν είναι καλό σημάδι: απλώς σημαίνει ότι περισσότερα πρατήρια «κερδίζουν» μικρότερα μεν, αλλά πιο συστηματικά ποσά, ενώ ο συνολικός αριθμός των παραβατών αυξάνεται. Το πρόβλημα δηλαδή, αντί να περιορίζεται, απλώνει, γίνεται οικουμενικότερο.

Επιπλέον, παρόλο που σχεδόν το 99% των πρατηρίων έχει εγκαταστήσει συστήματα εισροών–εκροών, τα λογισμικά δεν έχουν πιστοποιηθεί και τα δεδομένα δεν διασταυρώνονται σε πραγματικό χρόνο — έτσι οι παραβάτες συνεχίζουν να λειτουργούν μέσα στο ίδιο θεσμικό κενό.

Πλαφόν: Φάρμακο που έγινε δηλητήριο

Όπως ανέφερε ο κ. Αληγιζάκης, απαντώντας στο ερώτημα γιατί αυξήθηκαν τα παραβατικά πρατήρια, πριν από τέσσερα χρόνια επιβλήθηκε στον κλάδο πλαφόν στο μικρό περιθώριο κέρδους. Αρχικά σαν ένα έκτακτο μέτρο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας και στην συνέχεια της ενεργειακής κρίσης. Οι λόγοι που επιβλήθηκε το 2021, σήμερα έχουν εξαλειφθεί. Οι τιμές έχουν επιστρέψει στα παλιά επίπεδα. Ο ανταγωνισμός έχει επιστρέψει, αλλά λόγω πλαφόν και παραβατικότητας, το περιθώριο κέρδους είναι οριακά θετική ή μηδενικό.

Ο ίδιος ο πρόεδρος των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών καταλήγει ότι το πλαφόν, το οποίο δεν ωφελεί ουσιαστικά τον καταναλωτή, διότι αφορά μόνο το 6% της τιμής της βενζίνης, δυστυχώς δημιούργησε ακουσίως, χώρο για την παραβατικότητα στην αγορά.

«Οι έντιμοι πρατηριούχοι εγκαταλείπουν τα πρατηριά τους, λόγω των συνεχόμενων ζημιών ή της αρνητικής προοπτικής που έχει ο κλάδος και οι μόνοι που έχουν ισχυρά κίνητρα να τα αποκτήσουν, είναι οι παραβατικοί» σημειώνει και προσθέτει, «και αυτό το κάνουν συνεχώς τα τρία τελευταία χρόνια. Και η παραβατικότητα επεκτείνεται και στην βόρεια Ελλάδα, στην Θεσσαλονίκη και θα έχει συνέχεια».

«Ουσιαστικά, το οξυγόνο στην αύξηση των παραβατικών πρατηρίων είναι η διατήρηση από την πολιτεία, του πλαφόν, που αντί διαλόγου επέλεξε να παρατείνει τέσσερις φορές τα τελευταία δύο χρόνια».

Η ζημιά σε αριθμούς

Η απώλεια για το κράτος και τους πολίτες είναι τεράστια:

  • 300 εκατ. ευρώ ετησίως σε συνολικές απώλειες
  • 120 εκατ. ευρώ χάνει κάθε χρόνο ο καταναλωτής μόνο από τις ελλειμματικές παραδόσεις

Κι όλα αυτά, ενώ έχουν δαπανηθεί εκατοντάδες εκατομμύρια για την εγκατάσταση συστημάτων εισροών-εκροών, τα οποία - όπως καταγγέλλεται - δεν αξιοποιούνται σωστά, καθώς η πολιτεία δεν προχωρά σε ουσιαστικές διασταυρώσεις στοιχείων.

Η πρόταση: Ψηφιακοί έλεγχοι – Πραγματικός χρόνος – Πραγματικές ποινές

Οι προτάσεις για την πάταξη ή τον περιορισμό του φαινομένου είναι:

Κάθε λίτρο που φεύγει από την αντλία, να ελέγχεται με βάση τις ενδείξεις του φορολογικού μηχανισμού και των δεξαμενών.

Κάθε παραλαβή καυσίμων, να επιβεβαιώνεται με τα στοιχεία της εταιρείας που την έστειλε.

Όλα αυτά να γίνονται αυτόματα, από την ΑΑΔΕ, και όχι με φυσικούς ελέγχους που είναι αργοί και επιρρεπείς σε πιέσεις.

Επιπλέον, ζητείται:

Ποινές χωρίς παραθυράκια: Όταν υπάρχει νοθεία ή κλοπή, να μην «παγώνει» η τιμωρία μέχρι την τελική δικαστική απόφαση. Να εφαρμόζεται άμεσα ή να εκδικάζεται εντός μηνών, όχι ετών.

Επίσης ζητείται η ενίσχυση ποιοτικών ελέγχων μέσω ιχνηθετών, με φορητές συσκευές. Οι ιχνηθέτες είναι σαν αόρατες «υπογραφές» που μπαίνουν μέσα στα καύσιμα. Με ειδικές φορητές συσκευές, οι ελεγκτές μπορούν να ανιχνεύσουν αυτές τις ουσίες και να καταλάβουν αν το καύσιμο είναι αυθεντικό ή νοθευμένο και από ποια παρτίδα ή εγκατάσταση προήλθε. Πρόκειται για ένα κρίσιμο εργαλείο που, αν εφαρμοζόταν σωστά και συστηματικά, θα έκοβε τα πόδια των παραβατικών πρατηριούχων. Ωστόσο, η καθυστέρηση στην υλοποίηση και η ελλιπής χρήση των ιχνηθετών αφήνουν περιθώρια για παρεμβάσεις και απάτες.

Ελεγκτικοί μηχανισμοί

Τέλος, η κατάσταση στους ελεγκτικούς μηχανισμούς παρουσιάζει εικόνα διάλυσης. Οι αρμοδιότητες είναι σκόρπιες μεταξύ υπουργείων και Περιφερειών. Χρειάζεται, όπως τονίζεται, ένας κεντρικός συντονιστής — ένας project manager — με πλήρη ευθύνη, εποπτεία και αποτελεσματικότητα. Όπως θα έκανε μια κανονική, σοβαρή επιχείρηση. Αν η κυβέρνηση δεν σπάσει τον φαύλο κύκλο του πλαφόν και της ατιμωρησίας, το επόμενο βήμα δεν θα είναι η αύξηση της παραβατικότητας. Θα είναι η κανονικότητά της και ίσως ήδη έχουμε μπει σε αυτό το καθεστώς…

Γιατί η μαφία «αγαπά» τις αντλίες καυσίμων

Το εμπόριο καυσίμων στην Ελλάδα δεν είναι πλέον μόνο υπόθεση πρατηριούχων, εταιρειών και διυλιστηρίων. Σταθερά και μεθοδικά, άνθρωποι της νύχτας, πρώην και νυν καταδικασμένοι για οργανωμένο έγκλημα, ξέπλυμα και εκβιασμούς, έχουν διεισδύσει στον χώρο. Και δεν το κάνουν για να γίνουν… επιχειρηματίες. Το κάνουν γιατί η αγορά καυσίμων προσφέρει υψηλούς τζίρους, χαμηλή εποπτεία και ιδανικές συνθήκες για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

Σύμφωνα με αστυνομικές και οικονομικές πηγές, συμμορίες με παρακλάδια σε νύχτα, ναρκωτικά, «προστασίες» και πορνεία έχουν δημιουργήσει αλυσίδες από πρατήρια καυσίμων – άλλοτε στο όνομά τους, συχνότερα μέσω συνεργατών-«μπροστινών». Οι αρχές γνωρίζουν ονόματα. Γνωρίζουν διευθύνσεις. Όμως η σύνδεση μεταξύ οικονομικού εγκλήματος και πρακτικών της μαφίας σπάνια φτάνει στο ακροατήριο.

Τα κίνητρα είναι σαφή: Λειτουργικά έξοδα που πληρώνονται τοις μετρητοίς, χωρίς ερωτήσεις.

Τζίροι εκατομμυρίων, στους οποίους η παραβατικότητα (πειραγμένες αντλίες, νοθεία, λαθρεμπόριο) εξασφαλίζει τεράστια περιθώρια. Και το σημαντικότερο: νομιμοφανής βιτρίνα. Κανείς δεν κοιτάει με δεύτερη ματιά ένα βενζινάδικο στη μέση του πουθενά. Εκτός ίσως από την ΑΑΔΕ - αν το κάνει.

Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες γνωστά ονόματα της νύχτας κατέχουν από ένα έως και δέκα πρατήρια, απλωμένα σε διάφορες περιοχές – από τα δυτικά προάστια της Αθήνας μέχρι τη Θεσσαλονίκη και τις εθνικές οδούς. Το πρόβλημα είναι ότι, λόγω διάσπαρτων αρμοδιοτήτων και ανεπαρκών ελέγχων, ακόμη κι όταν υπάρχουν υπόνοιες, οι μηχανισμοί εποπτείας δεν λειτουργούν αποτρεπτικά. Οι ποινές αργούν, οι υποθέσεις χρονίζουν και οι πρατηριούχοι-«φαντάσματα» συνεχίζουν να λειτουργούν ανενόχλητοι.

Εν κατακλείδι

Οι νόμιμοι επιχειρηματίες εγκαταλείπουν τον κλάδο. Το πλαφόν έχει στραγγαλίσει τα περιθώρια κέρδους, η παραβατικότητα κυριαρχεί και τα μόνα κεφάλαια που έχουν λόγο να μπουν στην αγορά, είναι τα βρώμικα. Αυτά που «καίνε» χωρίς να φαίνονται. Η Πολιτεία γνωρίζει.

Το πρόβλημα δεν είναι τεχνολογικό. Δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι καθεστωτικό: ένα σάπιο σύστημα που αφήνει τους παραβάτες να ληστεύουν ανενόχλητοι, ενώ καταπίνει τους τίμιους. Η απάντηση πρέπει να είναι σαφής: άρση πλαφόν, πολιτική βούληση για εφαρμογή νόμων, αυστηροί και αμετάκλητοι έλεγχοι, και δειγματικές σφραγίσεις χωρίς αναστολή. Όσο το κράτος ανέχεται το «φρούτο» που το κλέβει, τόσο θα χάνουμε ως πολίτες - σε λεφτά, εμπιστοσύνη και αξιοπρέπεια.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας