Τα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, την ένταξη νέων έργων ΑΠΕ, την αποθήκευση ενέργειας και την κοινωνική διάσταση της ανάπτυξης δικτύων, ανέδειξε – μεταξύ άλλων – ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, στο 7ο Renewable & Storage Forum.
Ο κ. Μανουσάκης, αναφερόμενος στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, υπογράμμισε ότι «το έργο βρίσκεται πλέον στο επίπεδο των κυβερνήσεων και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία συμμετέχει ενεργά, με τη συμβολή του ίδιου του Επιτρόπου Ενέργειας στις σχετικές συσκέψεις».
Τόνισε πως «πρόσφατα έγιναν δύο καθοριστικά βήματα που επιτρέπουν τη συνέχιση του έργου».
Πρώτον, όπως εξήγησε, «υπάρχει η δέσμευση ότι η σύμβαση παραχώρησης μεταξύ ΑΔΜΗΕ και της θυγατρικής του Great Sea Interconnector θα εγκριθεί άμεσα από τους δύο ρυθμιστές. Η εξέλιξη αυτή είναι κρίσιμη, καθώς επιτρέπει την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων και ταυτόχρονα ανοίγει τον δρόμο για τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο έργο».
Δεύτερον, ανέφερε ότι «η ΡΑΕΚ προτίθεται να εκδώσει μια ανάλογη απόφαση εσόδου με αυτή του Έλληνα Ρυθμιστή, μειώνοντας έτσι το ρυθμιστικό ρίσκο για τον ΑΔΜΗΕ».
Ο Πρόεδρος του ΑΔΜΗΕ επισήμανε ότι «το επόμενο καθοριστικό βήμα είναι η έκδοση της απόφασης για τις ταρίφες, προκειμένου να ενεργοποιηθεί η εκταμίευση των πρώτων 25 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο της Διακρατικής Συμφωνίας».
«Η θέση της Ελλάδας είναι ξεκάθαρη: το έργο έχει στρατηγική σημασία και πρέπει να προχωρήσει. Για να γίνει αυτό, απαιτείται ενότητα και μείωση του ρίσκου για τον επενδυτή», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Ο κ. Μανουσάκης υπογράμμισε ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμμετέχει ολοένα και πιο ενεργά στο έργο, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από το ότι η Πρόεδρος της Κομισιόν το έχει θέσει ως δεύτερο σημαντικό άξονα της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής».
Όπως είπε, «η Επιτροπή έχει δεσμεύσει το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό grant που έχει δοθεί ποτέ για διασυνοριακό έργο — επομένως έχει και η ίδια ισχυρό κίνητρο να δει το έργο να προχωρά».
«Είμαι πεπεισμένος ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα συμβάλει θετικά και εποικοδομητικά στην υλοποίηση της διασύνδεσης», ανέφερε.
Για την ένταξη νέων έργων ΑΠΕ
Αναφερόμενος στις αιτήσεις σύνδεσης έργων ΑΠΕ, ο κ. Μανουσάκης ανέφερε ότι «τα συνολικά αιτήματα ανέρχονται σε 50 GW — 43,5 GW φωτοβολταϊκά και 6,5 GW αιολικά».
«Αυτή τη στιγμή υπάρχει ανισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς, καθώς ήδη 33 GW λειτουργούν ή διαθέτουν όρους σύνδεσης, ενώ το ΕΣΕΚ προβλέπει περίπου 27 GW», σημείωσε.
Τόνισε την ανάγκη για «ρεαλιστική προσέγγιση, στη βάση της πραγματικής ζήτησης και των εξαγωγικών δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες διασυνδέσεις». Παράλληλα, υπογράμμισε ότι «η αποθήκευση θα λειτουργήσει ως καταλύτης, καθώς συμβάλλει στη μετατόπιση φορτίου και στην κάλυψη της βραδινής αιχμής».
«Η αποθήκευση αυξάνει έμμεσα τη ζήτηση και ενισχύει την ισορροπία του συστήματος», συμπλήρωσε.
Επιπλέον, επεσήμανε ότι «υπάρχει θετική σύγκλιση απόψεων μεταξύ ΑΔΜΗΕ και Φορέων Σωρευτικής Εκπροσώπησης σχετικά με την ανάγκη για επιπλέον τεχνικά βήματα που θα διασφαλίσουν την ευστάθεια του συστήματος».
Παράλληλα, τόνισε πως «η πρόοδος είναι σημαντική, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιταχυνθούν οι απαραίτητες ρυθμιστικές και νομοθετικές προσαρμογές».
Για τις τοπικές αντιδράσεις και τη σημασία των δικτύων
Αναφερόμενος στις τοπικές αντιδράσεις σε έργα ηλεκτρικών δικτύων, ο κ. Μανουσάκης σημείωσε πως «η ανάγκη για πυκνότερα δίκτυα είναι τεράστια, ωστόσο οι αντιδράσεις είναι πολλές και διαφορετικής φύσης».
«Απαιτείται ευρύτερη ενημέρωση και εκπαίδευση της κοινής γνώμης για τη σημασία των δικτύων, καθώς η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς αυτές τις υποδομές», υπογράμμισε.
«Ο ΑΔΜΗΕ λαμβάνει υπόψη τις τοπικές κοινωνίες, όμως χρειάζεται διάλογος και κοινωνική συναίνεση για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε», ανέφερε.
Κλείνοντας, τόνισε: «Η πράσινη μετάβαση προϋποθέτει ισχυρά και κοινωνικά αποδεκτά δίκτυα. Είναι ευθύνη όλων — Πολιτείας, φορέων και κοινωνίας — να διασφαλίσουμε ότι αυτή η μετάβαση θα πραγματοποιηθεί με σταθερότητα, ασφάλεια και συναίνεση».