Οι πρόσφατα ανακοινωθείσες εξαιρέσεις από τους δασμούς των ΗΠΑ για τον χαλκό θα έχουν προσωρινά αρνητικό αντίκτυπο στις τιμές. Ωστόσο, θεμελιώδεις παράγοντες όπως τα δομικά χαμηλά αποθέματα και η σταθερή μεσοπρόθεσμη ζήτηση εξακολουθούν να υποδηλώνουν ένα εποικοδομητικό περιβάλλον αγοράς, υποστηρίζει η UniCredit.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνει σε νέα της ανάλυση, η μείωση των τιμών στο Comex θα είναι μόνο προσωρινή, μέχρι να εξαντληθούν τα αποθέματα. Ωστόσο, η «σφιχτή» αγορά φυσικού χαλκού, με τα χαμηλά συνολικά αποθέματά της, και το συνεχιζόμενο αδύναμο δολάριο ΗΠΑ θα πρέπει να αποτρέψουν την πολύ απότομη πτώση των τιμών του χαλκού. Επιπλέον, η δημοσιονομική τόνωση στην Κίνα θα μπορούσε να υποστηρίξει την παγκόσμια ζήτηση χαλκού και τις τιμές της αγοράς. Οι διαρθρωτικές τάσεις, όπως η πράσινη μετάβαση, είναι επίσης πιθανό να αυξήσουν τη ζήτηση για χαλκό, καθώς το μέταλλο θα χρησιμοποιηθεί εκτενώς για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ηλεκτρικά οχήματα, δίκτυα και στις κατασκευές. Συνεπώς, η UniCredit διατηρεί τις θετικές της προοπτικές για το κόκκινο μέταλλο προβλέποντας πως οι τιμές στο LME θα κινηθούν στα 9.800-10.000 δολάρια ανά τόνο μέχρι το τέλος του έτους.
Μειώνεται το premium στο Comex
Πιο αναλυτικά, η αρχική ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ στις 25 Φεβρουαρίου ότι οι ΗΠΑ θα επιβάλουν δασμούς 50% στις εισαγωγές χαλκού από την 1η Αυγούστου οδήγησε σε αισθητή αύξηση του premium χαλκού στο Comex, δηλαδή της τιμής που καταβάλλεται στο Comex έναντι της τιμής που καταβάλλεται στο LME, σημειώνει η UniCredit. Η προοπτική υψηλότερων δασμών ώθησε τους Αμερικανούς traders να αυξήσουν σημαντικά τα αποθέματά τους σε χαλκό στο Comex. Αυτό οδήγησε σε μείωση των παγκόσμιων αποθεμάτων και στήριξε τις παγκόσμιες τιμές του χαλκού.
Η ανακοίνωση του Τραμπ στις 30 Ιουλίου ότι οι νέοι δασμοί στον χαλκό θα ισχύουν μόνο για ημιτελή προϊόντα (όπως σύρματα και σωλήνες), ενώ οι πρώτες ύλες χαλκού (όπως μετάλλευμα και συμπυκνώματα, που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών χαλκού στις ΗΠΑ) παραμένουν αδασμολόγητες, προκάλεσε απότομη πτώση των τιμών, ιδίως στο Comex. Το premium μειώθηκε από 30% σε σχεδόν 0% μέσα σε λίγες ώρες.
Υπάρχει ανησυχία ότι τα συσσωρευμένα αποθέματα των ΗΠΑ θα μπορούσαν να μειωθούν σημαντικά, επηρεάζοντας αρνητικά τη ζήτηση βραχυπρόθεσμα και μειώνοντας περαιτέρω τις τιμές, επισημαίνει ο οίκος. Η παγκόσμια ζήτηση θα μπορούσε επίσης να πληγεί, καθώς η ανάπτυξη στην Κίνα αναμένεται να επιβραδυνθεί κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Με μερίδιο άνω του 50% της παγκόσμιας ζήτησης, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής χαλκού και ασκεί σημαντική επιρροή στις τιμές και τη δυναμική της αγοράς.
Παρ' όλα αυτά, όπως εξηγεί η UniCredit, η κατανάλωση χαλκού στην Κίνα έχει αυξηθεί σημαντικά από την αρχή του έτους, με τη ζήτηση να αυξάνεται, ιδίως στους τομείς της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας. Η ζήτηση αυξάνεται επίσης σε βιομηχανίες τελικών χρηστών εκτός των ακινήτων, ενώ οι επιδοτήσεις που προωθούν τα ηλεκτρικά οχήματα είναι πιθανό να έχουν επίσης θετικό αντίκτυπο. Ωστόσο, ο αντίκτυπος των νέων επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη και της επέκτασης των κέντρων δεδομένων στη ζήτηση χαλκού είναι ακόμη ασαφής. Δεδομένου ότι αυτές οι νέες εγκαταστάσεις θα είναι πιο ενεργοβόρες από τα παραδοσιακά κέντρα δεδομένων, πιθανότατα θα χρειαστεί περισσότερος χαλκός.
Περιορισμένη προσφορά
Η παραγωγή χαλκού στη Χιλή και το Περού έχει αυξηθεί από την αρχή του έτους. Και οι δύο χώρες συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους παραγωγούς χαλκού και μαζί αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής χαλκού. Από την άλλη πλευρά, οι διαταραχές συνεχίζονται σε άλλες εξίσου σημαντικές περιοχές, όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Αν και η προσφορά χαλκού έχει επεκταθεί πρόσφατα, η UniCredit πιστεύει ότι η διαθεσιμότητα του μετάλλου παραμένει περιορισμένη βραχυπρόθεσμα. Σε σύγκριση με άλλα μέταλλα και κράματα, όπως το αλουμίνιο, ο σίδηρος ή ο χάλυβας, η παραγωγή χαλκού έχει αυξηθεί μόνο αργά, κατά περίπου 1,2% ετησίως από το 2016.
Επιπλέον, είναι απίθανο πολλά νέα ορυχεία να τεθούν σε λειτουργία στο εγγύς μέλλον. Σύμφωνα με μια μελέτη της S&P, χρειάζονται κατά μέσο όρο περίπου 16 χρόνια για να τεθεί σε λειτουργία ένα νέο ορυχείο χαλκού. Πολλά έργα δεν υλοποιούνται ποτέ επειδή η φάση της εξερεύνησης δεν αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Έτσι, η αγορά χαλκού είναι πιθανό να παραμείνει μια αγορά που βασίζεται στη ζήτηση για το άμεσο μέλλον, οι τιμές της οποίας θα εξαρτηθούν κυρίως από τις αλλαγές στη βιομηχανική ζήτηση.
Τα αποθέματα παραμένουν χαμηλά
Εκτός των παραπάνω παραγόντων, τα τρέχοντα συνολικά αποθέματα εξακολουθούν να βρίσκονται σε χαμηλό επίπεδα, τονίζει η UniCredit. Η μείωση είναι εμφανής, ιδίως στα αποθέματα στο LME, τα οποία έχουν μειωθεί σημαντικά πρόσφατα. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μεταφορά χαλκού στις ΗΠΑ ενόψει της επικείμενης αύξησης των δασμών. Εντωμεταξύ, η αύξηση των αποθεμάτων στο Comex δεν αντιστάθμισε την πτώση στο LME. Επιπλέον, η συσσώρευση αποθεμάτων στο Comex πιθανότατα θα σταματήσει μετά την τελευταία εισαγωγή δασμών στις ΗΠΑ. Οι traders θα αρχίσουν να αντλούν από τα εγχώρια αποθέματα, γεγονός που θα οδηγήσει σε προσωρινή καθοδική πίεση στις τιμές.