Στη σύγχρονη εποχή, η μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό μοντέλο είναι επιτακτική, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) όπως τα φωτοβολταϊκά και οι ανεμογεννήτριες αποτελούν βασικό πυλώνα αυτής της μετάβασης. Ωστόσο, έχει δημιουργηθεί συζήτηση γύρω από το κατά πόσο είναι δίκαιο οι παραγωγοί ΑΠΕ να απολαμβάνουν εγγυημένο εισόδημα, ανεξάρτητα από τις συνθήκες της αγοράς.
Το εγγυημένο εισόδημα για τους παραγωγούς ΑΠΕ δεν είναι κατ’ ανάγκην άδικο, αλλά αποτελεί εργαλείο πολιτικής με στόχο τη στήριξη της καθαρής ενέργειας. Η εγκατάσταση ενός φωτοβολταϊκού ή ενός αιολικού πάρκου απαιτεί υψηλό αρχικό κόστος, ενώ η απόδοση εξαρτάται από αστάθμητους φυσικούς παράγοντες. Έτσι, το κράτος παρεμβαίνει προσφέροντας στήριξη μέσω μηχανισμών όπως το Feed-in Premium (FiP), για να διασφαλίσει ότι οι επενδύσεις αυτές θα είναι βιώσιμες και ελκυστικές.
Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να θεωρηθεί άδικο το γεγονός ότι οι παραγωγοί ΑΠΕ αποζημιώνονται ακόμα και όταν οι τιμές στην αγορά είναι μηδενικές ή αρνητικές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι υπόλοιποι παραγωγοί ενέργειας αναλαμβάνουν το πλήρες ρίσκο και λειτουργούν υπό πιεστικές οικονομικές συνθήκες. Παράλληλα, το κόστος των εγγυημένων αποζημιώσεων συχνά μεταφέρεται στους καταναλωτές μέσω αυξημένων χρεώσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Επομένως, είναι σημαντικό η στήριξη να μην παρατείνεται επ’ αόριστον και οι παραγωγοί ΑΠΕ να εντάσσονται σταδιακά στην κανονική λειτουργία της αγοράς, με ανάληψη μέρους του ρίσκου.
Η οικονομική ενίσχυση των παραγωγών ΑΠΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί άδικη, εφόσον εφαρμόζεται με διαφάνεια, περιορισμένη χρονική διάρκεια και στόχο την πράσινη ανάπτυξη. Η προστασία των επενδυτών σε ένα νέο και αναγκαίο τομέα είναι αναγκαία για την ενεργειακή αυτάρκεια και την προστασία του περιβάλλοντος. Ωστόσο, καθώς οι ΑΠΕ ωριμάζουν τεχνολογικά και οικονομικά, είναι δίκαιο και απαραίτητο να προσαρμοστούν σταδιακά στους όρους της ελεύθερης αγοράς.
Οι συχνές αρνητικές τιμές στην αγορά ενέργειας αποτελούν φαινόμενο που προκύπτει κυρίως λόγω της αυξημένης διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), οι οποίες έχουν χαμηλό ή μηδενικό λειτουργικό κόστος. Αν και σε πρώτη φάση φαίνεται να ευνοούν τους καταναλωτές, υπάρχουν και σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα μακροπρόθεσμα.
Αρχικά, οι αρνητικές τιμές μπορούν να οδηγήσουν σε προσωρινό οικονομικό όφελος για όσους έχουν την ευελιξία να αυξήσουν την κατανάλωσή τους εκείνες τις ώρες. Ωστόσο, η αστάθεια της αγοράς προκαλεί αβεβαιότητα στους λογαριασμούς ρεύματος και δυσκολεύει τον προγραμματισμό των νοικοκυριών, ιδιαίτερα αυτών που δεν διαθέτουν «έξυπνες» συσκευές ή δυνατότητα αποθήκευσης ενέργειας.
Επιπλέον, σημαντικές συνέπειες προκύπτουν στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ). Ο ΕΛΑΠΕ είναι ο λογαριασμός που χρηματοδοτεί τους παραγωγούς ΑΠΕ, εξασφαλίζοντας σταθερές απολαβές για την ενέργεια που παράγουν. Όταν οι τιμές στην αγορά είναι αρνητικές, η διαφορά μεταξύ της εγγυημένης τιμής και της (αρνητικής) χονδρικής καλύπτεται από τον ΕΛΑΠΕ. Αυτό συνεπάγεται αυξημένα έξοδα και μειωμένα έσοδα για τον λογαριασμό, γεγονός που οδηγεί σε δημοσιονομικό έλλειμμα.
Το έλλειμμα αυτό, αν συνεχιστεί, μπορεί να μετακυλιστεί στους καταναλωτές, μέσω της αύξησης του ΕΤΜΕΑΡ (ειδικό τέλος ΑΠΕ που πληρώνουν στους λογαριασμούς ρεύματος), ώστε να διατηρηθεί η βιωσιμότητα του συστήματος. Έτσι, ενώ οι αρνητικές τιμές μπορεί να ωφελούν ορισμένους καταναλωτές πρόσκαιρα, μακροπρόθεσμα ενδέχεται να επιβαρύνουν το σύνολο των πολιτών.
Συμπερασματικά το φαινόμενο των αρνητικών τιμών στην ενέργεια αντικατοπτρίζει την ενεργειακή μετάβαση σε πιο «πράσινες» λύσεις, αλλά αναδεικνύει και τις προκλήσεις που τη συνοδεύουν. Απαιτείται σωστός σχεδιασμός, επενδύσεις σε αποθήκευση και έξυπνες υποδομές, καθώς και πολιτικές που θα εξασφαλίζουν τη δίκαιη κατανομή του κόστους και των ωφελημάτων, ώστε να επιτευχθεί ένα βιώσιμο και σταθερό ενεργειακό μέλλον για όλους.
Πάντως όπως και να έχει, η συνεχιζόμενη υπερεπένδυση σε μονάδες ΑΠΕ με εγγυημένες ταρίφες, δημιουργεί ανισότητες και αδικίες σε σχέση με τις υπόλοιπες ενεργειακές επενδύσεις