Μενού Ροή
Επιδόματα: Το κόστος ευκαιρίας της ενεργειακής κρίσης - Πώς τα pass θα μπορούσαν να γίνουν επένδυση στα δίκτυα

Παρά τα βήματα που έγιναν με τα Μνημόνια, υπάρχει ακόμη σημαντικό περιθώριο καλύτερης οργάνωσης και στόχευσης των επιδομάτων, ειδικά μετά τη θέσπιση νεότερων επιδομάτων με την πανδημία και την ενεργειακή κρίση. 

Αυτό αναφέρει νέα μελέτη της διαΝΕΟσις, με συντονιστή τον καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και Πρόεδρο του ΚΕΠΕ, Παναγιώτη Λιαργκόβα, που επιχειρεί μια εκτενή χαρτογράφηση και αποτίμηση της επιδοματικής πολιτικής, μετά τις σημαντικές αλλαγές και κρίσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών (οικονομική, πανδημία και, πιο πρόσφατα, ενεργειακή κρίση), που έπληξαν διάφορες ομάδες του πληθυσμού.

Η μελέτη διαπιστώνει ότι υπάρχει σημαντικό περιθώριο καλύτερης οργάνωσης και στόχευσης των επιδομάτων, καταλήγοντας σε ευρύτερες κατευθύνσεις πολιτικής. 

Μάλιστα η μελέτη αναφέρει ότι μια άλλη επιλογή πολιτικής σε σχέση με την κυρίαρχη των pass, θα μπορούσε να επιφέρει άμεση προστασία των κοινωνικά ευάλωτων,  σημαντική άμεση ενίσχυση του ΑΕΠ και της απασχόλησης, όσο και δομικές μεταβολές στην οικονομία. Προεξέχοντα ρόλο σε μια τέτοια προσπάθεια φαίνεται ότι θα μπορούσε να παίξει η ανάπτυξη των δικτύων διανομής και ελέγχου της ενέργειας, αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης. Κι αυτό την ώρα που τα ελλείμματα σε υποδομές δικτύων, όπως τονίζουν όλοι, δεν επιτρέπουν την πλήρη αξιοποίηση της περίσσειας πράσινης και συνάμα φθηνής ενέργειας, ειδικά από την παραγωγή, αλλά και επιτρέπουν τα φαινόμενα των ρευματοκλοπών που κοστίζουν περίπου 1 δισεκ. στους συνεπείς πολίτες.

Βέβαια, τα pass δίνονται άμεσα κι έχουν απτό πολιτικό αποτέλεσμα ενώ οι επενδύσεις σε δίκτυα απαιτούν χρόνο κι εκτείνονται, πέραν του εκλογικού κύκλου. Προφανώς το τι επιλέγεται από την πολιτική ελίτ, δε θέλει και ρώτημα…

Η περίοδος 2020-2024

Σύμφωνα με την έρευνα, η περίοδος 2020-2024, μετά το τέλος της οικονομικής κρίσης, ήταν κάθε άλλο παρά συνηθισμένη. Η πανδημία που ξέσπασε λιγότερο από δύο χρόνια μετά το τέλος των Μνημονίων δημιούργησε την ανάγκη για πολύ αποφασιστικές παρεμβάσεις κοινωνικής πολιτικής. Αντίστοιχα, ο πληθωρισμός που πυροδοτήθηκε με την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία το 2022, δημιούργησε, επίσης, ανισορροπίες που χρειάζονταν άμεση διαχείριση. Το ελληνικό κράτος, όπως αναφέρει η έρευνα, αντέδρασε με έκτακτα επιδόματα και ενισχύσεις και ασφαλώς το ίδιο έκαναν και πολλές άλλες χώρες. Παράλληλα, αναδεικνύονταν και μόνιμες πολιτικές για την αντιμετώπιση καινούριων προβλημάτων, όπως για παράδειγμα η στέγαση των νέων οικογενειών.

Ενεργειακή κρίση (2022-2023)

Το διάστημα 2022 και 2023 θεσπίζονται νέες μορφές επιδομάτων και ενισχύσεων, όπως είναι τα γνωστά πλέον "pass" (π.χ. Power Pass, Fuel Pass, Market Pass). Το συνολικό κόστος των μέτρων αυτών, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ευρωπαϊκού think tank Bruegel, ξεπέρασε τα 9 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 5,2% του ΑΕΠ. Μόνο το 2022, περίπου 7,7 δισ. ευρώ διατέθηκαν για επιδοτήσεις στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο. Στο ποσό αυτό δεν περιλαμβάνονται περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ που διατέθηκαν επιπλέον για την επιδότηση των καυσίμων στην αντλία και στους αγρότες, για τα pass στα καύσιμα και για την αύξηση του επιδόματος θέρμανσης.

Το 2023, το Market Pass, ένα πρόγραμμα για τα νοικοκυριά που είχε σκοπό να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της αύξησης του κόστους ζωής, ειδικά των ειδών διατροφής, και δόθηκε από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούλιο του 2023, αποτέλεσε σχεδόν το 50% του συνολικού κόστους των παρεμβάσεων τύπου "pass", φτάνοντας τα 790 εκατ. ευρώ. Από το 2024 και έπειτα αρχίζει μια προσπάθεια πιο μόνιμων παρεμβάσεων.

Ο αντίκτυπος της επιδοματικής πολιτικής

Πάντως, η έρευνα της διαΝΕΟσις διαπιστώνει ότι, παρά τις μεταρρυθμίσεις, τα επιδόματα στην Ελλάδα παραμένουν κατακερματισμένα. Οι έκτακτες συνθήκες της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης κατά κάποιον τρόπο «γκρέμισαν» κάποια από όσα «χτίστηκαν» με τις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις, προσθέτοντας νέα, έκτακτα επιδόματα. Όμως, πέρα από το διαπιστωμένο πρόβλημα του κατακερματισμού, οι ερευνητές επιχειρούν, επίσης, να ανιχνεύσουν το πόσο αποτελεσματική είναι η ελληνική επιδοματική πολιτική.

Το κόστος ευκαιρίας της ενεργειακής κρίσης

Στο Κεφάλαιο 6 της έρευνας οι συγγραφείς διερωτώνται τι θα μπορούσε να είχε γίνει καλύτερα για την ελληνική οικονομία στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Προκειμένου να διερευνήσουν αυτή την πτυχή του θέματος, κάνουν αρχικά την υπόθεση ότι από τα 9 δισ. ευρώ που δόθηκαν σε επιδόματα (pass, κλπ.) για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης από το 2021 έως το 2023, τα 6 ήταν απαραίτητο να διατεθούν με αυτόν τον τρόπο. Με δεδομένη αυτή την παραδοχή, εξετάζουν επτά διαφορετικά σενάρια για το πώς θα μπορούσαν να διατεθούν τα υπόλοιπα 3 δισ. ευρώ. 

Ασφαλώς, το ερώτημα αυτό δεν έχει μία ακριβή απάντηση καθώς πολλοί, σύνθετοι και συχνά μη μετρήσιμοι παράγοντες αλληλεπιδρούν και, επίσης, είναι φυσικά αδύνατο κάποιος να υπολογίσει με ακρίβεια κάτι τέτοιο εκ των υστέρων. Όμως, ως ερευνητικό ερώτημα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, γιατί αγγίζει τον πυρήνα της συζήτησης για την αποτελεσματικότητα των επιδομάτων, το λεγόμενο κόστος ευκαιρίας τους.

Στο πρώτο, πιο «ακραίο» σενάριο που εξετάζουν οι συγγραφείς, ολόκληρο το ποσό των 3 δισ. κατευθύνεται προς επενδύσεις σε ΑΠΕ, προκειμένου να μειωθεί όσο το δυνατόν πιο άμεσα η εξάρτηση από την εισαγόμενη ενέργεια. Στο δεύτερο σενάριο, προβλέπουν αντίστοιχη αύξηση των ορυκτών καυσίμων στο μείγμα παραγωγής ενέργειας. Στο τρίτο σενάριο που εξετάζουν, προβλέπουν στροφή προς την ανάπτυξη ενεργειακών κοινοτήτων και την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες. Στο τέταρτο σενάριο, επιλέγουν την ενίσχυση των δικτύων διανομής ηλεκτρισμού κατά 3 δισ. ευρώ. Τα υπόλοιπα τρία σενάρια αποτελούν συνδυασμούς των παραπάνω τεσσάρων.

Σύμφωνα με την ανάλυση των συγγραφέων, το πιο αποτελεσματικό σενάριο τόσο σε όρους ΑΕΠ όσο και σε όρους απασχόλησης είναι το τέταρτο, εκείνο που προβλέπει την ενίσχυση των δικτύων διανομής. Σε αυτή την περίπτωση, δηλαδή της επένδυσης 3 δισ. σε δίκτυα διανομής την περίοδο 2021-2023, υπολόγισαν το όφελος σε 2,88 δισ. ευρώ αύξησης του ΑΕΠ και σε σχεδόν 83.000 νέες θέσεις εργασίας. 

Καταλήγουν οι ερευνητές, ότι:

«Η επιδοματική πολιτική που εφαρμόστηκε από την κυβέρνηση κρίνεται αποτελεσματική και επιβεβλημένη στον βαθμό άμεσης προστασίας των κοινωνικά αδύναμων από τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας. Όμως, η πολιτική αυτή ενισχύει ακόμα περισσότερο την εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από εισαγωγές, χωρίς να έχει έναν μεσοπρόθεσμο ορίζοντα αλλαγής αυτής της παραγωγικής εξάρτησης. Τα εναλλακτικά σενάρια που αναπτύξαμε έδειξαν ότι υπάρχουν συνδυασμοί όπου, πέρα από την άμεση προστασία των κοινωνικά ευάλωτων, μπορούν να επιφέρουν τόσο σημαντική άμεση ενίσχυση του ΑΕΠ και της απασχόλησης, όσο και δομικές μεταβολές στην οικονομία. Προεξέχοντα ρόλο σε μια τέτοια προσπάθεια φαίνεται ότι έχει η ανάπτυξη των δικτύων διανομής και ελέγχου της ενέργειας».

Κατευθύνσεις πολιτικής

Στο φόντο αυτό η μελέτη καταλήγει σε κάποιες ενδεικτικές προτεραιότητες και παρεμβάσεις για ένα πιο αποτελεσματικό και δίκαιο σύστημα επιδομάτων.

1. Δημοσιονομικός χώρος

«Τα εισοδηματικά κριτήρια για τις παροχές του κοινωνικού κράτους προφανώς και πρέπει να διατηρηθούν», γράφουν οι ερευνητές. «Όμως, χρειάζεται παράλληλα ένα φορολογικό σύστημα που δεν θα δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει. Οι φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις πρέπει να εκλογικευθούν, ώστε να μην λειτουργούν σαν κίνητρα φοροδιαφυγής και μετάβασης στον «μαύρο» τομέα της οικονομίας. Μια πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση είναι η έμμεση διαχείριση της εισοδηματικής ενίσχυσης των ευάλωτων στρωμάτων μέσω της αναδιάταξης του επιπέδου ΦΠΑ στις διάφορες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών».

2. Στρατηγική για την Κοινωνική Πολιτική

Η μελέτη προτείνει την κατάρτιση ενός Ειδικού Σχεδίου Μεσοπρόθεσμης Στρατηγικής Κοινωνικής Πολιτικής με στόχο τη δημιουργία ενός σταθερού θεσμικού πλαισίου μεταρρυθμίσεων κοινωνικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα. Ένα τέτοιο σχέδιο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τόσο τους δημοσιονομικούς περιορισμούς και τις χρηματοδοτικές δυνατότητες (τακτικός προϋπολογισμός, Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, ευρωπαϊκά ταμεία), όσο και την ανάγκη της εθνικής οικονομίας για εξωστρέφεια.

3. Ανάπτυξη και ανθεκτικότητα της οικονομίας

Οι συγγραφείς προτείνουν αφενός, περαιτέρω καθετοποίηση και εκσυγχρονισμό των διαδικασιών του δημόσιου τομέα και αφετέρου, τη θέσπιση κινήτρων για τις εγχώριες εφοδιαστικές αλυσίδες στον ιδιωτικό τομέα, ώστε να μειωθεί η εξάρτησή του από εισαγωγές. «Οι πολιτικές των voucher ή pass», υπογραμμίζουν, «μπορεί πράγματι να κριθούν επιτυχημένες σε πολλές οικονομίες της Ευρωζώνης, όχι όμως σε μια οικονομία, όπως η ελληνική, όπου ο ιδιωτικός τομέας έχει χαμηλή παραγωγικότητα και μεγάλη εξάρτηση από εισαγωγές».

4. Πρόβλεψη για έκτακτες καταστάσεις

Η συστηματική και ανεξάρτητη αξιολόγηση των μέτρων που θεσπίστηκαν για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση ενός μακροχρόνιου σχεδίου μεταρρυθμίσεων και δράσεων για την κοινωνική συνοχή.

5. Περιφερειακές ανισότητες

Η κωδικοποίηση των επιδομάτων και όλων των εμπλεκόμενων μερών σε αυτά ανά περιφέρεια ή και δήμο θα μπορούσε να συμβάλει στην άμβλυνση περιφερειακών ανισοτήτων. Αντίστοιχα, οι συγγραφείς διαπιστώνουν την ανάγκη για καλύτερο συντονισμό τόσο μεταξύ περιφερειών όσο και μεταξύ ευρωπαϊκών χωρών.

pinakas
Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας