Αύξηση σχεδόν 40% σε σχέση με το περσινό έτος παρουσιάζει το φαινόμενο των ληξιπρόθεσμων οφειλών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με τους απλήρωτους λογαριασμούς να αγγίζουν τα 3,4 δισ. ευρώ το 2024.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), η εκτίναξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών αποτελεί μια ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη που αντανακλά δύο βασικά προβλήματα: αφενός τη δυσκολία νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους για την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος και αφετέρου την “ασυλία” που εξακολουθεί να παρέχει το θεσμικό πλαίσιο στους λεγόμενους “στρατηγικούς” κακοπληρωτές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΡΑΑΕΥ, το 2024 πάνω από 2,7 εκατομμύρια παροχές είχαν ληξιπρόθεσμα χρέη, σε σύνολο 7,2 εκατ., δηλαδή περίπου 4 στους 10 καταναλωτές αντιμετωπίζουν προβλήματα πληρωμών προς τους προμηθευτές ενέργειας.
Ενεργειακός τουρισμός
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι περίπου 1,6 δισ. ευρώ από τα συνολικά ανεξόφλητα ποσά αφορούν καταναλωτές που έχουν αλλάξει πάροχο. Πρόκειται κυρίως για περιπτώσεις όπου γίνεται κατάχρηση της δυνατότητας μετακίνησης από εταιρεία σε εταιρεία, χωρίς εξόφληση των παλαιών υποχρεώσεων – μια πρακτική που έχει χαρακτηριστεί από τους προμηθευτές ως "ενεργειακός τουρισμός", ένα πρόβλημα που απασχολεί την αγορά ηλεκτρικού ρεύματος από το 2020 χωρίς όμως να έχει βρεθεί λύση.
Επιβάρυνση των καταναλωτών
Όπως εκτιμά η ΡΑΑΕΥ, το μέσο κόστος αυτής της επιβάρυνσης για τους προμηθευτές – και κατ’ επέκταση για τους καταναλωτές – φθάνει τα 6 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Σε ένα τιμολόγιο ηλεκτρικού ρεύματος όπου το κόστος είναι 15 λεπτά ανά κιλοβατώρα, τα 6 λεπτά (40% της τιμής) διατίθενται για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού που δημιουργούν οι απλήρωτοι λογαριασμοί.
Απλήρωτοι λογαριασμοί ανά τάση
Η πλειονότητα των οφειλών προέρχεται από τη χαμηλή τάση, με συνολικό ύψος 2,4 δισ. ευρώ. Εξ αυτών, πάνω από 1 δισ. ευρώ αφορούν τα νοικοκυριά (300 εκατ. από υφιστάμενους πελάτες και 700 εκατ. από αποχωρήσαντες), ενώ περίπου 900 εκατ. ευρώ αποδίδονται σε εμπορικές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στη μέση τάση οι οφειλές φτάνουν τα 600 εκατ. ευρώ, ενώ στην υψηλή τάση – που αφορά κυρίως μεγάλες βιομηχανίες – τα χρέη αγγίζουν τα 350 εκατ. ευρώ.
Στροφή στα μπλε τιμολόγια
Ένα ακόμη ενδιαφέρον εύρημα της έκθεσης αφορά τη σταδιακή στροφή των καταναλωτών από τα κυμαινόμενα και πράσινα τιμολόγια προς τα σταθερά (μπλε), ιδίως στο δεύτερο μισό του έτους. Από μόλις 2,8% στην αρχή του 2024, το ποσοστό των οικιακών καταναλωτών που είχαν επιλέξει σταθερή χρέωση έφτασε στο 13,5% έως το τέλος του χρόνου. Τα κυμαινόμενα τιμολόγια αντιπροσώπευαν το 14,1%, ενώ το 72,41% παρέμεινε στο ειδικό πράσινο τιμολόγιο.
Η στροφή σταθεροποιήθηκε κυρίως τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο, όταν οι αυξήσεις στα πράσινα τιμολόγια ώθησαν αρκετούς καταναλωτές να επιλέξουν νέες προσφορές σταθερής χρέωσης, διάρκειας 6 ή 12 μηνών. Αντίστοιχη τάση παρατηρήθηκε και τον Δεκέμβριο.
Σε όρους τιμών, ο Μάιος ήταν ο φθηνότερος μήνας του 2024, με μέσο κόστος 12,9 λεπτά/κιλοβατώρα, ενώ ο Αύγουστος ήταν ο ακριβότερος, με μέση τιμή 19,5 λεπτά/κιλοβατώρα.
Η αγορά παραμένει έντονα συγκεντρωμένη, με τη ΔΕΗ να διατηρεί τον κυρίαρχο ρόλο. Το 2024 εκπροσωπούσε το 70,3% των παροχών σε χαμηλή και μέση τάση και το 55,63% της συνολικής κατανάλωσης, σημειώνοντας μικρή μείωση σε σύγκριση με το 2023.
Ακολουθούν οι εταιρείες Protergia (7,30%), ZeniΘ (4,76%), Ήρων (4,32%), Elpedison (3,86%), NRG (2,66%), Φυσικό Αέριο (2,28%) και Volton (1,24%). Στην αγορά δραστηριοποιούνται συνολικά 17 εταιρείες, αν και πέντε εξ αυτών διατηρούν μερίδιο κάτω του 1%.