Οι περιορισμοί στις εξαγωγές σπάνιων γαιών από την Κίνα τον Απρίλιο του 2025, ως απάντηση στους δασμούς των ΗΠΑ, οδήγησαν τις τιμές στα ύψη και αποκάλυψαν τα κενά στην εφοδιαστική αλυσίδα, όπως επισημαίνει η Barclays. Η συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας για τα ορυκτά προσέφερε ανακούφιση, αλλά το πραγματικό αποτέλεσμα απέχει χρόνια. Το πραγματικό καίριο σημείο παραμένει η διύλιση, όπου η κυριαρχία της Κίνας είναι απαράμιλλη, τονίζει χαρακτηριστικά.
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η βρετανική τράπεζα, τον Απρίλιο του 2025, η Κίνα ενέτεινε τους ελέγχους εξαγωγών σε επτά σπάνιες γαίες, σε μια σαφή απάντηση στους νέους δασμούς των ΗΠΑ. Μέσα σε μια εβδομάδα, οι τιμές τριπλασιάστηκαν, αποκαλύπτοντας την ευθραυστότητα των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού. Ενώ ορισμένα μέτρα, όπως η απαγόρευση εξαγωγών προϊόντων διπλής χρήσης, έχουν έκτοτε αρθεί, το σύστημα αδειοδότησης εξαγωγών για τις εξαγωγές σπάνιων γαιών παραμένει σε ισχύ, περιορίζοντας τις ροές σπάνιων γαιών από την Κίνα.
Σε αυτό το κλίμα, η συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας για τα ορυκτά ήταν μια στρατηγική νίκη, τονίζει η Barclays,με τις απαραίτητες επενδύσεις για την Ουκρανία και μια βάση σε πόρους για τις ΗΠΑ, μειώνοντας την εξάρτησή από την Κίνα και τροφοδοτώντας τα πάντα, από την Τεχνητή Νοημοσύνη έως τα ηλεκτρικά οχήματα και την άμυνα.
Ωστόσο, η αύξηση της προσφοράς κρίσιμων ορυκτών στην Ουκρανία παραμένει μια μακρινή προοπτική, τονίζει η Barclays. Ο πραγματικός περιορισμός δεν είναι η εξαγωγή των ορυκτών - σπάνιων γαιών, λιθίου και τιτανίου - από το έδαφος, αλλά η διύλισή τους. Και εδώ είναι που η κυριαρχία της Κίνας είναι απαράμιλλη.
Στην ανάλυση της για τα παγκόσμια ορυκτά η Barclays συμπεριλαμβάνει πάνω από 50 πόρους που καλύπτονται από τη συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένων ορυκτών και σπάνιων γαιών, ένα συνόλου εμπορικών δεδομένων πέντε φορές πιο λεπτομερές από πριν, όπως τονίζει, που περιλαμβάνει 80 εκατομμύρια εμπορικούς διαδρόμους μεταξύ χωρών και «ξεκλειδώνει» έτσι μια βαθύτερη και ευρύτερη εικόνα των παγκόσμιων ροών ορυκτών.
Όπως παρατηρεί η βρετανική τράπεζα, το 2023, το 89% του εμπορίου ορυκτών, σε αξία, ήταν συγκεντρωμένο. Από αυτό, το 43% βασιζόταν σε πέντε ή λιγότερους προμηθευτές ανά προϊόν και το 46% σε μόνο τρεις ή λιγότερους. Οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού ορυκτών είναι στενές και εξαιρετικά ευάλωτες σε διαταραχές.
Πολύ λίγες αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες κυριαρχούν στην παγκόσμια προσφορά βασικών πρώτων υλών, με κάθε πόρο να συγκεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό σε συγκεκριμένες περιοχές. Για παράδειγμα, το 73% των ακατέργαστων μεταλλευμάτων κοβαλτίου προέρχεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και το 70% των μεταλλευμάτων αλουμινίου προέρχεται από τη Γουινέα. Η Νότια Αφρική προμηθεύει το 80% των μεταλλευμάτων χρωμίου, ενώ το Καζακστάν ελέγχει πάνω από το 90% του ακατέργαστου βηρυλλίου στον κόσμο.
Ωστόσο, σχεδόν όλη η επεξεργασία γίνεται στην Κίνα, τονίζει η βρετανική τράπεζα. Η Κίνα προμηθεύει το 65% του διυλισμένου λιθίου και το 80% του διυλισμένου κοβαλτίου. Ωστόσο, καμία αλυσίδα εφοδιασμού δεν είναι τόσο συγκεντρωμένη όσο αυτή των σπάνιων γαιών, όπου η Κίνα κατέχει σχεδόν μονοπώλιο.

Πάνω από το 90% των εισαγωγών σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ προέρχεται από την Κίνα, μια απότομη αύξηση από το 70% το 2013. Δύο δυνάμεις οδηγούν σε αυτή την αλλαγή: η μειωμένη παρουσία της Ρωσίας στην αγορά μετά τους περιορισμούς των ΗΠΑ και η αυξανόμενη ζήτηση για σπάνιες γαίες που μόνο η Κίνα μπορεί να καλύψει επί του παρόντος - ένα σαφές παράδειγμα του πώς οι γεωπολιτικές εντάσεις μπορούν να ενισχύσουν και να εμβαθύνουν τις παγκόσμιες εξαρτήσεις, όπως επισημαίνει η Barclays.
Η συμφωνία για τα ορυκτά της Ουκρανίας σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην εξασφάλιση πρόσβασης σε κρίσιμα ορυκτά, και αναμένεται να ακολουθήσουν κι άλλες, σημειώνει. Οι επόμενες συμφωνίες θα μπορούσαν να αφορούν τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, για το κοβάλτιο, και τη Γουινέα, για τα μεταλλεύματα αλουμινίου. Ωστόσο, η Κίνα, με δύο δεκαετίες επενδύσεων σε ορυχεία και υποδομές σε ολόκληρο τον παγκόσμιο Νότο, κατέχει το 40% των ορυχείων κοβαλτίου στον κόσμο, ενισχύοντας τον έλεγχο της στα κρίσιμα ορυκτά.
Η οικοδόμηση μιας ανθεκτικής και διαφοροποιημένης προσφοράς ορυκτών αποτελεί μια βασική μακροπρόθεσμη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι χώρες, επισημαίνει η Barclays. Τα σπάνια ορυκτά πρέπει να εισάγονται και η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι η ζήτηση θα αυξηθεί κατά 500% έως το 2050, καθιστώντας ενδεχομένως τις σπάνιες γαίες και τα ορυκτά όπως ο χαλκός, το λίθιο και το νικέλιο πιο πολύτιμα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Σε ορίζοντα πέντε έως δέκα ετών, η αυξανόμενη ζήτηση για αυτά τα ορυκτά θα μπορούσε να οδηγήσει τις τιμές υψηλότερα και η αγορά δεν έχει ακόμη στρέψει την προσοχή της πλήρως σε αυτό το θέμα.