Θετική ήταν η επίδραση των ενεργειακών τιμών στην εξέλιξη του πληθωρισμού το πρώτο πεντάμηνο του έτους, με βάση, την τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ για την οικονομία, (Β' Τρίμηνο).
Συγκεκριμένα, σε σχέση με τις μεσοπρόθεσμες εκτιμήσεις κι αναλύοντας τις βασικές συνιστώσες του εγχώριου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή κατά το α΄ πεντάμηνο του τρέχοντος έτους, με βάση το ΙΟΒΕ, προέκυψε ότι η άνοδός του οφείλεται στην θετική επίδραση των τιμών των μη ενεργειακών αγαθών και υπηρεσιών.
Όπως αναφέρεται, η ήπια αρνητική επίδραση των ενεργειακών αγαθών στο εξεταζόμενο χρονικό διάστημα αντισταθμίστηκε από την ήπια θετική επίδραση των φόρων. Σημειώνεται ότι, τον Μάιο του τρέχοντος έτος, τα κράτη μέλη της ΕΕ, ως απάντηση στη στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας επέβαλλαν νέα δέσμη κυρώσεων, την 17η που αφορά σε ατομικές κυρώσεις και περιοριστικά μέτρα.
Συγκεκριμένα, η ΕΕ θέσπισε περαιτέρω περιορισμούς σε εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών και τεχνολογιών, πρόσβασης σε λιμένες και υπηρεσίες που σχετίζονται με τις θαλάσσιες μεταφορές, καθώς και περιοριστικά μέτρα που αφορούν σε ταξιδιωτικούς περιορισμούς για φυσικά πρόσωπα, δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και απαγόρευση διάθεσης κεφαλαίων ή άλλων οικονομικών πόρων σε άτομα και οντότητες.
Οι τιμές πετρελαίου
Αναφορικά με τις τιμές των ενεργειακών αγαθών, η μέση διεθνής τιμή του πετρελαίου το α΄ εξάμηνο του 2025 σημείωσε μείωση συγκριτικά με ένα έτος πριν. Συγκεκριμένα, η μέση τιμή του πετρελαίου Brent διαμορφώθηκε στα $71,9/βαρέλι, από $83,8/βαρέλι ένα έτος πριν, καταγράφοντας μείωση 14,2%. Η άνοδος της μέσης ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα, κατά 1,1% σε σχέση με ένα έτος πριν, ενίσχυσε περαιτέρω τη μεταβολή της τιμής του πετρελαίου σε ευρώ, με τη μέση τιμή του να διαμορφώνεται στα €65,8/βαρέλι
Επίδραση ενεργειακών αγαθών
Σχετικά με τις πρόσφατες εξελίξεις στα ενεργειακά αγαθά, η διεθνής τιμή του πετρελαίου Brent διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο τον Ιούνιο του 2025 στα $71,4 ανά βαρέλι, σημειώνοντας υποχώρηση 13,1% σε σχέση με ένα έτος πριν. Η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου τον ίδιο μήνα ανήλθε στο 1,15, υψηλότερα κατά 7% από ότι τον αντίστοιχο μήνα του 2024. Ακολούθως, η μέση τιμή του πετρελαίου σε ευρώ διαμορφώθηκε σε €62,0 ανά βαρέλι, σημειώνοντας υποχώρηση της τάξης του 18,8% σε σχέση με ένα έτος νωρίτερα.
Αναφορικά με την προσφορά πετρελαίου, η παραγωγή πετρελαίου από τις χώρες μέλη του OPEC αυξήθηκε κατά 150.000 βαρέλια/ημέρα τον Μάιο σε σχέση με τον Απρίλιο φτάνοντας τα 26,7 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Η Σαουδική Αραβία πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη αύξηση τον Μάιο σε σύγκριση με τον Απρίλιο, καθώς αύξησε την παραγωγή κατά 130.000 βαρέλια/ημέρα.
Αύξηση της ημερήσιας παραγωγής πετρελαίου καταγράφηκε και τον Ιούνιο, κατά 411.000 βαρέλια/ημέρα φτάνοντας τα 28,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Κατά την τελευταία συνεδρίαση τους τον Ιούνιο του 2025 τα μέλη του OPEC+, συμπεριλαμβανομένου και της Ρωσίας συμφώνησαν να προχωρήσουν στις προγραμματισμένες αυξήσεις της παραγωγής και τον Ιούλιο, με δυνατότητα, ωστόσο αναθεώρησης ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς.
Συγκεκριμένα, συμφώνησαν να προχωρήσουν άλλη μια αύξηση κατά 411.000 βαρέλια/ημέρα για τον Ιούλιο, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό παραγωγής κατά 1,37 εκατ. bpd μέχρι στιγμής ενώ απομένουν περίπου 830.000 βαρέλια/ημέρα σε σχέση με τις αρχικές περικοπές, με ενδεχόμενο για περαιτέρω αύξηση στο υπόλοιπο μέχρι το τέλος Οκτωβρίου.
Συνεπώς, και σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών προβλέπεται ότι η παραγωγή πετρελαίου του OPEC+ θα αυξηθεί κατά 0,3 εκατ. βαρέλια/ημέρα το 2025. Η αύξηση της παραγωγής πετρελαίου το 2025 θα προέλθει κυρίως από χώρες εκτός του ΟΠΕΚ, λόγω της συνεχιζόμενης συγκράτησης της παραγωγής εκ μέρους του ΟΠΕΚ+.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, η συνολική παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου το 2025 αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,9 εκατ. βαρέλια ημερησίως το 2025 αύξηση η οποία θα προέρχεται περισσότερο από τις χώρες εκτός ΟΠΕΚ+ παρά στις χώρες ΟΠΕΚ+
Αναλυτικά, η παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου εκτός του ΟΠΕΚ+ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 1,8 εκατ. β/ημέρα το 2025, με το μεγαλύτερο μέρος της προβλεπόμενης αύξησης να προέρχεται από τις χώρες της αμερικάνικης ηπείρου και συγκεκριμένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να παράγουν περισσότερο πετρέλαιο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με την αύξηση της ημερήσιας παραγωγής τους να εκτιμάται σε 0,6 εκατ. β/ημέρα το 2025. Σε ετήσια βάση, η παραγωγή αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ αναμένεται να ανέλθει κατά μέσο όρο σε 13,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως το 2025. Επιπρόσθετα, η ημερήσια παραγωγή πετρελαίου στον Καναδά αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,3 εκατ. βαρέλια ημερησίως το τρέχον έτος, ενώ στη Βραζιλία λόγω των νέων πλωτών μονάδες παραγωγής αναμένεται αύξηση κατά 0,1 εκατ. βαρέλια ημερησίως το 2025.
Επομένως, η επακόλουθη αύξηση της παραγωγής του ΟΠΕΚ+ και η συνεχιζόμενη αύξηση της προσφοράς εκτός του ΟΠΕΚ+ θα οδηγήσουν σε μέση αύξηση των αποθεμάτων κατά 0,1 εκατ. βαρέλια/ημέρα κατά το υπόλοιπο του 2025, ασκώντας καθοδική πίεση στις τιμές του πετρελαίου.
Τα ρίσκα
Ωστόσο, οι αβεβαιότητες γύρω από την εξέλιξη των τιμών το τρέχον έτος είναι ιδιαίτερα έντονες. Μια ενδεχόμενη νέα κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει τις αγορές ενέργειας, οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση των τιμών του πετρελαίου και, κατ’ επέκταση, σε νέα άνοδο του πληθωρισμού.
Παράλληλα, οι προστατευτικές πολιτικές των Ηνωμένων Πολιτειών, μέσω της επιβολής νέων δασμών, εντείνουν την αβεβαιότητα στο διεθνές εμπορικό περιβάλλον, διαταράσσοντας τις εμπορικές σχέσεις και επηρεάζοντας αρνητικά τη δυναμική της παγκόσμιας οικονομίας. Οι δασμοί – είτε επιβάλλονται είτε απλώς προαναγγέλλονται – σε χώρες όπως η Κίνα και η Ε.Ε. αυξάνουν το κόστος παραγωγής, το οποίο συχνά μετακυλίεται στους καταναλωτές, εντείνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις και προκαλώντας διαταραχές στις εμπορικές ροές. Επιπλέον, οι συνεχιζόμενες αναταραχές στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν προκαλέσει σημαντικές καθυστερήσεις στη μεταφορά εμπορευμάτων προς την Ευρώπη, καθώς τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και τα δεξαμενόπλοια αναγκάζονται να ακολουθούν τη μακρύτερη διαδρομή μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, γεγονός που αυξάνει σημαντικά το μεταφορικό κόστος και εντείνει την ανοδική πίεση στις τιμές. Από την άλλη, αρνητική επίδραση στις τιμές μπορεί να επιφέρει η περαιτέρω ενίσχυση του ευρώ, Η συνεπακόλουθη μείωση των τιμών των εισαγόμενων αγαθών θα επιδράσει πτωτικά στο κόστος παραγωγής για τις εγχώριες επιχειρήσεις, εξέλιξη που ενδέχεται να επιφέρει υποχώρηση των τιμών.