Μενού Ροή
Stassis dei capital day london
Τα καινούργια πλάνα της ΔΕΗ για την αποθήκευση - Νέος ενεργειακός χάρτης με μπαταρίες, φυσικό αέριο και «άλμα» στις ΑΠΕ έως το 2028

Ένα νέο μίγμα παραγωγής, με αιχμή την αποθήκευση ενέργειας, τις εύκαμπτες μονάδες φυσικού αερίου και την ταχεία ανάπτυξη των ΑΠΕ, διαμορφώνει η ΔΕΗ έως το 2028, ανασχεδιάζοντας ριζικά τον τρόπο με τον οποίο τροφοδοτείται το σύστημα στην Ελλάδα και τη ΝΑ Ευρώπη.

Στον πυρήνα του σχεδιασμού βρίσκεται ένα «pipeline» έργων αποθήκευσης συνολικής ισχύος 1 GW, το οποίο προβλέπεται να έχει τεθεί σε λειτουργική ετοιμότητα μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2027. Η αρχή γίνεται άμεσα, με την εκκίνηση τριών μονάδων μπαταριών των 50 MW η καθεμία, μέσα στους επόμενους δύο μήνες. Μιας 4ωρης διάρκειας στο Αμύνταιο και δύο 2ωρης διάρκειας στην Πτολεμαΐδα και τη Μελίτη. Τα έργα αυτά θεωρούνται κρίσιμα για την καλύτερη ενσωμάτωση των ΑΠΕ στο δίκτυο και την παροχή ευέλικτης ισχύος στις ώρες αιχμής.

Μέχρι το 2028, η ευέλικτη παραγωγή της ΔΕΗ εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 1,5 GW, με σημαντικό μέρος της να προέρχεται από συστήματα μπαταριών, τα οποία τότε θα αντιστοιχούν περίπου στο 19% της συνολικής ευέλικτης ισχύος του ομίλου. Η διοίκηση ποντάρει και στη διαρκή πτώση του κόστους κατασκευής των μονάδων αποθήκευσης, καθώς η τεχνολογία ωριμάζει και γίνεται πιο αποδοτική.

Και το αέριο στο μίγμα - «Απόβαση» στα Βαλκάνια με νέες μονάδες 

Παράλληλα με την αποθήκευση, η ΔΕΗ ενισχύει το αποτύπωμά της στον τομέα του φυσικού αερίου σε περιφερειακό αλλά διεθνές επίπεδο. 

Στο στρατηγικό σχέδιο περιλαμβάνεται η ανάπτυξη μονάδας συνδυασμένου κύκλου (CCGT) ισχύος 820 MW στη Βουλγαρία, καθώς και μιας μικρότερης, ταχείας εκκίνησης μονάδας φυσικού αερίου (Peaker) 80 MW στη Ρουμανία. 

Στα του οίκου μας, το πλάνο προβλέπει τη σταδιακή απόσυρση δύο παλαιών μονάδων φυσικού αερίου, με πρώτη στην «έξοδο» την παλαιότερη μονάδα της Κομοτηνής.

Κομβικό ρόλο στη μετάβαση παίζει και η Πτολεμαΐδα 5. Η λιγνιτική λειτουργία της μονάδας αναμένεται να ολοκληρωθεί στο τέλος του 2026, οπότε και δρομολογείται η μετατροπή της σε μονάδα φυσικού αερίου. Στην πρώτη φάση θα λειτουργήσει ως μονάδα ανοικτού κύκλου (OCGT) ισχύος 295 MW μέχρι το τέλος του 2027, με τη διαδικασία αδειοδότησης να βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και τις αναγκαίες υποδομές επέκτασης της γραμμής φυσικού αερίου να έχουν προβλεφθεί. Η νέα διαμόρφωση της Πτολεμαΐδας 5 έχει σχεδιαστεί με δυνατότητα μελλοντικής αναβάθμισης σε μονάδα συνδυασμένου κύκλου 400 MW, κίνηση που θα αυξήσει περαιτέρω την αποδοτικότητα και την ευελιξία της.

Νέα μονάδα και στην Αλεξανδρούπολη 

Στο μέτωπο των μεγάλων θερμικών επενδύσεων, ο όμιλος βρίσκεται ήδη σε φάση κατασκευής νέας μονάδας CCGT 840 MW στην Αλεξανδρούπολη, επένδυσης περίπου 400 εκατ. ευρώ. Η μονάδα αυτή αναμένεται να λειτουργήσει ως «πύλη» ισχύος όχι μόνο για την εγχώρια αγορά αλλά και για τις αγορές της Βουλγαρίας, της Βόρειας Μακεδονίας και της Σερβίας, ενισχύοντας τον ρόλο της Ελλάδας ως περιφερειακού ενεργειακού κόμβου.

Και τα υδροηλεκτρικά στον χάρτη 

Σημαντικό βάρος δίνεται και στα υδροηλεκτρικά. Έως το 2028, οι υδροηλεκτρικές μονάδες θα αντιστοιχούν στο 44% της ευέλικτης παραγωγής, με επιπλέον 29 MW να προστίθενται στην ήδη υφιστάμενη ισχύ των 3,2 GW. 

Παράλληλα, σε πρώην λιγνιτικές περιοχές σχεδιάζεται η ανάπτυξη νέας αντλησιοταμιευτικής ισχύος, πέραν των υφιστάμενων 0,7 GW, με την έναρξη λειτουργίας των νέων έργων να τοποθετείται μετά το 2030. Οι υποδομές αυτές θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τις μπαταρίες, παρέχοντας μεγάλης διάρκειας αποθήκευση.

Στον τομέα των ΑΠΕ, ο στόχος είναι εξίσου φιλόδοξος, καθώς μέχρι το 2028 προβλέπεται να προστεθούν 6,3 GW νέας πράσινης ισχύος σε Ελλάδα και εξωτερικό. Έτσι, η εγκατεστημένη ισχύς από ΑΠΕ της ΔΕΗ εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 12,7 GW και θα αντιστοιχεί περίπου στο 77% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος του ομίλου. Παρά το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων το 2026, ο συνολικός «στόλος» προβλέπεται να αυξηθεί στα 16,6 GW στο τέλος της τριετίας, από 12,4 GW στο εννεάμηνο του 2025.

Η στρατηγική δεν περιορίζεται στην παραγωγή. Ο όμιλος συνεχίζει την ανάπτυξη των δικτύων μεταφοράς σε Ελλάδα και Ρουμανία, με τη Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση να αναμένεται να αυξάνεται με ετήσιο ρυθμό περίπου 5% (CAGR) έως το 2028 και να φτάνει τα 6,5 δισ. ευρώ. Ο μέσος σταθμισμένος συντελεστής απόδοσης (WACC) στις δύο χώρες κινείται γύρω στο 7%, εξασφαλίζοντας ελκυστικό πλαίσιο για επενδύσεις σε δίκτυα.

Στο μέτωπο της κεφαλαιακής πολιτικής, η διοίκηση αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων μετοχών, κίνηση που ερμηνεύεται ως ένδειξη εμπιστοσύνης στις προοπτικές του ομίλου και στο επενδυτικό αφήγημα της ενεργειακής μετάβασης.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας