Στην τελική ευθεία έχει μπει η προαναγγελθείσα, από τον Πρωθυπουργό, ήδη, από τη ΔΕΘ, διαδικασία διαμόρφωσης “αναχωμάτων” για ανταγωνιστικές ενεργειακές τιμές για τη βιομηχανία. Ήδη, το “σήμα” είχε δώσει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΘΟ, κατά την παρουσίαση του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού, σημειώνοντας ότι επίκεινται οι αποφάσεις από το ΥΠΕΝ στη βάση σχεδιασμού για κατανομές από τα έσοδα από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων CO2,
Μάλιστα, χθες, μιλώντας στο ετήσιο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκος Τσάφος, επεσήμανε ότι επίκειται η ανακοίνωση πρόσθετων μέτρων στήριξης.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι παρά την όλη συζήτηση οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα κινούνται σε επίπεδα κοντά ή και χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όπως είπε, για το πρώτο εξάμηνο του έτους, οι οικιακές τιμές ήταν 21% χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (και στο επίπεδο του μέσου όρου σε όρους αγοραστικής δύναμης), ενώ για τη βιομηχανία οι τιμές βρίσκονταν στον μέσο όρο και για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες μόλις 1% υψηλότερα.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας χθες στην τελετή απονομής των βραβείων «Ελληνική Αξία» του ΣΒΕ στη Θεσσαλονίκη. «Έχουμε ετοιμάσει πλαίσιο μέτρων για τη μείωση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας. Γίνονται συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το λεγόμενο “ιταλικό μοντέλο”, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα, και πιστεύω ότι δεν θα αργήσουν οι σχετικές ανακοινώσεις» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Με βάση, δε, πληροφορίες, η κυβέρνηση στα διάφορα μέτρα που ήδη έχει λάβει και αφορούν πχ τη φορολογία μερισμάτων, τους συντελεστές φορολόγησης κτλ “ζυγίζει” το ενδεχόμενο αύξησης του ποσοστού των χρημάτων που διατίθενται από τα έσοδα των ρύπων για την αντιστάθμιση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας, από το 17% που είναι σήμερα στο 25%. Πρόκειται για το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο με βάση του κοινοτικούς κανονισμούς. Αυτό θα σημάνει τη διάθεση 150 εκατ. ευρώ στη βαριά βιομηχανία, ενώ το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει να διατεθούν επιπλέον 50 εκατ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό, κάτι που οδηγεί το “λογαριασμό” στα 200 εκατ., όπως είχε πει ήδη από τη ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός.
Προφανώς, πάντως, το όλο ζήτημα έχει πολυπαραγοντικό χαρακτήρα και προϋποθέτει και “ασκήσεις” ισορροπίας μια και το όλη ζήτημα με το ενεργειακό κόστος είναι στην “αιχμή” και των αγροτικών κινητοποιήσεων. ‘Ετσι οι αγρότες που ζητούν ενέργεια στα 7 λεπτά/kWh είναι προφανές ότι θα ζητήσουν και αυτοί ανάλογες δράσεις, κάτι βέβαια, που πρέπει να συνεκτιμηθεί από την κυβέρνηση.
Προϋπόθεση, πάντως, για την κυβέρνηση είναι η όλη λύση να περνά από τα “ραντάρ” της Κομισιόν, να έχει μεγάλη συμπεριληπτικότητα, και γι αυτό, όπως αναφέρεται από γνώστες του ζητήματος, το περίφημο ιταλικό μοντέλο θα πρέπει να μην αποκλίνει απ’ ό,τι ίσχυσε στη γείτονο.
Υπενθυμίζεται ότι η φιλόδοξη πρόταση του ΣΕΒ προέβλεπε την ενίσχυση 400 επιχειρήσεων με 285 εκατ. ευρώ ανά έτος για μια τριετία και υποχρέωση από τις επιχειρήσεις να επιστρέψουν τη φθηνή ενέργεια σε βάθος 20ετίας, στηρίζοντας επενδύσεις σε νέες ΑΠΕ. Ωστόσο, όπως αναφέρεται, κάτι τέτοιο απαιτεί επιπλέον, πέρα του ό,τι έγινε με την Ιταλία, επεξεργασίες των αρμοδίων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σε κάθε περίπτωση η βιομηχανία αναμένει με πλησμονή τα μέτρα καθώς βλέπει άλλες χώρες της ΕΕ να διαμορφώνουν πακέτα στήριξης, που αφορούν, μάλιστα, ανταγωνιστικές μονάδες με αντίστοιχες ελληνικές. . Συγκεκριμένα, η Γερμανία, αλλά και η Βουλγαρία πρόσφατα εξήγγειλαν, πέρα από την Ιταλία, δράσεις μείωσης του ενεργειακού κόστους για παραγωγικές μονάδες.