Το ζήτημα της πολιτικής βούλησης αποτελεί κομβικό σημείο για την ανάπτυξη υποδομών αλλά και αγοράς δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS) είναι κομβικό με βάση όσα κατέθεσαν οι ομιλητές, χθες, σε ειδικό πάνελ, κατά την διάρκεια του συνεδρίου του ΙΕΝΕ (Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης).
Λίγες μέρες πριν να συνέλθει στην Αθήνα το Industrial Carbon Management Forum αλλά και με τη διαβούλευση, σε εξέλιξη, για το νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ για το CCS, που ρυθμίζει ζητήματα αδειοδότησης, εποπτείας, κτλ στον τομέα της αποθήκευσης άνθρακα., η κα Κατερίνα Σάρδη, Country Manager και Managing Director της Energean, που τρέχει και το μεγάλο έργο στον Πρίνο, ανέφερε ότι βασική πρόκληση είναι η στήριξη της αλυσίδας αξίας μέσω μηχανισμών όπως το CCFD., «Οι συμβάσεις αυτές αποτελούν μεγάλη δέσμευση για τους πελάτες μας, επομένως είναι απαραίτητο να υπάρχει η ανάλογη στήριξη και από την πλευρά της πολιτείας», είπε.
Παράλληλα σημείωσε ότι η ύπαρξη μακροχρόνιων συμβάσεων είναι αναγκαία για τη χρηματοδότηση των έργων. Αναπόφευκτα απαιτείται ένα ξεκάθαρο και σταθερό θεσμικό πλαίσιο, αλλά και σαφής και διαφανής τρόπος τιμολόγησης της αποθήκευσης ώστε τα έργα να τύχουν και της αναγκαίας χρηματοδότησης.
Παράλληλα στο πάνελ ετέθη και το εμβληματικό έργο Olympus, που υλοποιείται στο Μηλάκι (Ευβοίας) από τον Όμιλο ΗΡΑΚΛΗΣ. Όπως τόνισε ο κ. Νίκος Μπόζος, CCS Manager του ομίλου ΗΡΑΚΛΗΣ, στο τέλος του 2023 υπογράφηκε η σύμβαση με το Innovation Fund, και από τότε έχουν ξεκινήσει οι μελέτες.
Σε αυτή τη φάση τρέχουν μελέτες σε επτά διαφορετικά πεδία ανάπτυξης των απαραίτητων υποδομών, με στόχο να ολοκληρωθούν στα μέσα του επόμενου έτους. Στόχος είναι να ληφθεί η επενδυτική απόφαση το τελευταίο τρίμηνο του 2026, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει διασφαλιστεί η λειτουργία ολόκληρης της αλυσίδας CCS (Carbon Capture and Storage). «Η βιωσιμότητα των έργων εξαρτάται και από την τιμή του CO₂, η οποία σήμερα είναι σχετικά χαμηλή. Το συνολικό κόστος της αλυσίδας – δέσμευση, μεταφορά με πλοία και τελική αποθήκευση – πρέπει να είναι μικρότερο από την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα κατά την έναρξη λειτουργίας των έργων. Μετά την επενδυτική απόφαση, απαιτείται περίοδος τριών ετών για κατασκευή, αδειοδοτήσεις και ανάπτυξη υποδομών, με στόχο τη λειτουργία στα τέλη του 2029», ανέφερε.
Σχολιάζοντας τη βιωσιμότητα των έργων, επεσήμανε ότι όλα τα ευρωπαϊκά έργα CCS χρειάζονται υψηλότερες τιμές CO₂ για να λειτουργήσουν, ιδίως εκείνα που βασίζονται σε θαλάσσιες αλυσίδες αποθήκευσης. Για τον σκοπό αυτό, προτείνεται η εφαρμογή του μηχανισμού CCFD (Carbon Contracts for Difference). Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, οι εταιρείες δηλώνουν την τιμή διοξειδίου στην οποία το έργο τους είναι βιώσιμο.
Αναφερόμενος στο έργο IFESTOS του ομίλου ΤΙΤΑΝ, κ. Άρης Τσικούρας, Director, Group Decarbonization Strategy της TITAN CEMENT GROUP, σημείωσε στο ίδιο πάνελ, ότι στόχος είναι το 2026 να υπάρξει η λήψη της τελικής επενδυτικής απόφασης (FID). Στάθηκε και ο ίδιος στην ανάγκη ύπαρξης ενός πλήρους ρυθμιστικού πλαισίου που θα διευκολύνει την υλοποίηση των έργων και την ολοκλήρωση των αδειοδοτήσεων. Παράλληλα υπερθεμάτισε για τη σημασία τους.
«Πρώτον, συμβάλλουμε ουσιαστικά στην απανθρακοποίηση και στη μείωση των ρύπων της χώρας. Η τσιμεντοβιομηχανία είναι ένας από τους πιο δύσκολους τομείς για απανθρακοποίηση, επομένως η εφαρμογή τέτοιων έργων είναι καθοριστική τόσο για τη βιομηχανία όσο και για την επίτευξη των εθνικών στόχων. Δεύτερον, διασφαλίζεται η παραμονή της βιομηχανίας στην Ελλάδα. Καθώς τα δικαιώματα εκπομπών CO₂ θα μειώνονται και τελικά θα μηδενιστούν, οι βιομηχανίες που εκτίθενται στις τιμές του CO₂ θα δυσκολευτούν να επιβιώσουν. Πρόκειται, επομένως, για ζήτημα βιωσιμότητας. Επιπλέον, δημιουργείται μια νέα αλυσίδα αξίας, με επενδύσεις που ξεπερνούν τα 3,5 δισ. ευρώ. Δημιουργούνται και διατηρούνται χιλιάδες θέσεις εργασίας, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται νέα προϊόντα με μηδενικό ανθρακικό αποτύπωμα, τόσο για την εγχώρια αγορά όσο και για εξαγωγές, δίνοντας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη χώρα».
Από την πλευρά του ο Δρ. Μ. Κακαράς, καθηγ. ΕΜΠ στάθηκε στις ευκαιρίες ανάπτυξης αλλά και στην ανάγκη να είναι διευρυμένη η περίμετρος της όλης διαδικασίας.
Να σημειωθεί ότι στην ίδια εκδήλωση ο κ. Μιχάλης Θωμαδάκης, Διευθυντής Στρατηγικής & Ανάπτυξης του ΔΕΣΦΑ αναφέρθηκε στην ανάπτυξη ενός αγωγού CO₂ μήκους 35 χλμ., για τον οποίο διεκδικείται ευρωπαϊκή χρηματοδότηση μέσω του Connecting Europe Facility. Ο αγωγός θα ξεκινά από τις εγκαταστάσεις του ομίλου ΤΙΤΑΝ και θα καταλήγει στη Ρεβυθούσα, ενώ έχει ήδη μελετηθεί και η επέκτασή του προς το Μηλάκι και τη Βοιωτία. Εκεί δραστηριοποιούνται αρκετοί ηλεκτροπαραγωγοί που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στο έργο σε επόμενες φάσεις. Η πρώτη φάση προβλέπεται να ξεκινήσει με τη συμμετοχή του ομίλου ΤΙΤΑΝ, της Helleniq Energy και πιθανότατα της Motor Oil, λόγω της εγγύτητας των εγκαταστάσεών τους στη Ρεβυθούσα.