Στην παγκόσμια κούρσα για τα κρίσιμα ορυκτά, το γάλλιο εξελίσσεται σε κομβικό παράγοντα που αποκαλύπτει τόσο τις φιλοδοξίες όσο και τις τρωτότητες της Ευρώπης. Σύμφωνα με τη Euractiv, η ήπειρος βρίσκεται στη μέση ενός εντεινόμενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε μια Κίνα που κρατά σχεδόν απόλυτη κυριαρχία στην παραγωγή και σε μια Αμερική που κινείται με ταχύτητα, επενδύοντας στρατηγικά σε νέες μονάδες και τεχνολογίες. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η κίνηση της ελληνικής Metlen να δημιουργήσει το πρώτο ευρωπαϊκό έργο βιομηχανικής παραγωγής γαλλίου —στο εργοστάσιο «Αλουμίνιον της Ελλάδος» στη Βοιωτία— αποκτά πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι ένα απλό επενδυτικό project. Για πολλούς στην Ευρώπη, αποτελεί τεστ στρατηγικής αυτονομίας.
Η ανησυχία ξεκίνησε την τελευταία διετία, όταν η Κίνα —παραγωγός σχεδόν όλου του καθαρού γαλλίου παγκοσμίως— επέβαλε το 2023 περιορισμούς στις εξαγωγές, προκαλώντας άλμα τιμών και αναταράξεις στη βιομηχανία ημιαγωγών. Το γάλλιο είναι ένα μέταλλο ελαφρύ, σπάνιο και απαραίτητο για LED τεχνολογίες, μικροκύματα, αμυντικά συστήματα και προηγμένους ημιαγωγούς. Η Ευρώπη το εισάγει σε ποσοστό περίπου 90%. Παρότι η Κίνα χαλάρωσε προσωρινά τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, η κίνηση αυτή —σύμφωνα με τη Euractiv— θεωρείται περισσότερο μια επίδειξη δύναμης παρά μια ένδειξη αποκλιμάκωσης: το Πεκίνο εξακολουθεί να ελέγχει τις άδειες εξαγωγών και να αποφασίζει, ανάλογα με τη γεωπολιτική συγκυρία, πόσο «σφιχτή» ή «χαλαρή» θα είναι η κάνουλα των κρίσιμων ορυκτών.
Η Metlen στο επίκεντρο
Η πιο ουσιαστική απάντηση της Ευρώπης σε αυτή την εξάρτηση έρχεται από την Ελλάδα. Σύμφωνα με τη Euractiv, στις αρχές του έτους η Metlen ανακοίνωσε μια επένδυση 295,5 εκατ. ευρώ για την επέκταση της παραγωγής αλουμίνας και την ενσωμάτωση παραγωγής γαλλίου — μια κίνηση που όχι μόνο καλύπτει το σύνολο των ευρωπαϊκών αναγκών, αλλά φέρνει για πρώτη φορά τη γηραιά ήπειρο στον χάρτη παραγωγής του μετάλλου.
Το έργο στη Βοιωτία προβλέπει αύξηση της δυναμικότητας αλουμίνας σε 1,265 εκατ. τόνους και παραγωγή περίπου 50 τόνων γαλλίου ετησίως — ποσότητα ικανή να υποκαταστήσει πλήρως τις εισαγωγές της Ευρώπης. Περιλαμβάνει επίσης νέα μεταλλεία βωξίτη, εκσυγχρονισμένες εγκαταστάσεις διύλισης και αναβάθμιση της λιμενικής και ενεργειακής υποδομής.
Ο Δημήτρης Στεφανίδης, εκτελεστικός διευθυντής Μεταλλουργίας της Metlen, δήλωσε στο S&P Global ότι η επένδυση αποτελεί «προληπτικό βήμα για την αντιμετώπιση κινδύνων εφοδιαστικής αλυσίδας και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας». Σύμφωνα με τη Euractiv, το έργο έχει ήδη χαρακτηριστεί Στρατηγικό Έργο στο πλαίσιο του Critical Raw Materials Act (CRMA) και έχει λάβει το σημαντικό Sovereignty Seal της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κάτι που το καθιστά από τις πιο εμβληματικές βιομηχανικές πρωτοβουλίες στην ΕΕ.
Με τη λειτουργία της μονάδας, η Ελλάδα παύει να θεωρείται απλώς περιφερειακός παίκτης στον τομέα των βιομηχανικών πρώτων υλών και μετατρέπεται σε βασικό κόμβο της ευρωπαϊκής αυτάρκειας στα κρίσιμα μέταλλα.
Η μάχη των υπερδυνάμεων για τον έλεγχο του μετάλλου
Την ώρα που η Metlen φέρνει μια ευρωπαϊκή απάντηση, οι ΗΠΑ κινούνται ακόμη πιο γρήγορα. Η Αυστραλία και οι ΗΠΑ —μέσα από μια διμερή βιομηχανική συνεργασία— χρηματοδοτούν την Alcoa για την κατασκευή μονάδας γαλλίου που υπολογίζεται ότι θα καλύπτει το 10% της παγκόσμιας ζήτησης. Η αμερικανική EXIM Bank προσφέρει δισεκατομμύρια για έργα κρίσιμων υλικών, δείχνοντας πως η Ουάσιγκτον θεωρεί το γάλλιο όχι απλώς βιομηχανικό αγαθό, αλλά περιουσιακό στοιχείο εθνικής ασφάλειας.
Εν τω μεταξύ, η Κίνα εξακολουθεί να διατηρεί το τεχνολογικό προβάδισμα. Όπως αναφέρει η Euractiv, μελέτη του CSIS αποκαλύπτει ότι το Πεκίνο όχι μόνο παράγει το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου γαλλίου, αλλά κατέχει και τις πιο αποδοτικές τεχνολογίες εξαγωγής — συγκεκριμένα τις ρητινώδεις μεθόδους ανάκτησης που παραμένουν απρόσιτες στη Δύση. Το αποτέλεσμα είναι ότι η Κίνα μπορεί να επιβάλλει τις παγκόσμιες συνθήκες αγοράς σχεδόν μονομερώς.
Το CSIS προειδοποιεί ότι «η αγορά από μόνη της δεν θα μειώσει την κινεζική κυριαρχία», καλώντας τις δυτικές οικονομίες να επενδύσουν σε διύλιση, ανακύκλωση και στρατηγικά αποθέματα. Το CRMA υιοθετεί την ίδια γραμμή: το γάλλιο μπορεί να έχει μικρή αγορά, αλλά η στρατηγική του αξία είναι τεράστια.
Οι ευρωπαϊκές τρωτότητες και το στενό χρονικό παράθυρο
Η Ευρώπη, παρά τις φιλόδοξες στοχεύσεις του CRMA, κινείται πιο αργά. Σύμφωνα με τη Euractiv, οι περισσότερες εγκρίσεις είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο και το χρηματοδοτικό πλαίσιο του CRMA πάσχει, καθώς δεν δημιουργεί νέα ευρωπαϊκά κονδύλια αλλά βασίζεται σε υπάρχοντα προγράμματα — τα περισσότερα ακατάλληλα για έργα εξόρυξης και διύλισης.
Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Κοινοβουλευτικής Έρευνας επισημαίνει ότι η ΕΕ χρειάζεται πάνω από 10 δισ. ευρώ μόνο για γεωλογική εξερεύνηση μέχρι το 2030, ποσό πολύ μεγαλύτερο από τις διαθέσιμες πηγές. Το Jacques Delors Centre προειδοποιεί ότι χωρίς γρήγορη κινητοποίηση, η Ευρώπη κινδυνεύει να μείνει πίσω όχι μόνο στον τομέα των κρίσιμων ορυκτών, αλλά και στους κεντρικούς στόχους καθαρής ενέργειας και βιομηχανικής ανθεκτικότητας.
Στο μεταξύ, η προσωρινή χαλάρωση της Κίνας προς τις ΗΠΑ δεν πρέπει να θεωρείται σημάδι σταθερότητας: όπως σημειώνει η Euractiv, οι ροές μπορούν να διακοπούν μέσα σε μια μέρα, αφήνοντας την Ευρώπη εκτεθειμένη.
Μπορεί η Ευρώπη να μετατρέψει τη φιλοδοξία σε παραγωγική ισχύ;
Η προσπάθεια για αυτονομία απαιτεί δεκάδες έργα σε εξόρυξη, διύλιση, ανακύκλωση και στρατηγικές υποδομές. Ο Στεφανίδης της Metlen τόνισε ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία πρέπει να παραμείνει ανθεκτική «απέναντι σε κάθε αντίξοη συνθήκη της αγοράς», ενώ υπογράμμισε πως οι κρίσιμες αλυσίδες αξίας δεν μπορεί πλέον να εξαρτώνται από εξωτερικούς παράγοντες.
Η Metlen, με το πρώτο εργοστάσιο γαλλίου στην ήπειρο, γίνεται σύμβολο αυτής της νέας στρατηγικής πορείας. Όμως, όπως προειδοποιεί η Euractiv, το έργο αποτελεί ταυτόχρονα υπόσχεση και υπενθύμιση: η Ευρώπη πρέπει να κινηθεί πολύ πιο γρήγορα αν θέλει να πρωταγωνιστήσει στον επόμενο βιομηχανικό κύκλο — και όχι απλώς να τον παρακολουθεί από το περιθώριο.