Σε μια περίοδο όπου το πρόταγμα είναι η περισσότερη πράσινη ενέργεια αλλά και η προώθηση έργων αποθήκευσης, μια εύλογη απορία που γεννάται έχει να κάνει με το γιατί, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, συνεχίζουν να αναπτύσσονται επενδυτικά σχέδια για μονάδες φυσικού αερίου προς ηλεκτροπαραγωγή, όταν, δε, το ΕΣΕΚ προβλέπει μείωση στην κατανάλωση του μεταβατικού καυσίμου.
Στο φόντο αυτό, κυβερνητικές πηγές παραπέμπουν σε τρεις άξονες, που δίνουν την απάντηση στον εύλογο προβληματισμό. Ο πρώτος έχει να κάνει με την ευστάθεια του εγχώριου συστήματος, που ναι μεν γίνεται όλο και πιο πράσινο, αλλά παραμένει με έντονη “στοχαστικότητα” καθώς τα συστήματα αποθήκευσης δεν δίνουν επαρκή λύση ακόμη, ο δεύτερος έχει να κάνει με την “απροθυμία” των βαλκάνιων γειτόνων να επενδύσουν σε μονάδες φυσικού αερίου δίνοντας χώρο στην Ελλάδα, όπως αναφέρεται, για να καταστεί έτι πιο ισχυρός πόλος παραγωγής ρεύματος και ο τρίτος συνδέεται με την διασφάλιση διαθέσιμης ισχύος με τον πιο οικονομικό για το κρατικό ταμείο τρόπο, όταν πλέον δε θα χρειάζονται όλες οι θερμικές μονάδες να είναι στην “πρίζα”.
Όπως αναφέρεται σήμερα στη χώρα έχουν ισχυρή παρουσία στην παραγωγή ρεύματος από φυσικό αέριο, 2 εταιρείες ΔΕΗ και Metlen, ενώ μικρότερο αποτύπωμα έχουν η ΗΡΩΝ (ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) και η Elpedison και η Motor Oil. Όμως ήδη δρομολογούνται νέες μονάδες που θα καταστήσουν τη χωρία των 2 εταιρειών (ΔΕΗ και Metlen) πιο διευρυμένη με την παρουσία 2 και πλέον ισχυρών “παικτών”. Έτσι, αναμένεται η ισχυροποίηση των ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Motor Oil αλλά και ΔΕΠΑ μέσα από τα επενδυτικά πλάνα που ήδη υλοποιούνται ή αναμένεται να ξεκινήσουν.
Ήδη, η πλέον σύγχρονη μονάδα των Motor Oil και ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στην Κομοτηνή είναι δοκιμαστική λειτουργία και αναμένεται να μπει σε εμπορική λειτουργία εντός του δεύτερου εξαμήνου του έτους. Σε αυτή αναμένεται να προστεθεί ανάλογη των ΔΕΗ-ΔΕΠΑ Εμπορίας στην Αλεξανδρούπολη που βρίσκεται υπό κατασκευή και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026. Παράλληλα, όπως ανέφερε και χθες σε ανακοίνωσή της η ΔΕΠΑ, προωθείται η νέα μονάδα συνδυασμένου κύκλου στη Λάρισα, με καθαρή ισχύ 792 MW και προϋπολογισμό 600 εκατ. ευρώ, που όπως τονίζεται, “αποτελεί μια από τις πλέον σημαντικές ενεργειακές επενδύσεις των τελευταίων ετών στην Ελλάδα. Η ΔΕΠΑ Εμπορίας συμμετέχει ως στρατηγικός εταίρος, ενισχύοντας τον ρόλο της στην ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, καθώς και στην επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης.
Η μονάδα, που αποτελεί απότοκο της σύμπραξης της Ισραληνικής Clavenia Capital, της Volton και της Sirec Energy, “θα συμβάλει ουσιαστικά στη βελτιστοποίηση του ενεργειακού μείγματος, την ενίσχυση του ανταγωνισμούκαι τη μείωση των τιμών για καταναλωτές και επιχειρήσεις, ενώ αναβαθμίζει τη Θεσσαλία σε κρίσιμο ενεργειακό κόμβο με ευρύτερες προοπτικές ανάπτυξης.”
Η επένδυση υλοποιείται από την εταιρεία ΛΑΡΙΣΑ ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ Μ.Α.Ε., η οποία μέχρι την είσοδο της ΔΕΠΑ στο μετοχικό της κεφάλαιο, ανήκε κατά 100% στην Clavenia Ltd. Η συμμετοχή της ΔΕΠΑ Εμπορίας ανέρχεται στο 35%, με κεντρικό ρόλο στη διοίκηση της εταιρείας με τον ορισμό του Προέδρου του ΔΣ και του ΓενικούΔιευθυντή της. Η ΔΕΠΑ μέσω SLA θα αναλάβει την διαχείριση της παραγόμενης ενέργειας (energymanagement) ενώ επιπλέον, θα προμηθεύει το σύνολο των αναγκών της μονάδας σε καύσιμο φυσικό αέριο σε όρους αγοράς.
Οι προαναφερθείσες μονάδες αναμένεται να προσθέσουν μια ισχύ στο σύστημα εθνικής παραγωγής που θα φτάνει κοντά 2,5 GW στο σύστημα. Να σημειωθεί ότι η στην εξίσωση θα πρέπει να προστεθεί η μονάδα της Metlen στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας, ισχύος 826 MW με 63% θερμική απόδοση. Έτσι η συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της Metlen υπερβαίνει τα 2.000 MW.
Όλη αυτή η ισχύς κρίνεται απαραίτητη, με βάση πηγές του ΥΠΕΝ, μια και η στοχαστικότητα των ΑΠΕ είναι έντονη, ειδικά το καλοκαίρι, οπότε και οι ανάγκες λόγω καιρού και τουρισμού, μεγάλες. Όπως αναφέρεται τα φωτοβολταϊκά, ανάλογα με τον καιρό, μπορεί να δώσουν ισχύ, με βάση σημερινά δεδομένα, από 3 έως 42 Γιγαβατώρες. Τα δε, αιολικά από 3 έως 75 GWh, ενώ ο μέσος όρος της ημερήσιας κατανάλωσης είναι οι 150 GWh.
Παράλληλα ενισχυτικά των αποφάσεων επενδυτών για χτίσιμο εργοστασίων είναι ότι στην ευρύτερη περιοχή, πέραν της αναβάθμισης του Κοσλοντούι, δεν αναπτύσσονται μονάδες βάσης, δηλαδή αυτές που “βρέξει - χιονίσει” δίνουν ρεύμα, με φυσικό αέριο, κι έτσι παρουσιάζεται, όπως αναφέρεται, μια ευκαιρία για τη χώρα να αναβαθμίσει τον ενεργειακό της ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, με δεδομένες και τις ανάγκες ένεκα Ουκρανίας.
Τέλος προσμετράται και το ότι στη “ζυγαριά” των επόμενων ετών θα παίξει ρόλο το πόσο πολλές εναλλακτικές θα έχει το κράτος για να αποζημιώσει μονάδες, μέσα την αγορά διαθέσιμης ισχύος, αλλά με έντονα ανταγωνιστικές διαδικασίες. Αυτό μπορεί να γίνεται με αποζημιώσεις με συμβάσεις επί της διαφοράς ή με στρατηγικές εφεδρείες, σχήματα όμως που είναι υπό διαμόρφωση.