Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αναμένεται να ξεπεράσουν τον άνθρακα και να γίνουν η κορυφαία πηγή ηλεκτροπαραγωγής παγκοσμίως «το αργότερο έως το 2026», σύμφωνα με νέες προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA).
Η άνοδος αυτή οφείλεται κυρίως στην εκρηκτική ανάπτυξη της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας, οι οποίες ξεπέρασαν τις 4.000 τεραβατώρες (TWh) το 2024 και αναμένεται να ξεπεράσουν τις 6.000 TWh έως το 2026.
Παρά τις πολιτικές επιθέσεις που δέχονται οι ΑΠΕ, αιολικά και φωτοβολταϊκά θα καλύψουν πάνω από το 90% της αύξησης της παγκόσμιας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2026, σύμφωνα με τον IEA. Μικρή συμβολή θα έχει και η υδροηλεκτρική ενέργεια.
Παράλληλα, με την πυρηνική και τη μονάδες φυσικού αερίου να φτάνουν σε ιστορικά υψηλά, η παραγωγή από άνθρακα αναμένεται να μειωθεί –κυρίως λόγω της πτώσης σε Κίνα και ΕΕ– γεγονός που θα οδηγήσει και σε μείωση των εκπομπών από τον ενεργειακό τομέα.
Ο IEA εκτιμά ότι η πρωτιά των ΑΠΕ μπορεί να έρθει ακόμη και μέσα στο 2025, αν οι καιρικές συνθήκες ευνοήσουν την παραγωγή από αιολικά και υδροηλεκτρικά. Σε κάθε περίπτωση, έως το 2026 η μετάβαση θα έχει ολοκληρωθεί: οι ΑΠΕ θα αντιστοιχούν στο 36% της παγκόσμιας ηλεκτροπαραγωγής, έναντι 32% του άνθρακα – το χαμηλότερο ποσοστό του καυσίμου εδώ και έναν αιώνα.
Το μερίδιο της αιολικής και ηλιακής ενέργειας στη συνολική παραγωγή ηλεκτρισμού αυξήθηκε από μόλις 1% το 2005 και 4% το 2015, σε 15% το 2024, θα φτάσει το 17% το 2025 και σχεδόν το 20% το 2026.
Η μείωση της χρήσης άνθρακα θα προκύψει από πτώση σε Κίνα και ΕΕ, που θα αντισταθμιστεί μόνο εν μέρει από αυξήσεις σε ΗΠΑ, Ινδία και άλλες ασιατικές χώρες. Ο IEA αποδίδει την πτώση του άνθρακα στη «συνεχή ανάπτυξη των ΑΠΕ και στη μεγαλύτερη στροφή από άνθρακα σε αέριο σε πολλές περιοχές». Η παραγωγή με φυσικό αέριο αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,3% φέτος και το 2026.
Στην πυρηνική ενέργεια, η νέα ιστορική επίδοση θα προέλθει από επανεκκινήσεις εργοστασίων στην Ιαπωνία, «ισχυρή» παραγωγή σε Γαλλία και ΗΠΑ, αλλά και νέους αντιδραστήρες σε Κίνα, Ινδία και Νότια Κορέα.
Η μετάβαση προς αιολικά και φωτοβολταϊκά γίνεται παρά το γεγονός ότι η παγκόσμια ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται να αυξηθεί πολύ ταχύτερα τα επόμενα δύο χρόνια –κατά 3,3% και 3,7% αντίστοιχα– σε σύγκριση με τον μέσο όρο 2,6% της περιόδου 2015-2023.
Η νέα ζήτηση προέρχεται από τη βιομηχανία, τις οικιακές συσκευές, τη μεγαλύτερη χρήση κλιματιστικών, τη συνεχιζόμενη ηλεκτροκίνηση στη θέρμανση και τις μεταφορές, καθώς και την ταχεία επέκταση των data centers.