«Ειλημμένη και μη αναστρέψιμη» χαρακτήρισε την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οριστική απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ, ταυτόχρονα, επισήμανε ότι η Ελλάδα «χτίζει» στρατηγική σχέση σε βάθος με τις ΗΠΑ, η οποία έχει και ενεργειακά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά.
Μιλώντας στο Greek Economic Summit του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου, Γιάννη Σαρακάκη, ο πρωθυπουργός ανέλυσε την ενεργειακή στρατηγική της κυβέρνησης επισημαίνοντας ότι «οι πρόσφατες εξελίξεις δικαίωσαν απόλυτα την πολιτική μας».
«Η Ελλάδα -τόνισε- μετατρέπεται από, θα έλεγα, έναν περιφερειακό παίκτη στον ενεργειακό χάρτη σε πρωταγωνιστή ως διαμετακομιστικό κέντρο ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Και οι συμφωνίες οι οποίες υπεγράφησαν με την αμερικανική πλευρά -να καλωσορίσω και να ευχαριστήσω και την κυρία πρέσβειρα για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε σε αυτή την προσπάθεια- καταδεικνύουν ακριβώς ότι η Ελλάδα μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, να αξιοποιήσει τη γεωγραφική της θέση αλλά και τις υποδομές της, τις οποίες δρομολογεί και τις οποίες μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω.
Η Ελλάδα έχει μια ενεργειακή στρατηγική διαφοροποίησης των ενεργειακών της πηγών: πρωταγωνίστρια στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με σημαντική περαιτέρω δυναμική, πρωταγωνίστρια σε έργα αποθήκευσης ενέργειας, πρωταγωνίστρια ως προς την αξιοποίηση του φυσικού αερίου ως μεταβατικού καυσίμου -είναι κάτι το οποίο θα το χρειαστούμε για τις επόμενες δεκαετίες.
Και τώρα πια, και μια χώρα η οποία ξεκινάει και ενεργές, πραγματικές γεωτρήσεις για να εξετάσει αν ενδεχόμενα κοιτάσματα φυσικού αερίου είναι αξιοποιήσιμα. Και σε αυτή την περίπτωση που ενδεχομένως θα είναι, θα συζητάμε για μια πολύ διαφορετική πορεία της ελληνικής οικονομίας», σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στο ενδιαφέρον ενεργειακών κολοσσών για τα ελληνικά δυνητικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων υπογραμμίζοντας:
«Είναι αρκετά προφανές ότι όταν αμερικανικοί κολοσσοί ενδιαφέρονται για την αξιοποίηση δυνητικών κοιτασμάτων εντός της ευρύτερης ελληνικής επικράτειας, εντός υδάτων, θαλασσών όπου η Ελλάδα ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα, ότι αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό, διότι έτσι ασκεί κανείς έμπρακτα την κυριαρχία του και τα κυριαρχικά του δικαιώματα. Όχι στα λόγια, στην πράξη», επισήμανε και συνέχισε:
«Και εδώ δεν συζητάμε μόνο για την Exxon, η οποία θα προχωρήσει σε μια ερευνητική γεώτρηση εντός των επόμενων 18 μηνών, άρα είναι κάτι το οποίο είναι πολύ άμεσο, συζητάμε προφανώς και για την παρουσία και της Exxon και της Chevron νοτίως της Κρήτης. Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνονται έμπρακτα, όχι στα λόγια, τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως της Κρήτης. Οπότε αυτό, νομίζω, είναι πολύ προφανές ότι έχει τη δική του σημασία, η οποία δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη επεξήγηση».
«Οριστική απεξάρτηση από το ρωσικό ΦΑ – Θα ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τις σχέσεις με ΗΠΑ»
Ερωτηθείς για την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οριστική απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ο πρωθυπουργός είπε με έμφαση ότι «είναι ειλημμένη και μη αναστρέψιμη» και επισήμανε όσον αφορά τη στρατηγική της κυβέρνησης για το φυσικό αέριο:
«Θέλω να θυμίσω ότι η χώρα πήρε μία απόφαση δραστική το 2019, ακολουθώντας μία πορεία η οποία σε έναν βαθμό είχε ήδη προδιαγραφεί, να απεξαρτηθεί πρακτικά πλήρως από τον λιγνίτη, με την επιχειρηματολογία ότι το καύσιμο ήταν και ρυπογόνο, ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, και εξαιρετικά ακριβό, λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές των δικαιωμάτων ρύπων του θερμοκηπίου.
Η χώρα θα χρειαστεί -όχι μόνο η Ελλάδα- μεταβατικό καύσιμο. Το μεταβατικό καύσιμο είναι το φυσικό αέριο. Θα ήταν πολύ καλύτερα από το να εισάγουμε φυσικό αέριο να βρούμε το δικό μας. Μακάρι να γίνει αυτό και θα άλλαζε, θα ήταν, να το πω στα αγγλικά, πραγματικό game changer αυτό εάν συνέβαινε.
Γιατί θέλω να θυμίσω ότι με αφορμή την ενεργειακή κρίση μετά τον Covid, πληρώναμε περίπου 1 δισεκατομμύριο για εισαγωγές φυσικού αερίου, ξαφνικά φτάσαμε να πληρώνουμε 7 δισεκατομμύρια για εισαγωγές φυσικού αερίου. Όπως καταλαβαίνετε, και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών οι εισαγωγές ενέργειας έχουν πολύ μεγάλη σημασία.
Άρα, η Ελλάδα θέλει φυσικό αέριο, θέλει διαφοροποιημένες πηγές φυσικού αερίου και χτίζουμε μία στρατηγική σχέση σε βάθος με τις ΗΠΑ, η οποία έχει και ενεργειακά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά.
Η Ελλάδα νομίζω ότι μπορεί -και τα έχει καταφέρει μέχρι στιγμής- να ισορροπεί ανάμεσα στο γεγονός ότι είμαστε μία χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρωτεργάτης, θα έλεγα, πια, εξελίξεων για να γίνει η Ευρώπη πιο ανταγωνιστική, προστατεύοντας ταυτόχρονα τη στρατηγική μας σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία, όπως βλέπετε, τέμνει τις κυβερνήσεις και τα κόμματα και την οποία έχουμε καταφέρει να αξιοποιήσουμε προς όφελος μας με τρόπο πολύ ουσιαστικό.
Διότι δεν είναι μόνο οι σημαντικές ενεργειακές συμφωνίες, που νομίζω ότι πράγματι τις αντιλήφθηκε σωστά η ελληνική κοινωνία ως μια σημαντική αναβάθμιση της χώρας μας.
Άρα, η σχέση αυτή με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια στρατηγική σχέση με γεωπολιτικό, οικονομικό, ενεργειακό αποτύπωμα, την οποία η κυβέρνηση μας και η κυβέρνηση του Προέδρου Trump έχει όλη τη διάθεση να καλλιεργήσει και να ενισχύσει ακόμα περισσότερο», διαβεβαίωσε.