Η ενεργειακή ασφάλεια και αυτονομία, η μετάβαση στην απανθρακοποίηση και ο ρόλος της Ανατολικής Μεσογείου στην ευρωπαϊκή στρατηγική συζητήθηκαν στο πλαίσιο του 4ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών στις Βρυξέλλες.
Ο κ. Tomas Anker Christensen, Ανώτερος Σύμβουλος του Ευρωπαίου Επιτρόπου για την Ενέργεια και τη Στέγαση, Dan Jørgensen, περιέγραψε το ενεργειακό τοπίο της ΕΕ ως «μία περίπλοκη διαδικασία ισορροπίας». Όπως σημείωσε, η Ευρώπη καλείται «να διασφαλίσει την επάρκεια της ενέργειας, να αφήσει εκτός τη Ρωσία, να αποτρέψει την εκτόξευση των τιμών και ταυτόχρονα να προχωρήσει στην απανθρακοποίηση». Αναφέρθηκε στη σημερινή συμφωνία των ΗΠΑ με την Ελλάδα, καθώς επίσης στη συνεργασία της ΕΕ με το Αζερμπαϊτζάν.
Οι «δυναμικές της περιοχής έχουν αλλάξει» λόγω της στάσης της Μόσχας, αλλά η ΕΕ εργάζεται «για τη μείωση των εντάσεων και την αύξηση των εναλλακτικών». Επεσήμανε ότι βραχυπρόθεσμα το κενό από το ρωσικό φυσικό αέριο θα καλυφθεί από «το αμερικανικό LNG και άλλες πηγές», αλλά προειδοποιεί πως «η Ευρώπη πρέπει να γίνει πιο γρήγορη στην προώθηση των εναλλακτικών λύσεων». Στάθηκε επίσης στην ανάγκη καλύτερης ενεργειακής διασύνδεσης Βορρά–Νότου, λέγοντας ότι «το υψηλότερο κόστος ενέργειας στον ευρωπαϊκό Νότο οφείλεται στις καθυστερήσεις μεταφοράς από την κεντρική Ευρώπη».
Ο κ. Geoffrey Pyatt, Πρώην Υφυπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, σημείωσε ότι «η ενέργεια έχει μπει στο επίκεντρο της γεωπολιτικής για όλες τις χώρες». Όπως είπε, πρόκειται για τομέα όπου «η μικρότερη επένδυση αξίζει δισεκατομμύρια δολάρια και οι αποφάσεις έχουν προοπτική δεκαετιών». Εξήρε την πρόοδο της Ευρώπης στην απεξάρτηση από τη Ρωσία και «την επιτυχία της Ελλάδας στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας». Επεσήμανε ότι «παρά το δόγμα Τραμπ “drill baby drill”, η αγορά είναι αυτή που λαμβάνει αποφάσεις στις ΗΠΑ», ενώ οι δύο πλευρές του Ατλαντικού «έχουν όλο και μεγαλύτερη αλληλεξάρτηση στον ενεργειακό τομέα».
«Η μάχη για τη σταθερότητα και την ασφάλεια της ενέργειας είναι κρίσιμη και αυτό είναι απόλυτα αντιληπτό στην αμερικανική διοίκηση», πρόσθεσε. Χαρακτήρισε τον East Med «εξαιρετικής σημασίας». Τέλος δήλωσε αισιόδοξος, σημειώνοντας πως «οι αντίπαλοι δεν βρίσκονται στην ΕΕ ή στην Ουάσιγκτον, αλλά στο Πεκίνο».
Ο κ. Θεόδωρος Τζούρος, Executive General Manager, Chief of Corporate and Investment Banking στην Τράπεζα Πειραιώς, υπογράμμισε ότι, παρά τα βήματα απεξάρτησης από τη Ρωσία, «το 45% του φυσικού αερίου που εισάγεται στην Ελλάδα εξακολουθεί να προέρχεται από τη Ρωσία». Αναφέρθηκε στη «ραγδαία αύξηση εισαγωγών LNG από τις ΗΠΑ» και στον κομβικό ρόλο της Ρεβυθούσας, επισημαίνοντας το έντονο αμερικανικό ενδιαφέρον για επενδύσεις στην ελληνική ενεργειακή αγορά. «Η Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια προσέλκυσε σημαντικές ξένες επενδύσεις και διαθέτει ιδανικό περιβάλλον για περαιτέρω ανάπτυξη», είπε, εκφράζοντας την αισιοδοξία του για «τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία».
Από την Κύπρο, ο κ. Charles Ellinas, CEO eCNHC, εξέφρασε «ικανοποίηση για την αυξανόμενη παρουσία Αμερικανών επενδυτών στην Ανατολική Μεσόγειο», αναφερόμενος στις συμφωνίες με τις Chevron και ExxonMobil. Επεσήμανε ότι η αμερικανική διοίκηση «θα επιδιώξει την επίλυση εκκρεμοτήτων», προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα και να ενισχυθεί η ενεργειακή συνεργασία.
Κλείνοντας, ο κ. James Watson, Director General, Eurometaux, εστίασε στο ζήτημα του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, λέγοντας ότι «οι τιμές είναι εξαιρετικά υψηλές και χρειάζονται άμεσες πράξεις». Όπως τόνισε, «η Ευρώπη χρειάζεται φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια, νέες πρακτικές και πρωτοποριακές ιδέες». Αναφέρθηκε στο σχέδιο Green Pool, το οποίο «δεν έχει προχωρήσει», υπογραμμίζοντας την ανάγκη για «νέο τρόπο σκέψης και καινοτόμες λύσεις» που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της Ένωσης.
Τη συζήτηση συντόνισε ο κ. Nik Gowing, Co- Director, Think Tank Thinking the Unthinkable.