Με την ενέργεια να αποτελεί, στο φόντο και της συμφωνίας ΕΕ - ΗΠΑ για τους δασμούς τη μεγάλη πρόκληση καθώς προβλέπει μεγάλες επιβαρύνσεις στην πλευρά της ΕΕ μάλιστα εκπεφρασμένος είναι ο στόχος για εξηλεκτρισμό της οικονομίας συναντήθηκαν χθες ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος με τον Πρόεδρο του ΣΕΒ, Σπύρο Θεοδωρόπουλο εν όψει της όψει της συνεδρίασης του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής την Τρίτη 5 Αυγούστου.
Με την προετοιμασία του κυβερνητικού φακέλου για τη ΔΕΘ να εντείνεται είναι προφανές ότι καταβάλλεται προσπάθεια για τη διαμόρφωση της δέουσας ατζέντας. Άλλωστε η ΔΕΘ εκλαμβάνεται και ως μια νέα αφετηρία “φυγής προς τα μπρος” σε μια κρίσιμη, πολιτικά, συγκυρία.
Τον περασμένο Μάιο, πάντως, στην πρώτη του συνέντευξη τύπου, με αφορμή την παρουσίαση της ετήσιας έρευνας του Συνδέσμου για το επιχειρείν, ο πρόεδρος του ΣΕΒ προσπάθησε να στείλει μήνυμα για το επείγον του ζητήματος αντιμετώπισης των ενεργειακών βαρών για τις επιχειρήσεις, με δεδομένη και τα όσα πράττουν άλλες χώρες.
Μάλιστα, ο πρόεδρός του σχολίασε τα ευρήματα έρευνας της MRB, όπου καταφαίνεται ότι το ενεργειακό κόστος αναδεικνύεται ως κυρίαρχο πρόβλημα για τις επιχειρήσεις, ενώ ακολουθούν ζητήματα που στο παρελθόν βρίσκονταν στην κορυφή των ανησυχιών, όπως η φορολογία και οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές.
Σύμφωνα με την έρευνα που έχει τίτλο ο «Σφυγμός του επιχειρείν» και πραγματοποιείται από την MRB, για λογαριασμό του ΣΕΒ σε ετήσια βάση και παρουσιάστηκε χθες οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, θέτουν το ενεργειακό κόστος στην κορυφή των ανησυχιών τους. Συγκεκριμένα το 93,9% των μεσαίων επιχειρήσεων και το 78,1% των μικρών θεωρεί το ενεργειακό κόστος ως το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, ενώ ακολουθεί η φορολογία των επιχειρήσεων για το 86,8% των μεσαίων και το 82% των μικρών. Οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές στην εργασία προβληματίζουν το 85,5% των μεσαίων και το 83,8% των μικρών. Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, οι βασικές προκλήσεις είναι οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό σε ποσοστό 71,5%, η γραφειοκρατία κατά 69,6% και οι φόροι και ασφαλιστικές εισφορές στην εργασία κατά 68,9%.
«Το θέμα του ενεργειακού κόστους δεν είναι κάτι απλό και δεν είναι κάτι που αντιμετωπίζεται εντός των ελληνικών συνόρων» δήλωσε «Δεν αποφασίζουμε εδώ στην Ελλάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι ο ΣΕΒ αναγνωρίζει πως στην Ελλάδα έχουμε πολύ υψηλό κόστος ενέργειας και έχει υποβάλει σχετικές προτάσεις στην κυβέρνηση. Υπενθύμισε ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αναλάβει πρωτοβουλία υποβάλλοντας προτάσεις στις Βρυξέλλες αλλά δυστυχώς όπως είπε, η προσπάθεια δεν καρποφόρησε.
Προτάσεις
Με βάση, πάντως, πηγές του ΣΕΒ, η ΕΕ έχει αφήσει τα κράτη μέλη να βρουν τρόπους με εθνικούς πόρους, για να στηρίξουν τη βιομηχανία. Τέτοιο πακέτο μέτρων όπως αυτό της Βουλγαρίας, όπου η κυβέρνηση της οποίας επιδοτεί το κόστος της ενέργειας για τις επιχειρήσεις όταν αυτό ξεπερνάει τα 90 ευρώ/MWh, θα μπορούσε, με βάση πηγές του ΣΕΒ, να είναι μια λύση για την άμβλυνση των επιπτώσεων του υψηλού ενεργειακού κόστους για τις επιχειρήσεις. Υπενθυμίζεται ότι στο “τραπέζι” είναι και Νέα “σήμα” για δομικές παρεμβάσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στέλνουν παράγοντες της βιομηχανίας υπογραμμίζοντας τη σημασία υιοθέτησης ενός σχήματος αποσύνδεσης των τιμών του ρεύματος, που παράγουν οι ΑΠΕ, από το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Σημειώνουν, ότι έτσι θα καταστεί δυνατό να περάσουν στην αγορά τα οφέλη που προκύπτουν από το φτηνό πράσινο ρεύμα. Εναλλακτικά, εφόσον δεν παρθούν ρυθμιστικά μέτρα, η επιβίωση των επιχειρήσεων θα τεθεί σε κίνδυνο.
Συγκεκριμένα, σε μελέτη της Compass Lexecon που συντάχθηκε για λογαριασμό της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, που εκπροσωπεί τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, (ΕΒΙΚΕΝ), σημειώνεται ότι απαιτούνται διαρθρωτικές αλλαγές, όπως η μετάβαση από το gross pool στο net pool. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να περνάει όλη η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια υποχρεωτικά μέσα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας όπως συμβαίνει σήμερα.
Με στόχο ένα ανταγωνιστικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, γίνεται, χαρακτηριστικά, λόγος και στις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται, ώστε οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά να μειωθούν στο επίπεδο μιας ευνομούμενης ευρωπαϊκής αγοράς.
Στη μελέτη, μάλιστα, μεταξύ άλλων, προτάσσεται το “Ιταλικό μοντέλ﨔, ως η πλέον ενδεδειγμένη λύση για τις ελληνικές βιομηχανίες. Κάτι ανάλογο, όπως αναφέρεται, εφαρμόζεται στην Γαλλία, Βέλγιο, ενώ σχεδιάζεται να εφαρμοστεί στη Βουλγαρία και Γερμανία.
Με βάση τη μελέτη πρέπει να μην περνάει υποχρεωτικά όλη η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια, μέσα από το χρηματιστήριο, αλλά μέρος της, να διοχετεύεται στην αγορά και δη στη βιομηχανία, μέσα από έναν κρατικό φορέα με ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ των μεγάλων βιομηχανικών καταναλωτών και των σταθμών παραγωγής ΑΠΕ.
Οι θέσεις του ΣΒΕ
Τη θέση για δομικές παρεμβάσεις στην αγορά ανέδειξε και στην αρχή του καλοκαιριού, σε εκδήλωση του ΙΕΝΕ και του ΣΒΕ, στη Θεσσαλονίκη και η πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Λουκία Σαράντη, σημειώνοντας πως ο Σύνδεσμος, χωρίς ουσιαστική ανταπόκριση από το κράτος, επί χρόνια επιχειρεί να θέσει σε θεσμική βάση τον διάλογο με το αρμόδιο υπουργείο για ζητήματα που επηρεάζουν την ενεργοβόρο βιομηχανία, όπως το υψηλό κόστος ενέργειας, οι αδυναμίες στα δίκτυα, οι περιορισμένες υποδομές, αλλά και το κόστος του ανθρακικού αποτυπώματος και της πράσινης μετάβασης. Όλα αυτά συνιστούν σοβαρούς παράγοντες υπονόμευσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής μεταποίησης.
Στην ίδια εκδήλωση και ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων ζήτησε την ενίσχυση της βιομηχανίας, σύμφωνα με το ιταλικό μοντέλο, μέσω στήριξης που θα παρέχεται από τον ΔΑΠΕΕΠ, με τις ωφελούμενες βιομηχανίες να αναλαμβάνουν την υποχρέωση να κατασκευάσουν μονάδες ΑΠΕ διπλάσιας δυναμικότητας ώστε στα επόμενα 20 χρόνια, να επιστρέψουν ίση ποσότητα ενέργειας, στην ίδια τιμή. Να σημειωθεί ότι η ιταλική βιομηχανία παίρνει ηλεκτρική ενέργεια στα 65 ευρώ/MWh, πριν καν κοινοποιηθεί το μέτρο στην Κομισιόν, ενώ στην ίδια κατεύθυνση, με ενισχυτικές παρεμβάσεις κινείται και η Γερμανία. Στον αντίποδα, η ελληνική βιομηχανία πληρώνει 125 ευρώ /MWh (μαζί με το κόστος εξισορρόπησης), όταν η βουλγαρική βιομηχανία πληρώνει 111ευρώ/MWh.
O κ. Κοντολέων πρόσθεσε ότι η ΕΒΙΚΕΝ έχει καταθέσει αίτημα στο ΥΠΕΝ για να προτεραιοποιηθεί η κοινοποίηση στην Ε.Ε. του ελληνικού μηχανισμού αποζημίωσης της ευέλικτης ζήτησης (non fossil flexibility) προσφέροντας υπηρεσίες διακοπτόμενου φορτίου κατά τις ώρες που το σύστημα έχει ανάγκη, μέσω της συμμετοχής στην αγορά εξισορρόπησης. Ωστόσο, η διαδικασία κοινοποίησης καθυστερεί, ανεξήγητα. Η ΕΒΙΚΕΝ ζητάει ο μηχανισμός αυτός να εγκριθεί πριν η κυβέρνηση κοινοποιήσει τον μηχανισμό αποζημίωσης των θερμικών μονάδων (Capacity Remuneration CRM) για τις μονάδες αερίου.
Και ο ο καθ. Παντελής Μπίσκας, τόνισε ότι το κόστος ενέργειας για τη βιομηχανία μπορεί να μειωθεί με την αξιοποίηση των ΑΠΕ, εάν αντιμετωπιστεί το γνωστό έλλειμα στην αποθήκευση. Όμως μέχρι σήμερα έχουν γίνει μόλις τρεις διαγωνισμοί για BESS, με πολύ χρονοβόρες διαδικασίες. Έτσι, δεν έχουμε ούτε 1ΚW αποθήκευσης, όταν πριν ένα μήνα, είχαμε περικοπές 7,3 GW με αποτέλεσμα να κόβεται περίπου το 80%-90% της παραγωγή ΑΠΕ.
Ο κ. Μπίσκας προέβλεψε ότι θα υπάρχουν περικοπές στη λειτουργία των φωτοβολταϊκών σταθμών ως και το 2030. Θα υπάρχουν μονάδες αποθήκευση αλλά και πάλι δεν θα αξιοποιούμε το πλήρες δυναμικό έγχυσης της χώρας. Έχουμε φθηνή ενέργεια από ΑΠΕ, πολύ φθηνότερη απ’ ότι με τη χρήση φυσικού αερίου. Το ενεργειακό μείγμα στη χώρα θα μπορούσε να φθηνύνει πολύ, με τη χρήση και μπαταριών για αποθήκευση, δίνοντας παράλληλα επικουρικές υπηρεσίες. «Στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας υπάρχει ένας προστατευτισμός, όμως πρέπει να υπάρξει προστατευτισμός και σε ό,τι αφορά την κατανάλωση, θέμα που πρέπει να απασχολήσει το Υπουργείο γιατί πρέπει να προστατευθούν όχι μόνο οι μονάδες παραγωγής ενέργειας, αλλά και οι βιομηχανίες που καταναλώνουν ενέργεια».
Ο Ευθύμης Κωνσταντόπουλος, πρόεδρος Ομάδας Εργασίας «Βιομηχανίας» του ΣΒΕ, επισήμανε πως το κόστος ενέργειας στο α’ τετράμηνο του 2025 αυξήθηκε κατά 40% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, ενώ αναμένεται περαιτέρω αύξηση μέσα στο καλοκαίρι. Στην ενεργοβόρο βιομηχανία το κόστος ενέργειας είναι στο 10% του συνολικού κόστους και πολλές εταιρείες, που δεν μπορούν να μετακυλήσουν την αύξηση στο κόστος, να εμφανίζουν συρρικνωμένα κέρδη ή ζημίες. Οπότε συρρικνώνονται τα κέρδη τους ή θα έχουν ζημίες.
«Αν αποτελεί προτεραιότητα το κόστος ενέργειας για τη βιομηχανία, τότε θα πρέπει θα φτάσει η φθηνή πράσινη ενέργεια των ΑΠΕ, στη βιομηχανία. Θα πρέπει οπωσδήποτε να αναβαθμιστεί η κατάσταση των δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος και να αυξηθεί η χωρητικότητά τους», τόνισε ο κ. Κωνσταντόπουλος. Ο δρ. Χριστόφορος Ανέστης Ζούμας, Επιτελικός Διευθυντής Λειτουργιών Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας, επισήμανε ότι η τιμή του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, δεν είναι η τιμή που πωλείται η ενέργεια στην αγορά. Επίσης, δεν υπάρχει ομοιόμορφο target model σε όλη την Ευρώπη. Το target model δεν συνεπάγεται ότι οι τιμές ενέργειας στην Ελλάδα, θα γίνουν ίδιες με της Νορβηγίας.
«Τώρα έχουμε έξι αγορές, οι τέσσερις λειτουργούν από το Χρηματιστήριο Ενέργειας, κάτι που συνεπάγεται περισσότερες επιλογές για τους συμμετέχοντες. Μπροστά μας έχουμε μία επιλογή, την αποθήκευση της ενέργειας από ΑΠΕ. Τώρα έχουμε κανιβαλισμό τιμών και κανιβαλισμό ποσοτήτων, λόγω της απουσίας αποθήκευσης σε μπαταρίες». «Χωρίς επικουρικές υπηρεσίες δεν μπορεί να λειτουργήσει με ασφάλεια το σύστημα. Οι ΑΠΕ πρέπει να παίξουν ενεργά το ρόλο τους με την παροχή και υπηρεσιών εξισορρόπησης», πρόσθεσε ο κ. Ζούμας.
Ο κ. Ανδρέας Πετροπουλέας, Πρόεδρος Επιτροπής Ηλεκτρισμού ΙΕΝΕ, επισήμανε ότι η ελληνική αγορά ενέργειας είναι κομμάτι του «ευρωπαϊκού δάσους στην ενέργεια». «Η Ευρώπη έχει τεράστιο πρόβλημα με το κόστος ενέργειας και πρέπει να το λύσει πριν είναι αργά, για να αποφύγει την αποβιομηχάνιση καθώς ήδη πολλές βιομηχανίες θέλουν να φύγουν από την Ε.Ε. Το 45% των γερμανικών ενεργοβόρων επιχειρήσεων, θέλει να μετεγκατασταθεί, επειδή στην Ευρώπη, η βιομηχανία δεν είναι ανταγωνιστική». «Η ελληνική αγορά είναι η πιο φθηνή στα Βαλκάνια, αλλά η ενεργοβόρος βιομηχανία χρειάζεται τη στήριξη της κυβέρνησης», κατέληξε ο κ. Πετροπουλέας. Στη συζήτηση που ακολούθησε επισημάνθηκε ότι η αλλαγή του ενεργειακού μείγματος της Ν.Α. Ευρώπης, που θα απαιτεί και νέες διασυνδέσεις, θα έχει τεράστιο κόστος το οποίο, πιθανότατα, δε θα θέλουν να μοιραστούν οι χώρες της βόρειας Ευρώπης.
Πυρά της Αντιπολίτευσης
Στο μεταξύ η Αντιπολίτευση σηκώνει τους τόνους για το θέμα. “Οι αιτίες της ακρίβειας στην Ελλάδα – πολύ πανω απ’ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο – πρέπει να αναζητηθούν μεταξύ άλλων και στο υψηλότατο – πολύ πάνω απ’ τον μέσο όρο – ενεργειακό κόστος. Κι εδώ οι αιτίες είναι αφενός ενδογενείς, αφετέρου εξωγενείς. Και για τις δύο η Κυβέρνηση έχει επιδείξει εγκληματική αδράνεια” αναφέρει σε άρθρο του στο “Ποντίκι” ο Ευρωβουλευτης του ΣΥΡΙΖΑ Νικόλας Φαραντούρης που αναφέρει ότι “ως προς τις ενδογενείς αιτίες Ενδογενείς είναι οι στρεβλώσεις στην ελληνική αγορά, η ολιγοπωλειακή διάρθρωση και τα καρτέλ. Τι έχει κάνει η Κυβέρνηση για αυτό; Απολύτως τίποτα.”
Συμπληρώνει, δε, ότι ως προς τις “τις εξωγενείς αιτίες, κι εδώ η κυβερνητική ολιγωρία (ή σκόπιμη αποστασιοποίηση) είναι κραυγαλέα.
Όπως η περίπτωση των ευρωπαϊκών διαχειριστών μεταφορας ηλεκτρικής ενέγειας που η Κυβέρνηση αποφεύγει (γιατί άραγε;) να αναδείξει στην ΕΕ.”
Ο κ. Φαραντούρης επαναφέρει το θέμα που έχει αναδείξει η ΕΒΙΚΕΝ με σχετική μελέτη και επιστολή στην ΕΕ για το θέμα των Διαχειριστών.
Η Αυστρία
“Πρόσφατα κατέθεσα ως μέλος των επιτροπών Προϋπολογισμού και Περιβάλλοντος ερώτηση στην Κομισιόν για τη δράση των εθνικών διαχειριστών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας όπως τoυ αυστριακού που επηρεάζουν σημαντικά τις τιμές στην Νοτιοανατολική Ευρώπη. Σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 8 του Κανονισμού 2019/943, οι διαχειριστές συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας οφείλουν να διασφαλίζουν ελάχιστα επίπεδα διαθέσιμης δυναμικότητας και δεν επιτρέπεται να περιορίζουν τον διαθέσιμο όγκο της δυναμικότητας διασύνδεσης ως μέσο επίλυσης της συμφόρησης εντός της δικής τους ζώνης προσφοράς. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η χορήγηση παρεκκλίσεων για λόγους διατήρησης της ασφάλειας λειτουργίας του συστήματος, αποφεύγοντας όμως διακρίσεις μεταξύ εσωτερικών και διαζωνικών ανταλλαγών (παρ. 9 του ίδιου άρθρου).
Ωστόσο, ο Αυστριακός Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς (APG) έχει λάβει έξι συνεχόμενες παρεκκλίσεις, παραμένοντας ουσιαστικά εκτός των ανωτέρω απαιτήσεων. Επομένως, με την συνεχόμενη χορήγηση παρεκκλίσεων, η κατ’ εξαίρεση αυτή δυνατότητα καθίσταται μια παγιωμένη κατάσταση, επηρεάζοντας σημαντικά τον όγκο της δυναμικότητας που παρέχεται σε λοιπά συμμετέχοντα κράτη στην αγορά ενέργειας.
Αυτό, με την σειρά του, επηρεάζει το επίπεδο των τιμών, δημιουργώντας μεγάλες διαφορές στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στις αγορές της επόμενης ημέρας μεταξύ της Νοτιοανατολικής και της Κεντρικής Ευρώπης, πλήττοντας σημαντικά τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και τις βιομηχανίες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Με βάση τα παραπάνω ζήτησα την παρέμβαση της Επιτροπής για την αδικαιολόγητη χορήγηση συναπτών παρεκκλίσεων στην APG, δεδομένων και των συνεπειών τους στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ζήτησα επίσης απ’ την Επιτροπή να συνεργαστεί με τον συντονιστή των ευρωπαϊκών Ρυθμισικών Αρχών Ενλεργειας ACER, ώστε να τερματιστούν φαινόμενα κατάχρησης της δυνατότητας παρέκκλισης.
Και το εύλογο ερώτημα είναι: Γιατί η Κυβέρνηση έχει παραιτηθεί από οποιαδήποτε προσπάθεια καταπολέμησης των αιτιών για τις υψηλές τιμές ενέργειας, είτε ενδογενείς είτε εξωγενείς; Γιατί στις πρωτοβουλίες, οχλήσεις, προειδοποιήσεις, ενημερώσεις μας η Κυβέρνηση επιλέγει τον ολισθηρό και επιζήμιο για τη χώρα, την οικονομία, τους καταναλωτές και την επιχειρηματικότητα, δρόμο της παραίτησης;” καταλήγει ο Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.