Μενού Ροή
mitsotakis jorgensen
Η δύσκολη ελληνική απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο - Φόβοι για εκτίναξη των τιμών του ρεύματος

Με το μισό, σχεδόν, των εισαγωγών φυσικού της χώρας να καλύπτεται από τη Ρωσία και με νωπή τη συμφωνία ΔΕΠΑ Εμπορίας - Gazprom  για τις τιμές προμήθειας και τις εκκρεμότητες από το χθες η ανάδειξη του θέματος πλήρους απεξάρτησης από τη Μόσχα, από τον αρμόδιο Επίτροπο, στην Αθήνα στο πλαίσιο της Συνόδου της Ενεργειακής Κοινότητας, δημιουργεί προβληματισμό. Ειδικά όταν οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας παραμένουν ψηλά, με δεδομένες και τις ελλειμματικές υποδομές σε δίκτυα, αποθήκευση, που συνδυαστικά με τον τρόπο τιμολόγησης του ρεύματος, οδηγούν σε ανοδική τάση. 

Χαρακτηριστική η αναφορά του αρμόδιου Επιτρόπου για την Ενέργεια και τη Στέγαση, κ. Dan Jorgensen στο Ζάππειο στο περιθώριο της Συνόδου.

“Θα ήθελα να αφιερώσω λίγα λεπτά να μιλήσω για την κατάσταση στην Ουκρανία και για το τι κάνουμε για να στηρίξουμε τους φίλους μας εκεί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι απόλυτα αφοσιωμένη στο να στέκεται στο πλευρό της Ουκρανίας. Πιστεύουμε ότι αυτός ο παράνομος, βίαιος πόλεμος που εξαπέλυσε ο Πούτιν κατά της Ουκρανίας είναι ντροπή. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η Ρωσία στοχεύει την ενεργειακή υποδομή της Ουκρανίας. Όταν το κάνει αυτό, δεν πλήττει απλώς εργοστάσια και καλώδια – πλήττει τις ζωές απλών οικογενειών. Γι’ αυτό και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε την Ουκρανία να αποκαταστήσει τις ζημιές και να διαμορφώσει ένα ενεργειακό σύστημα που να είναι ανθεκτικό. Από τον Φεβρουάριο του 2022, βρισκόμαστε σε διαδικασία απεξάρτησης από τα ρωσικά καύσιμα – κυρίως από το φυσικό αέριο, αλλά και από τον άνθρακα και το πετρέλαιο. Το 2022, το 51% του άνθρακα που εισάγαμε στην Ε.Ε. προερχόταν από τη Ρωσία. Σήμερα, το ποσοστό είναι 0%. Το πετρέλαιο ήταν στο 27%, σήμερα είναι 3%. Το φυσικό αέριο ήταν στο 45%, σήμερα είναι 13%. Αλλά ακόμη και το 13% είναι υπερβολικό.

Στέλνουμε, λοιπόν, ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τη Ρωσία: αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Δεν θα επιτρέψουμε πλέον στη Ρωσία να εκβιάζει τα κράτη-μέλη μας. Δεν θα επιτρέψουμε να εργαλειοποιείται η ενέργεια εις βάρος μας. Δεν θα συμβάλουμε – ούτε έμμεσα – στη χρηματοδότηση του πολεμικού ταμείου της Ρωσίας. Γι’ αυτό και αποφασίσαμε να προχωρήσουμε σε απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου. Έχω ήδη καταθέσει τις σχετικές προτάσεις και τώρα βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω την ελληνική κυβέρνηση για την ακλόνητη υποστήριξή της στα ζητήματα αυτά. Τώρα, επιστρέφοντας στο κύριο θέμα της σημερινής μας συνάντησης, όπως είπε και ο Υπουργός, είμαι βέβαιος ότι θα σημειώσουμε πρόοδο. Είχαμε μια πολύ καλή συζήτηση το πρωί. Όλες οι χώρες που εκπροσωπούνται εδώ βρίσκονται σε τροχιά μεταρρυθμίσεων – για την απανθρακοποίηση, για την εξορθολογισμένη λειτουργία των αγορών, για τη μείωση των τιμών προς όφελος των καταναλωτών τους και για την αμοιβαία στήριξη σε αυτή τη διαδρομή. Η διασύνδεση είναι το σημαντικότερο εργαλείο για να επιτύχουμε τους στόχους αυτούς. Με αυτά τα λόγια, Σταύρο, αγαπητέ μου φίλε, σε ευχαριστώ θερμά για τη φιλοξενία”.

Ωστόσο για την Ελλάδα οι επισημάνσεις αυτές δημιουργούν προβληματισμό σε σχέση με τη ρότα που θα πάρει η ΕΕ και το πώς θα αντικαταστήσει τη Ρωσικό αέριο. Ο προβληματισμός έγκειται στο ύψος των τιμών από τις εναλλακτικές διόδους, το ενδεχόμενο λαθροχειριών στην προέλευση των προμηθειών, όπως συμβαίνει στο πετρέλαιο σήμερα,  με αναμείξεις και ‘βαφτίσια”, που τελικά ευνοούν μεσάζοντες όπως πχ η Τουρκία, αλλά και πιθανές νομικές εκκρεμότητες από ακυρώσεις συμφωνιών κτλ.

Να σημειωθεί, πάντως, ότι πολλοί παράγοντες της χώρας, όπως ο Ευάγγελος Μυτιληναίος έχουν κατακρίνει έντονα το σχεδιασμό αυτό της Επιτροπής, που τελικά, όπως αναφέρεται, οδηγεί σε αδιέξοδα την οικονομία.

Τα δίκτυα

Άλλος ένας πονοκέφαλος, πάντως, έχει να κάνει με τις κρίσιμες επενδύσεις στα δίκτυα, που είναι απαραίτητες για να μειωθούν οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ. Όπως, πάντως, είπε  ο Επίτροπος Ενέργειας και Στέγασης, Dan Jørgensen, κατά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου, το Φθινόπωρο θα παρουσιαστεί νέο σχέδιο της Κομισιόν για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών δικτύων, το οποίο χαρακτήρισε «απαραίτητο» για την υλοποίηση επενδύσεων.

Όπως είπε η Επιτροπή, είναι αποφασισμένη να συμβάλλει στη μείωση των τιμών και το πιο αποτελεσματικό που μπορεί να γίνει είναι η διευκόλυνση των διασυνδέσεων. Άλλωστε η πρόταση της Επιτροπής για τον προϋπολογισμό της Ένωσης της περιόδου 2028 -2034 προβλέπει αύξηση των διαθέσιμων ποσών για τα δίκτυα κατά πέντε φορές. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο κ. Jørgensen «στο τρέχον Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο έχουμε διαθέσει λίγο κάτω από 6 δις. ευρώ, και στο επόμενο προτείνουμε να διαθέσουμε λίγο κάτω από 30, 29 δισ. ευρώ.

Εξάλλου και το Connecting Europe Facility (CEF) που χρηματοδοτεί διασυνοριακά έργα αυξάνεται κατά 140% έναντι της τρέχουσας περιόδου και συγκεκριμένα διαμορφώνεται σε 81,4 δισ ευρώ, έναντι 33,7 δισ ευρώ του σημερινού προϋπολογισμού του.

Ο κ. Μητσοτάκης καλωσόρισε την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για την προτεραιότητα που αποδίδει η Κομισιόν στις πανευρωπαϊκές διασυνδέσεις και τα ηλεκτρικά δίκτυα, ζήτημα που – όπως υπενθύμισε – έχει θέσει επανειλημμένα, μεταξύ άλλων και με επιστολή του προς την Πρόεδρο της Επιτροπής.

Ο πρωθυπουργός στάθηκε ιδιαίτερα στις ανεπαρκείς διασυνδέσεις και τις δυσλειτουργίες του μοντέλου-στόχου (target model), οι οποίες, όπως είπε, έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή υψηλών τιμών στους πολίτες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. «Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα πρωτοπορεί στην πράσινη μετάβαση, εξακολουθούμε να έχουμε υψηλότερες τιμές από πολλές ευρωπαϊκές χώρες», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι «κάτι δεν λειτουργεί σωστά» στην ενιαία αγορά ηλεκτρισμού της ΕΕ.

Στην κατεύθυνση αυτή, ο κ. Jørgensen ευχαρίστησε την ελληνική κυβέρνηση για την πρότασή της να δημιουργηθεί ειδική ομάδα εργασίας (task force) για την αγορά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, η οποία, όπως ανέφερε, θα εξετάσει προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Επιπλέον ο Επίτροπος σημείωσε τους τρεις βασικούς στόχους της ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης που είναι:

  • Να μειωθούν οι τιμές, τόσο για τις επιχειρήσεις που δυσκολεύονται, όσο και για τους πολίτες.
  • Η ενεργειακή ανεξαρτησία και η απαλλαγή από την εξάρτηση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια, ιδίως από το Η απανθρακοποίηση, καθώς η κλιματική αλλαγή επηρεάζει ήδη και προκαλεί σοβαρά προβλήματα σε πολλά κράτη μέλη.
Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας