Μενού Ροή
Καμπανάκια και μηνύματα για τους μηχανισμούς ισχύος της ΕΕ - Προτάσεις για την Ελλάδα

Σε μια περίοδο που η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ σταθμίζει δεδομένα και είναι σε μια “βάσανο” αποφάσεων για την αγορά, έχοντας δώσει μια εντύπωση ότι προωθεί έναν τρόπο στήριξης των ΜΔΕΙ προς όφελος και των μονάδων αερίου  κινδύνους αλλά και προτάσεις για τη βέλτιστη αξιοποίηση των Μηχανισμών Διασφάλισης Επάρκειας Ισχύος (ΜΔΕΙ) καταθέτει σε ανάλυσή του το The Green Tank. Σημειώνει ότι η ενεργειακή κρίση, μεταξύ άλλων, επανέφερε σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ τη συζήτηση για τους Μηχανισμούς Διασφάλισης Επάρκειας Ισχύος (ΜΔΕΙ), μια μορφή κρατικών ενισχύσεων που πληρώνουν οι καταναλωτές σε μονάδες παροχής ισχύος, είτε αυτές αφορούν καθαρές τεχνολογίες (π.χ. αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, απόκριση ζήτησης, ΑΠΕ), είτε μονάδες καύσης ορυκτών καυσίμων, είτε πυρηνικές μονάδες.

Μάλιστα, το Green Tank αναλύει τις προβλέψεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τους μηχανισμούς ισχύος, καταγράφει τις τεχνολογίες που επιλέγουν να στηρίξουν οι χώρες της Ευρώπης και εξετάζει πώς αυτές οι επιλογές επηρεάζουν το κόστος για τους καταναλωτές.

Η ιστορία

Στην Ελλάδα, όπως αναφέρεται,  δεν υπάρχει κάποιος ΜΔΕΙ σε ισχύ. Ωστόσο, την περίοδο 2006-2014 λειτούργησε ένας τέτοιος μηχανισμός που εφαρμόστηκε μέσω των λεγόμενων αποδεικτικών διαθεσιμότητας ισχύος (ΑΔΙ). Τα ΑΔΙ εκδίδονταν από τους παραγωγούς οι οποίοι αποζημιώνονταν ανά μονάδα ισχύος με μια τιμή που αποφάσιζε η ΡΑΕ. 

Το κόστος αυτό μετακυλίονταν τελικά στους καταναλωτές μέσω των χρεώσεων προμήθειας. Εκτιμάται ότι για όλη την περίοδο 2006-2014, οι επιδοτήσεις έφτασαν τα €3.8 δις, εκ των οποίων τα €2.9 δις ενίσχυσαν μονάδες ορυκτών καυσίμων, ενώ τα υπόλοιπα δόθηκαν σε υδροηλεκτρικές μονάδες. 

Σε συνέχεια του μηχανισμού αυτού, το 2016, εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή  ο Μεταβατικός Μηχανισμός Αποζημίωσης Ευελιξίας, με στόχο τη διασφάλιση της ταχείας αυξομείωσης των κατανεμόμενων μονάδων (λιγνίτης, αέριο, υδροηλεκτρικά).

Παρά τη διαχρονική κυριαρχία των μονάδων φυσικού αερίου στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς ισχύος, οι τελευταίες δημοπρασίες σε έξι χώρες της Ε.Ε. καταδεικνύουν μια σταδιακή στροφή στη στήριξη καθαρών και ευέλικτων λύσεων, όπως οι μπαταρίες, οι ΑΠΕ, οι διασυνδέσεις και η απόκριση ζήτησης, καθώς το ύψος των αμοιβών που κατευθύνονται σε αυτές τις τεχνολογίες φτάνει αθροιστικά τα €24,6 δισ., στοιχείο που αναδεικνύει την αυξανόμενη σημασία τους στη νέα αρχιτεκτονική της αγοράς ηλεκτρισμού.

Οι Μηχανισμοί Διασφάλισης Επάρκειας Ισχύος ΜΔΕΙ έχουν στόχο να διασφαλίσουν την επάρκεια ισχύος για την κάλυψη της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια. Παράλληλα όμως, και σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, θα πρέπει να σχεδιάζονται σε συμφωνία με τους κλιματικούς στόχους, ώστε να εξασφαλίζεται η απανθρακοποίηση του τομέα ηλεκτροπαραγωγής. 

Η “μερίδα του λέοντος”

 Οι Μηχανισμοί Διασφάλισης Επάρκειας Ισχύος (ΜΔΕΙ) αποτελούν μορφή κρατικής ενίσχυσης, μέσω της οποίας οι ιδιοκτήτες μονάδων ηλεκτροπαραγωγής αμείβονται όχι μόνο για την παραγωγή ενέργειας, αλλά και για τη διαθεσιμότητα ισχύος – δηλαδή για την ικανότητα να παρέμβουν όποτε χρειαστεί ώστε να διασφαλίζεται η επάρκεια του συστήματος, ακόμη και σε συνθήκες αιχμής ή κρίσης. Όλες οι τεχνολογίες μπορούν να συμμετάσχουν σε τέτοιους μηχανισμούς, από μονάδες φυσικού αερίου μέχρι μπαταρίες, συστήματα απόκρισης ζήτησης ή διασυνδέσεις.

Ωστόσο, η μερίδα του λέοντος των ενισχύσεων εξακολουθεί να κατευθύνεται στις μονάδες ορυκτού αερίου. Την περίοδο 2015–2024, σχεδόν το 50% των συνολικών αμοιβών ύψους €90 δισ. δόθηκαν σε τέτοιες μονάδες (€43,5 δισ.), καθιστώντας τις κυρίαρχες στις σχετικές δημοπρασίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η ανάλυση της ισχύουσας νομοθεσίας και των παραδειγμάτων από άλλες χώρες της Ευρώπης που έκανε το the Green tank καταδεικνύει την ανάγκη για έναν νέο μηχανισμό ισχύος πρέπει πρώτα από όλα να αποδειχθεί βάσει μελέτης επάρκειας ισχύος που εκπονείται σύμφωνα με συγκεκριμένη μεθοδολογία. Δείχνει ότι η ελαχιστοποίηση του κόστους για τους τελικούς καταναλωτές πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα των κρατών μελών όταν σχεδιάζουν μηχανισμούς ισχύος.

Κίνδυνοι 

Όπως αναφέρεται, η ισχύς των μονάδων αερίου που πιθανόν να στηριχθεί μέσω ενός ΜΔΕΙ χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και εξέταση των ειδικών συνθηκών της κάθε χώρας. Αν είναι μεγαλύτερη της απολύτως απαραίτητης ισχύος για την κάλυψη των αιχμών ζήτησης, θα υπάρξει δυσανάλογη οικονομική επιβάρυνση για τους καταναλωτές λόγω του επιπλέον κόστους του ΜΔΕΙ. Στην περίπτωση δε, που οι υποστηριζόμενες μέσω ΜΔΕΙ μονάδες αερίου μετέχουν και στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, το κόστος θα αυξηθεί περαιτέρω, μέσω της αύξησης τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην χονδρεμπορική αγορά, καθώς αυτές κατά τεκμήριο καθορίζονται καθημερινά από την ακριβότερη μονάδα αερίου. 

Επιπλέον, πιθανές υπερβάσεις στην ηλεκτροπαραγωγή από αέριο θέτουν σε κίνδυνο τους κλιματικούς στόχους. Στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι χαρακτηριστικό ότι εξαιτίας της πολύ αυξημένης ηλεκτροπαραγωγής από αέριο το 2024, οι εκπομπές του τομέα ξεπέρασαν αυτές του 2023 φτάνοντας τους 15.6 Mt CO2, σχεδόν τετραπλάσιες από τον στόχο του ΕΣΕΚ για το 2030 (4 Μt)8 . Ο κίνδυνος υπερδιαστασιολόγησης ενός ΜΔΕΙ που ενισχύει μονάδες αερίου γίνεται ακόμα πιο ορατός στην περίπτωση της Ελλάδας αν ληφθούν υπόψη τα σχέδια για νέες μονάδες αερίου, επιπλέον της ισχύος που βρίσκεται σήμερα σε εμπορική λειτουργία (6 GW). 

Συγκεκριμένα, αν προστεθούν: 

α) η νέα μονάδα αερίου 877 MW που είναι σε δοκιμαστική λειτουργία9 , β) η νέα μονάδα αερίου 840 ΜW που είναι σε κατασκευή10 , γ) οι μονάδες αερίου που έχουν άδεια παραγωγής11 δ) οι δύο νέες μονάδες αερίου στη Δ. Μακεδονία (Πτολεμαΐδα 5 και Άγιος Δημήτριος ισχύος 350-500 ΜW και 100 MW αντίστοιχα) που ανακοινώθηκαν πρόσφατα ,και δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν έχει ανακοινωθεί κανένα σχέδιο απόσυρσης μονάδας αερίου, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς μονάδων αερίου στη χώρα ενδέχεται να προσεγγίσει τα 11.5 GW τα επόμενα χρόνια — σχεδόν διπλασιάζοντας τη σημερινή και υπερβαίνοντας κατά πολύ τον σχεδιασμό που αποτυπώνεται στο ΕΣΕΚ (7.9 GW μονάδων αερίου το 2030). 

Την ίδια στιγμή, ανάλυση των δεδομένων του Entso-e για την περίοδο 2019- 2024 (πρώτο εξάμηνο) έδειξε ότι η μέγιστη ισχύς θερμικών μονάδων που απαιτήθηκε για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια πέφτει διαρκώς (-27.6% σε σχέση με το 2019) και το 2024 ήταν 5.1 GW, σημαντικά χαμηλότερη από τη συνολική ισχύ των υφιστάμενων μονάδων αερίου των 6 GW. 

Μάλιστα, για ολόκληρη την περίοδο Ιανουαρίου 2023 – Ιουνίου 2024 η κάλυψη των εγχώριων αναγκών ηλεκτρικής ενέργειας δεν απαίτησε ισχύ από θερμικές μονάδες μεγαλύτερη των 6 GW ούτε για μία ώρα, ενώ τα 3.5 χρόνια μεταξύ Ιανουαρίου 2021-Ιουνίου 2024, αυτό συνέβη μόλις για μία ώρα13 . Με βάση αυτή την ανάλυση τίθεται εύλογα το ερώτημα κατά πόσο όλη αυτή η ισχύς μονάδων αερίου είναι απαραίτητη για την επάρκεια ισχύος της χώρας. Σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι δεν είναι απαραίτητη, τυχόν υποστήριξη της πλεονάζουσας ισχύος μέσω ΜΔΕΙ, θα ήταν λανθασμένη καθώς αντίκειται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία και, αν εφαρμοστεί, θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας.  

Η ευρωπαϊκή εμπειρία 

Σε ορυκτά καύσιμα και πυρηνικά τα περισσότερα χρήματα από ΜΔΕΙ στην Ευρώπη 

Στην Ευρώπη έξι χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία, Βέλγιο, Ιρλανδία) έχουν σε λειτουργία ΜΔΕΙ, όπου οι μονάδες συμμετέχουν και στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΜΔΕΙ αγοράς), ενώ τρεις (Γερμανία, Σουηδία, Φινλανδία) χώρες διαθέτουν στρατηγικά αποθέματα.  

Διαχρονικά, το μεγαλύτερο μερίδιο των αμοιβών για τους ΜΔΕΙ διοχετευόταν στα ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με την έκθεση της Aurora που εκπονήθηκε για λογαριασμό της πανευρωπαϊκής εκστρατείας Beyond Fossil Fuels, έχουν διατεθεί συνολικά στην Ευρώπη €63.7 δις σε μονάδες ορυκτών καυσίμων και πυρηνικής ενέργειας από το 2015 μέχρι το 2024. 

Όπως αναφέρεται o μεγαλύτερο μερίδιο έχει δοθεί στην στήριξη των μονάδων ορυκτού αερίου (€43.5 δις), ενώ πολύ λιγότερα σε μονάδες λιγνίτη ή λιθάνθρακα (€7.82 δις). Το μεγαλύτερο ποσοστό αμοιβών σε μονάδες αερίου το έχει δαπανήσει η Ιταλία  (82% από το σύνολο των αμοιβών στα έξι χρόνια λειτουργίας του Ιταλικού ΜΔΕΙ), ενώ το μεγαλύτερο ποσό σε μονάδες στερεών ορυκτών καυσίμων (€6 δις) έχει καταβάλλει η Πολωνία. Ένα μικρό ποσό (€1.8 δις) έχει στηρίξει άλλες τεχνολογίες υψηλής έντασης άνθρακα, όπως σταθμούς πετρελαίου ή καύσης απορριμμάτων, ενώ €10.6 δις έχουν δοθεί σε πυρηνικούς σταθμούς, σχεδόν εξ ολοκλήρου στη Γαλλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το σύνολο αυτών των πληρωμών είναι σχεδόν τριπλάσιο από το ποσό που έχει διατεθεί σε καθαρές μορφές ευελιξίας (€24.6 δις). Ωστόσο, η τάση που διαμορφώνεται σταδιακά στην Ευρώπη είναι προς τις καθαρές πηγές ευελιξίας, όπως αυτό αποτυπώνεται στις τελευταίες δημοπρασίες κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Πολωνία και την Ιταλία. 

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι μονάδες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας έχουν λάβει το δεύτερο μεγαλύτερο ποσό (€11.7 δις) μετά τις μονάδες αερίου, το οποίο καταδεικνύει όχι μόνο τη ζήτηση αλλά και την οικονομική ανταγωνιστικότητα αυτών των τεχνολογιών. Ως προς τις υπόλοιπες μορφές καθαρής ευελιξίας, ακολούθησαν οι ΑΠΕ (κυρίως μονάδες βιομάζας, βιοαερίου και υδροηλεκτρικά) με €6.3 δις, οι διασυνδέσεις με €4.4 δις και η απόκριση ζήτησης με €2.2 δις. Τέλος, για ένα ποσό της τάξης των €1.7 δις, δεν υπήρχε αρκετή πληροφορία για την τεχνολογία.  

Ενώ οι  μηχανισμοί ισχύος με τη μικρότερη οικονομική επιβάρυνση είναι τα στρατηγικά αποθέματα, όπου οι συμμετέχουσες μονάδες αποσύρονται από την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και άρα παύουν να επηρεάζουν τις τιμές.  Από τη μελέτη επίσης προξκύπτει ότι

  • Στο Ηνωμένο Βασίλειο η στήριξη σε νέα συστήματα μπαταριών το 2025, άγγιξε τα 1.8 GW, αυξημένη κατά 80% σε σχέση με την αντίστοιχη δημοπρασία του 2024. Παρόμοια τάση παρατηρήθηκε και στην απόκριση της ζήτησης (1.8 GW και αύξηση 64%), ενώ σε καμία από τις δύο δημοπρασίες δεν στηρίχθηκαν νέες μονάδες αερίου.
  • Στην Πολωνία, στην τελευταία δημοπρασία του 2024, από τα συνολικά 12 GW ισχύος που εξασφάλισαν συμβόλαια, τα 2.5 GW αντιστοιχούν σε συστήματα μπαταριών, ενώ εκτιμάται ότι περίπου 1.7 GW μονάδων ορυκτού αερίου δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν συμβόλαια λόγω υψηλότερου κόστους και χαμηλότερης ανταγωνιστικότητας.
  • Στην Ιταλία, στην τελευταία δημοπρασία του 2025, για πρώτη φορά οι μπαταρίες ανταγωνίστηκαν υφιστάμενες μονάδες αερίου. Εκτιμάται ότι εξασφάλισαν συμβόλαια 900 MW συνολικά, ενώ από τα 594 MW νέων μονάδων παροχής ισχύος που κέρδισαν στήριξη στην ίδια δημοπρασία, το 95% (564 ΜW) αντιστοιχεί σε συστήματα μπαταριών.

Προτάσεις για την Ελλάδα

Με βάση την ανάλυση, η πορεία της Ελλάδας προς την απανθρακοποίηση του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής παρουσιάζει πρόοδο. Ωστόσο, η συνέχιση της προόδου δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Η Ελλάδα έχει ήδη δαπανήσει σημαντικούς πόρους για την επιδότηση των ορυκτών καυσίμων. Είναι κρίσιμο λοιπόν, οι πολιτικές και οι μηχανισμοί που θεσπίζονται στο εξής να μην υπονομεύουν την ενεργειακή μετάβαση. Για τον λόγο αυτό, κάθε σχεδιασμός που αφορά την εισαγωγή ΜΔΕΙ οφείλει να είναι απολύτως τεκμηριωμένος αποδεικνύοντας την αναγκαιότητά του βάσει στοιχείων, να είναι συμβατός με τους στόχους του ΕΣΕΚ και να έχει το ελάχιστο δυνατό κόστος για τους καταναλωτές και την εθνική οικονομία.  

Απαραίτητη η μελέτη επάρκειας ισχύος: Καταρχάς οι ΜΔΕΙ θα πρέπει να αποτελούν έσχατο μέσο, μόνο όταν αποδεικνύεται ότι τα προβλήματα επάρκειας ισχύος δεν μπορούν να λυθούν με άρση ρυθμιστικών στρεβλώσεων. Η αναγκαιότητα ή μη ενός ΜΔΕΙ διαπιστώνεται μόνο μέσα από την εκπόνηση μελέτης επάρκειας ισχύος38. Επιπλέον, η εκπόνηση μιας τέτοιας μελέτης συμβάλει καθοριστικά στον στρατηγικό σχεδιασμό της ενεργειακής πολιτικής, όπως άλλωστε αναφέρεται και στο ΕΣΕΚ, καθώς μπορεί να διασφαλίσει την αποφυγή υπερεπενδύσεων οι οποίες θα επιβαρύνουν τους καταναλωτές και θα πλήξουν την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας. 

Τα στρατηγικά αποθέματα μπορούν να αποτελέσουν λύση: Εφόσον, μετά την ολοκλήρωση της μελέτης επάρκειας ισχύος και την άρση πιθανών στρεβλώσεων, διαπιστωθεί ανάγκη για ΜΔΕΙ, η πρώτη επιλογή θα πρέπει να είναι ένα σχήμα στρατηγικών αποθεμάτων. Οι μηχανισμοί αυτοί είναι πιο οικονομικοί και δεν επηρεάζουν τις τιμές της αγοράς. Στην περίπτωση της Ελλάδας και σύμφωνα με τα πρώτα ευρήματα της μελέτης επάρκειας ισχύος, ορισμένα ποιοτικά στοιχεία της οποίας παρουσιάστηκαν στο Power & Gas Forum39 , διαπιστώθηκε πρόβλημα οικονομικής βιωσιμότητας, κυρίως για παλαιότερες μονάδες ορυκτού αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να εξεταστεί η ένταξη ορισμένων από αυτές σε ένα σχήμα στρατηγικών αποθεμάτων, ώστε να αξιοποιούνται σε περιόδους αιχμής και έκτακτων συνθηκών. Οι ανάγκες αυτές μπορούν να περιοριστούν σημαντικά αν το σχήμα των στρατηγικών αποθεμάτων συνδυαστεί με την πρόοδο στην εγκατάσταση καθαρών μορφών ευελιξίας, όπως η αποθήκευση ενέργειας.  

Προτεραιότητα στις καθαρές μορφές ευελιξίας: Αν τεκμηριωθεί ότι τα στρατηγικά αποθέματα δεν είναι επαρκής λύση, τότε δύναται να εξεταστεί ο σχεδιασμός ενός ΜΔΕΙ αγοράς. Σε αυτή την περίπτωση, είναι απαραίτητο να δοθεί προτεραιότητα στις καθαρές μορφές ευελιξίας, καθώς πρόσφατα παραδείγματα από την Ευρώπη (Πολωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιταλία) δείχνουν ότι αυτές εξασφαλίζουν χαμηλότερες τιμές στις δημοπρασίες. Επιπλέον, παρότι οι ΜΔΕΙ έχουν ως βασικό σκοπό τη διασφάλιση της ασφάλειας εφοδιασμού και όχι την απανθρακοποίηση, οφείλουν εντούτοις να είναι πλήρως συμβατοί με τους κλιματικούς στόχους, όπως άλλωστε προβλέπεται ρητά και στη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία40. Οι στόχοι αυτοί εξυπηρετούνται, αποτελεσματικότερα μέσω της συμμετοχής καθαρών και ευέλικτων μορφών ενέργειας και όχι μέσω μονάδων ορυκτών καυσίμων. Συνεπώς, είναι κρίσιμης σημασίας να περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό η συμμετοχή ορυκτών καυσίμων σε κάθε νέο ΜΔΕΙ, να προωθηθεί η ενσωμάτωση μη-ορυκτής ευελιξίας σε όλους τους τομείς —συμπεριλαμβανομένης της βιομηχανίας— και να υιοθετηθεί μια ενιαία και ολιστική προσέγγιση στον σχεδιασμό του απαιτούμενου ΜΔΕΙ. 

Αποφυγή διπλών επιδοτήσεων: Ανεξαρτήτως των τεχνολογιών που θα συμμετέχουν σε έναν ΜΔΕΙ, πρέπει να αποφευχθούν οι διπλές επιδοτήσεις, όπως για παράδειγμα μια επιδότηση για την ισχύ μέσω ενός ΜΔΕΙ αγοράς στον οποίο μετέχουν και μονάδες ορυκτών καυσίμων και μία διακριτή για ένα άλλον ΜΔΕΙ σχεδιασμένο αποκλειστικά για υπηρεσίες ευελιξίας μη ορυκτών καυσίμων. Όπως μάλιστα σημειώνει και ο ACER41, η σύμπραξη ΜΔΕΙ και μηχανισμών ευελιξίας απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό ώστε να εξασφαλίζεται η συνοχή με τη χονδρεμπορική αγορά και να αποφεύγεται η υπερπρομήθεια, οι στρεβλώσεις και το αυξημένο κόστος για τους καταναλωτές.  

Απαραίτητη η διαφάνεια και οι ανοιχτές διαβουλεύσεις: Η διαφάνεια είναι απαραίτητη σε όλα τα στάδια του σχεδιασμού και της εφαρμογής. Από την 1η Ιουλίου 2023, οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων απαιτούν διάρκεια διαβουλεύσεων τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων για κάθε νέο μηχανισμό. Επιπλέον, η ιστορία έχει δείξει ότι η συνολική διαδικασία έγκρισης μπορεί να διαρκέσει μέχρι και δύο χρόνια, γεγονός που καθιστά ακόμα πιο σημαντική τη σωστή προετοιμασία, τη διαφάνεια και την ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις. 

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας