Να επιστρέψει η προτεραιότητα των ευρωπαικών πολιτικών στον χώρο της βιομηχανίας στην πρόσβαση σε προσιτές τιμές της ενέργειας και όχι μόνο στην απανθρακοποίηση, ζητούν με επιστολή τους προς την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντερ Λαιεν, οι ευρωπαικές εταιρείες μη σιδηρούχων μετάλλων της Ευρώπης, Eurometaux και ο πρόεδρος της Ευάγγελος Μυτιληναίος.
Στο κείμενο που προσυπρογράφουν όλες οι μεγάλες ευρωπαικές εταιρείες του χώρου, τονίζεται η προσήλωση στην απανθρακοποίηση της βιομηχανίας. Εντούτοις αναφέρεται ότι ένα πλαίσιο που επικεντρώνεται υπερβολικά σε αυτόν τον στόχο χωρίς να αντιμετωπίζει παράλληλα το θέμα της ανταγωνιστικότητας των ενεργοβόρων βιομηχανιών θα ήταν μεγάλο λάθος. Το όποιο σχέδιο και οι όποιες πολιτικές θα πρέπει να παρέχουν απτές και αποτελεσματικές λύσεις που να εγγυώνται πρόσβαση σε ανταγωνιστική ενέργεια, σε διαφορετική περίπτωση οι επενδύσεις για την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας στην Ευρώπη καθίστανται μη βιώσιμες.
Στις 25 Ιουνίου
Ενόψει της παρουσίασης του τελικού κειμένου που αναμένεται στις 25 Ιουνίου, η Eurometaux εντοπίζει μια σειρά σημείων που χρήζουν βελτίωσης. Όπως τονίζεται στην επιστολή, το βασικό προαπαιτούμενο που πρέπει να καλύπτει το νέο πλαίσιο είναι η διασφάλιση διεθνώς ανταγωνιστικού κόστους παραγωγής, κάτι που περνάει μέσα από την πρόσβαση σε ανταγωνιστικά τιμολογημένη καθαρή ενέργεια.
«Αν και είμαστε προσηλωμένοι στην απανθρακοποίηση της βιομηχανίας, εντούτοις ένας πλαίσιο που επικεντρώνεται υπερβολικά σε αυτόν τον στόχο χωρίς να αντιμετωπίζει παράλληλα το θέμα της ανταγωνιστικότητας των ενεργοβόρων βιομηχανιών θα ήταν μεγάλο λάθος», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
«Εάν το CISAF (δηλαδή τις νέες κατευθυντήριες γραμμές που κινούνται στη «γραμμή» της Καθαρής Βιομηχανικής Συμφωνίας και της Πυξίδας Ανταγωνιστικότητας της Κομισιόν) δεν παρέχει απτές και αποτελεσματικές λύσεις που να εγγυώνται πρόσβαση σε ανταγωνιστική ενέργεια, οι επενδύεις για την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας στην Ευρώπη καθίστανται μη βιώσιμες».
Περαιτέρω, οι βιομηχανίες θεωρούν ότι ορισμένες διατάξεις του προσχεδίου του CISAF που αφορούν τα σχήματα ευελιξίας (non fossil flexibility) επιβαρύνουν δυσανάλογα τους βιομηχανικούς καταναλωτές με σταθερό προφίλ κατανάλωσης που δεν έχουν ευχέρεια μετατόπισης ζήτησης, πλην όμως συνδράμουν στην ευστάθεια του δικτύου λόγω της προβλεψιμότητας των φορτίων τους.
Ακόμα πιο σημαντική έλλειψη που επισημαίνεται στην επιστολή είναι η απουσία ρυθμίσεων αντίστοιχων με αυτών που είχε το πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων TCTF (για τη στήριξη των επιχειρήσεων από τις παρενέργειες της ενεργειακής κρίσης), οι οποίες επέτρεπαν στις εθνικές κυβερνήσεις να στηρίζουν τις βιομηχανίες τους απέναντι σε ακραίες διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας. «Η αγορά ενέργειας της ΕΕ δεν έχει ακόμα σταθεροποιηθεί, με τις τιμές ηλεκτρισμού να προσεγγίζουν ακόμα και τα 900 ευρώ/MWh στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης το καλοκαίρι του 2024», τονίζεται, σε μια συγκυρία που εντείνεται η ανησυχία για «επιστροφή» του ράλι των τιμών στην περιοχή και το φετινό καλοκαίρι, καθώς τα αίτια που προκάλεσαν την περυσινή περιφερειακή μίνι-κρίση δεν έχουν εκλείψει. Τουναντίον, ορισμένοι παράγοντες (πχ οι υδροηλεκτρικές εφεδρείες) έχουν μεταβληθεί επί τα χείρω.