Σε ρυθμούς ΗΠΑ με το LNG (υγροποιημένο αέριο) να δίνει τον τόνο χορεύει από σήμερα η Ελλάδα, με την Αλεξανδρούπολη σε πρώτο πλάνο στην Υπουργική Διάσκεψη P-TEC που ξεκινά σήμερα στην Αθήνα.
Η Σύμπραξη για τη Διατλαντική Συνεργασία στην Ενέργεια (P-TEC) είναι μια πρωτοβουλία του υπουργείου Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών που ενισχύει τη διατλαντική συνεργασία για την ανθεκτικότητα των ενεργειακών συστημάτων και τον εκσυγχρονισμό των δικτύων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Στην P-TEC μέλη είναι οι χώρες: Αλβανία, Αυστρία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, Τσεχία, Εσθονία, Ευρωπαϊκή Ένωση, Γεωργία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Κόσοβο, Λετονία, Λιθουανία, Μολδαβία, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία, Σλοβακία, Σλοβενία, Ουκρανία και Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
H P-TEC διευκολύνει την τεχνική συνεργασία για την ανάπτυξη καθαρής ενέργειας, όπως ανανεώσιμες πηγές, δέσμευση άνθρακα και ενεργειακή αποδοτικότητα. Επίσης προωθεί επενδύσεις σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές, όπως δίκτυα μεταφοράς και τερματικοί σταθμοί LNG.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ενεργοποίηση του διαδρόμου μεταφοράς LNG μη ρωσικής προέλευσης από τη χώρα μας προς την Ουκρανία αναβαθμίζει τη θέση μας στον γεωπολιτικό χάρτη της Κεντρικής Ευρώπης και στα μάτια των Αμερικανών.
Στη συγκυρία αυτήν έχει μεγάλη σημασία ότι ξανάρχισε να «ρέει» αμερικανικό LNG στο FSRU της Αλεξανδρούπολης, που είχε τεθεί εκτός μάχης λόγω τεχνικού προβλήματος από τις αρχές Ιανουαρίου έως τις αρχές Αυγούστου και επανήλθε σε πλήρη λειτουργία στο τέλος Σεπτεμβρίου.
Η Αλεξανδρούπολη είναι η αιχμή του δόρατος στο σχέδιο του «Κάθετου Διαδρόμου» (Vertical Corridor), έργο κρίσιμο για Αμερικανούς και Ουκρανούς για τη μεταφορά φυσικού αερίου από την Ελλάδα προς τον Βορρά, μέχρι το Κίεβο με τη στήριξη και της Κομισιόν φυσικά.
Ο πλωτός σταθμός αποθήκευσης και αεριοποίησης, επένδυση που ξεπέρασε τα 400 εκατ. ευρώ, στην Αλεξανδρούπολη ενδυναμώνει τον στρατηγικό ρόλο της Bόρειας Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου για την ευρύτερη περιφέρεια της ΝΑ Ευρώπης.
Η υποδομή κατέχει τον ρόλο μίας εναλλακτικής πηγής εφοδιασμού της Ελλάδας και άλλων χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στην εντεινόμενη προσπάθειά τους να απεξαρτηθούν από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Φορτία από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες παραγωγούς LNG φτάνουν με δεξαμενόπλοια στο FSRU, όπου και οι ποσότητές του μεταγγίζονται σε αυτό και στη συνέχεια μέσω του ΕΣΦΑ και του IGB (ελληνοβουλγαρικός αγωγός) μεταφέρονται στις αγορές των Βαλκανίων, της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Αύξηση εξαγωγών LNG
Η πλωτή μονάδα διαθέτει τεχνολογία αιχμής, με μέγιστη δυναμικότητα επαναεριοποίησης 5,5 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ετησίως. Στα πλάνα της Gastrade (διαχειρίζεται την υποδομή) είναι να προσελκύσει ως χρήστες του πρώτου ανεξάρτητου συστήματος φυσικού αερίου εταιρείες από τον κάθετο άξονα μεταφοράς φυσικού αερίου, δηλαδή από τη Βουλγαρία, τη Σλοβακία, τη Μολδαβία και σε επόμενη φάση ακόμα και από την Ουκρανία.
Με τις επενδύσεις που τρέχει ο ΔΕΣΦΑ οι εξαγωγικές δυνατότητες του ελληνικού συστήματος θα υπερβούν τα 8,5 δισ. κυβικά μέτρα μέχρι το 2026 με το FSRU Αλεξανδρούπολης να σηκώνει το κύριο βάρος ενώ μέχρι το 2028 θα συνεισφέρει και το τέρμιναλ του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα.
Οι εξαγωγές LNG της Ελλάδας αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια, χάρη στην αναβάθμιση και την επέκταση των υποδομών φυσικού αερίου στη χώρα μέσα από έργα όπως ο αγωγός Καρπερή - Κομοτηνή, καθώς και οι Σταθμοί Συμπίεσης σε Αμπέλια, Κομοτηνή και Νέα Μεσημβρία (booster compression station), οι οποίοι θα ενισχύσουν περαιτέρω την εξαγωγική ικανότητα προς τις διεθνείς αγορές.
Τα slots της υποδομής είναι… sold out έως το 2031, δείγμα του ζωηρού ενδιαφέροντος των χρηστών που «βλέπουν» το FSRU σαν ενεργειακό κόμβο νευραλγικής σημασίας για την πρόσβαση στις αγορές της Νοτιοανατολικής και όχι μόνο Ευρώπης.
«Ψήνεται» και δεύτερο FSRU
Σε τροχιά υλοποίησης αναμένεται να μπει και το δεύτερο project της Gastrade, το FSRU Θράκης, καθώς η εταιρεία πήρε πρόσφατα το «πράσινο φως» από την Επιτροπή Αγροτικής Οικονομίας, Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης για τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου. Προ των πυλών είναι τώρα η έκδοση της περιβαλλοντικής άδειας, μετά και την ολοκλήρωση της δημόσιας διαβούλευσης.
Το έργο, που θα αποτελέσει το δεύτερο FSRU της χώρας μετά από εκείνο της Αλεξανδρούπολης, αναμένεται να καλύψει αυξημένες ανάγκες σε φυσικό αέριο τόσο της Ελλάδας όσο και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η εκτιμώμενη δυναμικότητά του φτάνει τα 3 δισ. κυβικά μέτρα τον χρόνο, τα οποία θα διοχετεύονται στους καταναλωτές μέσω του ΤΑΡ ή του εθνικού συστήματος μεταφοράς.
Ο σταθμός θα εγκατασταθεί στο Θρακικό Πέλαγος, ανοικτά του Έβρου, και θα βασίζεται σε πλωτή μονάδα αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG, με τη διασύνδεσή του να πραγματοποιείται μέσω υποθαλάσσιου και χερσαίου αγωγού.