Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στη νέα ενεργειακή πραγματικότητα της Ευρώπης. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat για τον Ιούνιο 2025, η χώρα πέτυχε εντυπωσιακή διείσδυση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), με το 67,8% της ηλεκτροπαραγωγής να προέρχεται από καθαρές πηγές. Ακόμα πιο εντυπωσιακό: η ηλιακή ενέργεια κάλυψε το 39,2% της παραγωγής, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (19,9%).
Η Ελλάδα πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο
Ενώ η Ε.Ε. συνολικά κατέγραψε 54% ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ τον Ιούνιο, η Ελλάδα βρέθηκε σχεδόν 14 ποσοστιαίες μονάδες ψηλότερα. Η επίδοση αυτή την κατατάσσει στις χώρες με την ταχύτερη ενεργειακή μετάβαση, αναδεικνύοντας το ηλιακό της δυναμικό ως στρατηγικό πλεονέκτημα.
Οι πρωταθλητές των ΑΠΕ
- Δανία: 94,7% ΑΠΕ – η απόλυτη πρωταγωνίστρια της Ευρώπης.
- Λετονία: 93,4% ΑΠΕ.
- Αυστρία: 91,8% ΑΠΕ.
- Κροατία: 89,5% ΑΠΕ.
- Πορτογαλία: 85,6% ΑΠΕ.
Η Ελλάδα δεν ανήκει ακόμα στην «κλειστή ελίτ» του 90%+, αλλά με το 67,8% βρίσκεται ξεκάθαρα πάνω από τον μέσο όρο, αφήνοντας πίσω αρκετές χώρες που δυσκολεύονται στην ενεργειακή μετάβαση.
Οι ουραγοί
Στην αντίπερα όχθη:
- Σλοβακία: μόλις 19,9% ΑΠΕ.
- Μάλτα: 21,2% ΑΠΕ.
- Τσεχία: 22,1% ΑΠΕ.
Η αντίθεση δείχνει καθαρά ότι η μετάβαση δεν προχωρά με τον ίδιο ρυθμό σε όλα τα κράτη-μέλη.
Ο ήλιος ως «εθνικό καύσιμο»
Η γεωγραφική θέση και οι χιλιάδες ώρες ηλιοφάνειας ετησίως κάνουν την Ελλάδα ιδανικό πεδίο για ανάπτυξη φωτοβολταϊκών. Η εντυπωσιακή επίδοση του Ιουνίου δείχνει ότι ο ήλιος μπορεί να λειτουργήσει ως το «νέο εθνικό καύσιμο», μειώνοντας:
- Την εξάρτηση από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα.
- Το κόστος ηλεκτρισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
- Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της χώρας.
Οι προκλήσεις μπροστά
Η επιτυχία αυτή, ωστόσο, συνοδεύεται από προκλήσεις:
- Το ηλεκτρικό δίκτυο χρειάζεται αναβάθμιση ώστε να υποδέχεται την αυξημένη παραγωγή.
- Η αποθήκευση ενέργειας (μπαταρίες, αντλησιοταμίευση) παραμένει ζητούμενο για την αξιοποίηση της ηλιακής παραγωγής και εκτός ημερήσιων ωρών.
- Οι διαδικασίες αδειοδότησης συχνά καθυστερούν επενδύσεις, ενώ οι τοπικές κοινωνίες χρειάζονται σωστή ενημέρωση και συμμετοχή.