Μενού Ροή
tsafos
Τσάφος: Το φυσικό αέριο ευθύνεται για τις ανατιμήσεις των τελευταίων ετών στο ρεύμα

Το ΥΠΕΝ προχώρησε σε μια συνολική απάντηση για το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος με αφορμή ερώτηση κυβερνητικών βουλευτών.

Όπως αναφέρει σχετικά ο υφυπουργός ΠΕΝ, Νίκος Τσάφος:

Κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, η κυβέρνηση επέβαλε έξι διακριτούς φόρους σε υπερκέρδη παραγωγών και προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και των εταιρειών διύλισης. Στο σύνολό τους, τα μέτρα αυτά έφεραν 3,1 δις € στα κρατικά ταμεία (την περίοδο 2021-2024) και επέτρεψαν στην Πολιτεία να παρέχει την αναγκαία βοήθεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσουν την πιο οξεία φάση της κρίσης.

Το πρόβλημα της ακρίβειας στην ενέργεια ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2021 με την άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου, που συμπαρέσυρε και τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Για τη χώρα μας, η οικονομική μεταβολή ήταν αιφνιδιαστική: στο παρελθόν, δαπανούσαμε περίπου 1 δις € το χρόνο για να εισάγουμε φυσικό αέριο, ενώ το 2022 λόγω συνθηκών, αναγκαστήκαμε να δώσουμε 7,4 δις € (3,5% του ΑΕΠ).

Ταυτόχρονα, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην χονδρική, από 64 €/MWh το 2019, ξεπέρασε τα 400 €/MWh τον Αύγουστο του 2022. Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια, ώστε να επανέλθουν οι τιμές για συνεχόμενους μήνες κάτω από τα 100 €/MWh, ενώ φέτος η μεσοσταθμική τιμή στο ελληνικό σύστημα κυμαίνεται στα 103 €/MWh.

Προφανώς, στην άνοδο των τιμών ενέργειας διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο η ραγδαία άνοδος στην τιμή του φυσικού αερίου, που προκλήθηκε από την απόφαση της Ρωσίας να περιορίσει τις ποσότητες φυσικού αερίου που διάθεσε στην Ευρώπη. Αυτή είναι η πρωταρχική αιτία της ενεργειακής ακρίβειας - όχι η ενεργειακή μετάβαση ούτε το χρηματιστήριο ενέργειας. Κάτι τέτοιο αποδεικνύεται και μέσα από τα ευρωπαϊκά δεδομένα: η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σχετίζεται άμεσα με τις διακυμάνσεις στην τιμή του φυσικού αερίου.

Το ενεργειακό σοκ δεν επηρέασε όλες τις χώρες με τον ίδιο τρόπο. Η χονδρική σε κάποιες χώρες διπλασιάστηκε, ενώ σε άλλες έπεσε ή ανέβηκε ελάχιστα (π.χ. Σουηδία και Φινλανδία). Η Ελλάδα το 2019 είχε μακράν την υψηλότερη τιμή χονδρικής στο ευρωπαϊκό σύστημα. Δηλαδή, πριν γίνει καν η πλήρης ενσωμάτωση του «μοντέλου στόχου» (target model) και πριν προχωρήσει η Ελλάδα στην τελευταία φάση της απολιγνιτοποίησης, η Χώρα μας είχε την υψηλότερη χονδρική τιμή στην Ευρώπη.

Σε μεγάλο βαθμό, αυτό οφείλεται στην κατάρρευση τις εγχώριας παραγωγής, η οποία υποχώρησε έναντι των εισαγωγών. Το 2019, η Ελλάδα έφτασε να εισάγει το 18% των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια, κάτι που ωθούσε τις τιμές προς τα πάνω. Παράλληλα, η ΔΕΗ, παρά τις αυξημένες τιμές χονδρικής, ήταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας, τα δίκτυα ήταν παραμελημένα και οι επενδύσεις σε ΑΠΕ, και ιδιαίτερα σε φωτοβολταϊκά, ήταν ελάχιστες. Αυτή την κατάσταση παρέλαβε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας το 2019.

 

Έκτοτε η Χώρα επένδυσε στις ΑΠΕ, επιτυγχάνοντας ένα από τα υψηλότερα ποσοστά διείσδυσης από φωτοβολταϊκά και αιολικά στον κόσμο. Οι επενδύσεις στα δίκτυα τετραπλασιάστηκαν, γεφυρώνοντας το κενό που δημιουργήθηκε τη δεκαετία της κρίσης. Η ΔΕΗ εξυγιάνθηκε και τώρα επεκτείνεται και εκτός Ελλάδος.

Το 2024, για πρώτη φορά από το 2000, η Χώρα μας έγινε καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή η μεταμόρφωση του ελληνικού συστήματος αντικατοπτρίζεται και στις τιμές. Από την ψηλότερη τιμή χονδρικής το 2019, η Ελλάδα έχει φέτος την 9η σε σειρά τιμή, συγκλίνοντας σταδιακά με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Αυτή η σαφώς βελτιωμένη εικόνα έχει άμεσο αντίκτυπο στις τιμές που πληρώνουν τα νοικοκυριά. Να σημειωθεί ότι από το 2019 έως σήμερα, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για αυτά έχει αυξηθεί κατά 47% στην ΕΕ, ενώ στη Χώρα μας η αντίστοιχη αύξηση είναι στο 39% αναλογικά δηλαδή, παραμένει μικρότερη από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα ήταν 21% κάτω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο το 1ο εξάμηνο του 2025, ενώ η χώρα μας είχε την 10η χαμηλότερη τιμή στην ΕΕ. Ακόμα και με όρους αγοραστικής δύναμης, η Ελλάδα είναι κάτω από το μέσο όρο και φθηνότερη από χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, που συχνά αναφέρονται στον δημόσιο διάλογο ως παραδείγματα προς μίμηση.

Η εικόνα είναι λίγο διαφορετική για τους μη οικιακούς καταναλωτές. Για τις περισσότερες κατηγορίες καταναλωτών, η Χώρα μας βρίσκεται κοντά ή λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Για τους πιο ενεργοβόρους χρήστες, η μέση τιμή στην Ελλάδα είναι μόλις 1% πάνω από την μέση τιμή στην ΕΕ.

Ταυτόχρονα, όμως, η Κυβέρνηση –σε αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες που επηρέασαν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής και ελληνικής οικονομίας – δεν έχει εγκαταλείψει την βιομηχανία και βρίσκεται σταθερά στο πλευρό της. Αυτά τα χρόνια έχει επιχορηγήσει τη βιομηχανική δραστηριότητα, αντισταθμίζοντας τις δυσμενείς συνέπειες της ενεργειακής κρίσης. Πλέον, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας -σε συνεργασία με την Αντιπροεδρία της Κυβέρνησης και σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- βρίσκεται στην τελική φάση επεξεργασίας του σχήματος ενίσχυσης των ενεργοβόρων βιομηχανιών.

Άλλωστε, η Πολιτεία δαπανά σημαντικούς πόρους για τη βιομηχανία, η οποία έχει μειωμένες χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων), ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας), ΕΦΚ (Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης), και ΧΧΣ (Χρεώσεις Χρήσης Συστήματος). Μαζί με την αντιστάθμιση του κόστους του διοξειδίου του άνθρακα, που έχει απορροφήσει ένα σημαντικό ποσοστό της αύξησης των τιμών από το 2019, η ελληνική βιομηχανία έχει καταφέρει να παραμείνει διεθνώς ανταγωνιστική.

Αυτό δείχνουν και τα στατιστικά για τη μεταποίηση στη χώρα μας. Την περίοδο 2019-2024, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 17% (1η στην ΕΕ), η προστιθέμενη αξία κατά 38% (3η στην ΕΕ), ενώ η παραγωγή κατά 21% (5η στην ΕΕ). Εν ολίγοις, όχι μόνο δεν διαπιστώνεται «έλλειμα ανταγωνιστικότητας», αλλά το αντίθετο: η ελληνική βιομηχανία έχει μια από τις καλύτερες επιδόσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Επιπρόσθετα, ύστερα από την σχετική πρόταση που υπέβαλε στην Πρόεδρο της Κομισιόν, κ. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον Ιανουάριο του 2025 ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, συγκροτήθηκε Task Force για την συγκράτηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο και την εξάλειψη της απόκλισης των τιμών μεταξύ Νοτιοανατολικής και Κεντρικής - Βόρειας Ευρώπης. Η ενεργοποίηση της ομάδας αυτής έπαιξε καθοριστικό ρόλο ώστε το καλοκαίρι του 2025 να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα που παρουσιάστηκαν το καλοκαίρι του 2024 όπου οι τιμές ανέβηκαν ξαφνικά στις χώρες τις Νοτιοανατολικής Ευρώπης και παρουσίασαν μεγάλη απόκλιση από την υπόλοιπη Ευρώπη.

Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μόλις παρουσίασε ένα συνεκτικό σχέδιο για τα δίκτυα («Grids Package») που δικαιώνει πλήρως την επιχειρηματολογία της Κυβέρνησης και υιοθετεί βασικές θέσεις της χώρας για να επιτευχθεί η καλύτερη σύγκλιση των αγορών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Κυβέρνηση θα συνεχίσει να επενδύει στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, επιταχύνοντας παράλληλα τις έρευνες για υδρογονάνθρακες και ενισχύοντας τις υποδομές της, για να παρέχει ενεργειακή ασφάλεια στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη. Αυτό αποδεικνύουν και οι πρόσφατες ενεργειακές συμφωνίες που υπεγράφησαν 6-7 Νοεμβρίου στην Αθήνα, στο διήμερο forum της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC), με τη συμμετοχή 25 Υπουργών Ενέργειας και υψηλόβαθμων αξιωματούχων ευρωπαϊκών χωρών, 6 Υπουργών της κυβέρνησης των ΗΠΑ και περισσότερων από 300 εκπροσώπων μεγάλων ενεργειακών και τεχνολογικών εταιρειών και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Οι συμφωνίες αυτές επιβεβαίωσαν τον καθοριστικό ρόλο της χώρας μας στη νέα διατλαντική αρχιτεκτονική και σηματοδότησαν την αναβάθμιση της γεωπολιτικής μας ισχύος. Πρόκειται για σημαντικές εξελίξεις με εθνικό πρόσημο, και γι’ αυτό τις αποτιμά θετικά η συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης.

Ο τομέας της ενέργειας παραμένει δυναμικός με συνεχείς μεταβολές και εξελίξεις που επηρεάζονται άμεσα και από τις γεωπολιτικές συνθήκες. Η Κυβέρνηση θα συνεχίσει να παίρνει πρωτοβουλίες και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση των σχετικών προκλήσεων. Στην περιφερειακή αγορά η Ελλάδα θα συνεχίσει να είναι πυλώνας ενεργειακής ασφάλειας. Όπου κριθεί αναγκαίο, είναι αυτονόητο ότι η Κυβέρνηση θα σταθεί δίπλα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όπως άλλωστε έχει κάνει αδιάλειπτα από το 2019 και μετά.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας