Το πλαίσιο της ενεργειακής πολιτικής περιέγραψε εν συντομία, χθες την τηλεοπτική του συνέντευξη στον Αντ1 ο Πρωθυπουργός κάνοντας λόγο για τη μετατροπή της χώρας σε ενεργειακό κόμβο, αλλά και για μια στρατηγική για ανταγωνιστικές τιμές ρεύματος.
Ερωτηθείς για τις τιμές ενέργειας έκανε λόγο για μια στρατηγική, που σε μεσοπρόθεσμη βάση θα οδηγήσει σε πτώση τιμών. Όπως τόνισε “έχουμε μια ενεργειακή πολιτική η οποία έχει ως μεσοπρόθεσμο στόχο να πέφτουν οι τιμές ενέργειας” και σημείωσε με αφορμή ερώτηση για την τάση των τιμών ότι αυτές δεν αυξάνονται συνέχεια και ότι τον μήνα Σεπτέμβριο ήταν μειωμένες. “Αλλά έρχεται πάλι αύξηση τον Οκτώβριο”, σχολίασε ο δημοσιογράφος Νίκος Χατζηνικολάου για να απαντήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, “Θα το δούμε αυτό. Θα το δούμε.”
Μετά και τις αναφορές της ΔΕΘ για την ανάγκη συμμετρικής πορείας χονδρικής - λιανικής, εφόσον υπάρχει “χαμηλή πτήση” τιμών στη χονδρεμπορικής αγοράς, πρωθυπουργός επανέλαβε τη σχετική προειδοποίηση στους παρόχους. Σημείωσε ότι δε θα πρέπει να αυξήσουν τα τιμολόγια λιανικής προκειμένου να μην τους επιβληθεί έκτακτη εισφορά όπως τις έχει προειδοποιήσει η κυβέρνηση. «Όποτε χρειάστηκε να φορολογήσουμε έκτακτα εταιρείες οι οποίες παρήγαγαν όντως, ως αποτέλεσμα της κρίσης, υπερκέρδη, το κάναμε, κ. Χατζηνικολάου. Το κάναμε στις εταιρείες ενέργειες και στηρίξαμε την κοινωνία. Το κάναμε για δύο χρόνια στα διυλιστήρια. Όταν δεν υπάρχει λόγος, δεν θα το κάνουμε. Διότι αυτή τη στιγμή εμείς δεν μπορούμε να φορολογούμε διαρκώς έκτακτα τις επιχειρήσεις οι οποίες παράγουν πλούτο στην πατρίδα μας…», είπε χαρακτηριστικά και προσέθεσε:
«Από τον «πατριωτικό φόρο» (σ.σ. πρόταση του κ. Αλέξη Τσίπρα) προτιμώ τις πατριωτικές φοροαπαλλαγές. Είμαι ένας φιλελεύθερος πολιτικός που πιστεύει στη μείωση των φόρων, στη δύναμη της πραγματικής οικονομίας να δημιουργεί πλούτο. Δεν μας αρέσει να αλλάζουμε τους κανόνες του παιχνιδιού. Είναι οι ίδιοι οι οποίοι μας λένε «μειώστε τους φόρους στις επιχειρήσεις», για να μας πούνε μετά, «αυξήστε τους σε κάποιες άλλες επιχειρήσεις».
Στήριξη στη βιομηχανία
Πάντως, χθες, δεν εξειδίκευσε την αναφορά που είχε κάνει στη ΔΕΘ για έναν “κουμπαρά” 200 εκατ. ευρώ προς ενεργειακή στήριξη των βιομηχανιών.
Ωστόσο στον προγραμματισμό της κυβέρνησης έχει μπει για την Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου συνεδρίαση της Διυπουργικής Επιτροπής υπό την προεδρία του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκη και την συμμετοχή των υπουργών, Εθνικής Οικονομίας Κυριάκο Πιερρακάκης, Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου. Η σύσκεψη παραπέμπει και στα ζητήματα ενέργειας, πέρα βέβαια, από τα ειδικά χωροταξικά, που είναι και αυτά στην ατζέντα.
Το “καμπανάκι”
Ηχηρό, πάντως, μήνυμα προς την κυβέρνηση έστειλε σύσσωμη η Ελληνική βιομηχανία , το καλοκαίρι που πέρασε υπογραμμίζοντας την ανάγκη άμεσης στήριξης ενός εθνικής σημασίας κλάδου. Μετά την έγκριση από την ΕΕ του νέου πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις το οποίο υποστηρίζει τη συμφωνία για καθαρή βιομηχανία (CISAF), όλοι οι βιομηχανικοί σύνδεσμοι ζήτησαν από την κυβέρνηση να κινηθεί άμεσα,τονίζοντας την κατεπείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για τη μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας που επιβαρύνει τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας.
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση των 16 συνδέσμων, πλην ΣΕΒ, “οι Ελληνικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι μεταποιητικές επιχειρήσεις έντασης ενέργειας, αντιμετωπίζουν διαχρονικά σημαντικά υψηλότερο κόστος ενέργειας, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε μειονεκτική ανταγωνιστική θέση”.
Όπως αναφέρεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθετεί πια την ίδια κατεύθυνση επισήμως, μέσω του νέου Πλαισίου για τις Κρατικές Ενισχύσεις για την «καθαρή βιομηχανία» (Clean Industrial Deal State Aid Framework). Με βάση, δε, πληροφορίες, έστω κι αν η απόφαση της Κομισιόν δεν είναι στο βέλτιστο επιθυμητό επίπεδο για πολλές βιομηχανίες, πχ μεταλλουργίες, ωστόσο δίνει μια βάση αναφοράς.
Να σημειωθεί ότι το CISAF καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν στήριξη για ορισμένες επενδύσεις και στόχους σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις. Βάσει του πλαισίου, η Επιτροπή θα εγκρίνει καθεστώτα ενισχύσεων που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη για την τόνωση της καθαρής βιομηχανίας, καθιστώντας δυνατή την ταχεία υλοποίηση των μεμονωμένων ενισχύσεων. Πλέον το “μπαλάκι” είναι στα κράτη - μέλη για να προχωρήσουν στις εξειδικεύσεις.
Πάντως, τα καθεστώτα που θα σχεδιάζουν οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εγκρίνονται από την Επιτροπή, με στόχο τη γρήγορη και στοχευμένη εφαρμογή των μέτρων σε επιμέρους τομείς ή μονάδες. Το CISAF θα ισχύει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030 και θα λειτουργήσει σε αντικατάσταση του Προσωρινού Πλαισίου Κρίσης και Μετάβασης (TCTF), το οποίο εφαρμόζεται από το 2022.
Συγκεκριμένα, με βάση την ανακοίνωση των Συνδέσμων, το νέο πλαίσιο είναι σημαντικό ότι αναγνωρίζει ότι οι υψηλές τιμές ενέργειας υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Μάλιστα, όπως αναφέρεται, “δεν εγκρίνει απλώς, αλλά, ενεργά παροτρύνει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να υιοθετήσουν μέτρα επιδότησης του ενεργειακού κόστους για τη βιομηχανία τους.”.
Έτσι, με βάση τους Συνδέσμους όλης της χώρας, εισηγείται εκπτώσεις 50%, επί της τιμής αγοράς, για το 50% της κατανάλωσης κάθε βιομηχανίας, οι οποίες μπορεί να καταλήγουν σε τιμή έως 50€/MWh. Τιμή που είναι έως και τρεις φορές χαμηλότερη από αυτήν που αντιμετωπίζουν πολλές επιχειρήσεις μεταποίησης, ειδικά στη μέση τάση.
Παράλληλα,“με δεδομένο ότι η εγχώρια αγορά ενέργειας είναι μακράν η ακριβότερη στην Ευρώπη, θεωρούμε αυτονόητο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών και αξιοποιώντας το νέο Πλαίσιο της «Καθαρής Βιομηχανικής Συμφωνίας» θα εφαρμόσει αντίστοιχα μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους και στήριξης της προσπάθειας βελτίωσης του ανθρακικού αποτυπώματος στη βιομηχανία μας.”
Να σημειωθεί ότι με βάση την Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, που έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση κοινής στάσης από τους 16 Συνδέσμους, πρόσφατα σε μελέτη, που έχει δοθεί στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προτάσσεται το “Ιταλικό μοντέλ﨔, ως η πλέον ενδεδειγμένη λύση για τις ελληνικές βιομηχανίες. Κάτι ανάλογο, όπως αναφέρεται, εφαρμόζεται στην Γαλλία, Βέλγιο, ενώ σχεδιάζεται να εφαρμοστεί στη Βουλγαρία και Γερμανία.
Με βάση τη μελέτη πρέπει να μην περνάει υποχρεωτικά όλη η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια, μέσα από το χρηματιστήριο, αλλά μέρος της, να διοχετεύεται στην αγορά και δη στη βιομηχανία, μέσα από έναν κρατικό φορέα με ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ των μεγάλων βιομηχανικών καταναλωτών και των σταθμών παραγωγής ΑΠΕ. Έτσι, στο “Ιταλικό μοντέλο” η κεντρική ιδέα είναι η θέσπιση ενός κρατικού φορέα (Low Carbon Contracting Entity), που από τη μια θα συνάπτει cfds - τα λεγόμενα Συμβόλαια Επί της Διαφοράς που είναι χρηματοοικονομικά εργαλεία με όρους στη βάση διακύμανσης τιμών- με παραγωγούς ΑΠΕ, υβριδικές ΑΠΕ με μπαταρίες, και από την άλλη θα συνάπτει ΡΡΑ με βιομηχανίες, διασφαλίζοντας, έτσι, σταθερές τιμές ενέργειας και μειώνοντας τη μεταβλητότητα του κόστους.
Συγκεκριμένα, όπως περιγράφεται, ο φορέας θα συνάπτει συμβάσεις διαφορικής προσαρμογής (CfDs) με παραγωγούς ΑΠΕ και στη συνέχεια θα διαθέτει την πράσινη ενέργεια σε βιομηχανικούς καταναλωτές μέσω PPAs. Αντίστοιχα με το ιταλικό παράδειγμα, οι βιομηχανίες θα αναλάβουν υποχρεώσεις ανάπτυξης νέων μονάδων ΑΠΕ και επιστροφής ενέργειας σε μακροχρόνιο ορίζοντα, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη βιωσιμότητα του μηχανισμού.
Στο φόντο αυτό “η διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας, ιδίως τη στιγμή που η υπόλοιπη Ευρώπη στηρίζει τη βιομηχανία της όσον αφορά το ενεργειακό κόστος (ενώ αντιμετωπίζει ούτως ή άλλως μικρότερο πρόβλημα τιμών ενέργειας), είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη, τις εξαγωγές, το εξωτερικό ισοζύγιο και εν τέλει τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας και τη διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής τονίζουν οι 16 Σύνδεσμοι και περιγράφουν πόσο σημαντική είναι η μείωση του ενεργειακού κόστους. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι:
- Παλαιότερη μελέτη του ΙΟΒΕ (σε εποχές με πολύ χαμηλότερα επίπεδα τιμών ενέργειας, αν και τότε η υψηλότερη της Ευρώπης) κατέδειξε πως μια μείωση του ενεργειακού κόστους, κατά μόλις 10% για την ενεργοβόρο βιομηχανία, θα οδηγούσε σε σημαντική αύξηση του ΑΕΠ της χώρας και δημιουργία, περίπου, 12.000 θέσεων εργασίας.
Από τον Ιούλιο του 2024 – οπότε καταγράφηκαν επίπεδα τιμών ρεύματος της τάξης των 600 -800 €/MWh – οι τιμές στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά παραμένουν τουλάχιστον 30% υψηλότερα ως προς τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλής ζήτησης, όπως το χειμώνα που μας πέρασε.
“Είναι σε όλους γνωστό ότι υφίστανται δυσλειτουργίες στην εγχώρια αγορά ενέργειας, που χρήζουν αντιμετώπισης για να μειωθεί το κόστος” υπογραμμίζουν και πάλι οι Σύνδεσμοι και σημειώνουν ότι, “ενώ τις μεσημεριανές ώρες οι ΑΠΕ περικόπτονται μαζικά και οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά συμπιέζονται, οι καταναλωτές, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, δεν βλέπουν το εν λόγω όφελος των φθηνών ΑΠΕ να περνάει σε αυτούς. Άλλοι παράγοντες κόστους, πέραν της χονδρεμπορικής αγοράς, εκτοξεύουν το τελικό κόστος, όπως η αγορά εξισορρόπησης, οι τιμές της οποίας αυξάνονται ανεξέλεγκτα, έχοντας υπερβεί τα 22€/MWh τον Απρίλιο του 2025, όταν το 2024 το μέσο κόστος ήταν 14 €/MWh και όταν στην Ιταλία, που θεωρείται η ακριβότερη αγορά στην Ευρώπη, δεν φθάνει ούτε τα 4 €/MWh. Υπάρχει δε, σοβαρός κίνδυνος να επιδεινωθεί περαιτέρω το βάρος που επωμίζονται οι καταναλωτές, στην περίπτωση που επιδοτηθούν περαιτέρω οι θερμικές μονάδες μέσω νέου μηχανισμού διαθεσιμότητας ισχύος (CRM), ενώ αμείβονται ήδη με περίπου 200εκ€ για τις υπηρεσίες διαθεσιμότητας ισχύος για ανάγκες εξισορρόπησης”
Ένα άλλο σημείο που η βιομηχανία αναδεικνύει καθώς “ναρκοθετεί” την πορεία της είναι “παρά τις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων, δεν προωθείται η κοινοποίηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μηχανισμού για την αποζημίωση της διαθεσιμότητας των ευέλικτων τεχνολογιών μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα (ζήτησης και αποθήκευσης).”
“Οι εν λόγω δυσλειτουργίες λαμβάνουν χώρα την ώρα που οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών υιοθετούν, η μια μετά την άλλη, μέτρα στήριξης της βιομηχανίας τους, με αιχμή τη μείωση του ενεργειακού κόστους που παραμένει σε όλη την Ευρώπη σημαντικά υψηλότερο από ό,τι στις ΗΠΑ και την Κίνα, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας” αναφέρουν οι Σύνδεσμοι που επισημαίνουν και πάλι, όπως προαναφέρθηκε, ότι η Ιταλία έχει σχεδιάσει μηχανισμό με τον οποίον «δανείζει», υπό ευνοϊκούς όρους, πράσινη ενέργεια στις βιομηχανίες έντασης για 3 έτη με σταθερή τιμή € 65/MWh. Αντίστοιχα μέτρα στήριξης έχουν ανακοινώσει και άλλες χώρες όπως, πρόσφατα, η Γερμανία και το Βέλγιο.”