Με έμφαση στην εξωστρέφεια και με στρατηγική επιδίωξη την ενίσχυση της αντιπροσωπευτικότητας του ελληνικού κρασιού, εγκαινιάζεται η νέα θητεία του Προεδρείου του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (ΣΕΟ), με βασικό άξονα την ανάπτυξη και διεύρυνση της εγχώριας και διεθνούς αγοράς.
Μιλώντας στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (ΣΕΟ), Στέλιος Μπουτάρης ανάφερε ότι "προτεραιότητα είναι η ενίσχυση της εξωστρέφειας, το "άνοιγμα" του ΣΕΟ προς το νέο επιχειρηματικό τοπίο που διαμορφώνεται στον κλάδο μας", επισημαίνοντας παράλληλα τη δυναμική που ήδη διαθέτει ο Σύνδεσμος, με 127 μέλη που καλύπτουν το 70% της παραγωγής, το 80% της εμπορίας και το 90% των εξαγωγών του ελληνικού κρασιού.
Ο στόχος για την επόμενη διετία είναι φιλόδοξος: Να ξεπεράσουν τα 150 μέλη και ουσιαστική να γίνει προσέγγιση των περίπου 1.600 οινοποιείων της χώρας, κυρίως μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. "Είναι σημαντικό κατά τη γνώμη μου να μην περιμένουμε να έρθουν οι άλλοι σε εμάς, αλλά όσο μπορούμε να πάμε εμείς σε αυτούς. Να "επανασυστηθούμε", να αναδείξουμε με σαφήνεια τον ρόλο μας", αναφέρει ο ίδιος.
Τονίζει ότι ο ΣΕΟ αποτελεί τη "συντεταγμένη φωνή" του ελληνικού κρασιού, έναν ανοικτό φορέα συνεργασίας και διαλόγου με την Πολιτεία, σε αγαστή συνεργασία με τους ΕΔΟΑΟ (Wine of Greece), ΚΕΟΣΟΕ, ΣΕΑΟΠ, ΣΜΟΕ, τοπικές οργανώσεις, καθώς και ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς μέσω του CEEV, της ευρωπαϊκής εκδοχής του ΣΕΟ.
Στρατηγικό marketing και ιστορική μνήμη στο επίκεντρο
Δύο είναι οι βασικοί άξονες που σκοπεύει να κινηθεί ο νέος πρόεδρος του ΣΕΟ κατά τη διάρκεια της θητείας του: την προσαρμογή στις προκλήσεις του κλάδου και την ανταπόκριση στις ανάγκες των παραγωγών.
Κεντρικό εργαλείο σε αυτό το πλαίσιο είναι η επικαιροποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου Marketing και Προώθησης του ελληνικού κρασιού, σε συνεργασία με ΕΔΟΑΟ και ΚΕΟΣΟΕ. "Ήμασταν ο πρώτος κλάδος του αγροδιατροφικού τομέα που εκπονήσαμε ένα τέτοιο εγχείρημα. Έχει έρθει η ώρα να αξιολογήσουμε, να αναθεωρήσουμε, να επανασχεδιάσουμε", σημειώνει ο κ. Μπουτάρης στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Εξίσου σημαντική είναι η ενεργοποίηση του Παρατηρητηρίου Οίνου, για την αξιόπιστη καταγραφή στοιχείων του κλάδου, αλλά και η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης. Στο πλαίσιο αυτό, υπογράφηκε πρόσφατα Μνημόνιο Συνεργασίας με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους για την προστασία και ανάδειξη της ιστορίας του ελληνικού κρασιού. Πρόκειται για ένα έργο τεράστιας πολιτιστικής αξίας για την προστασία, διαφύλαξη και ανάδειξη των αρχείων του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, αλλά και αρχείων ιστορικών οινοποιείων, δημόσιων φορέων και προσωπικοτήτων του κλάδου που αποτυπώνουν την ιστορία του ελληνικού κρασιού. "Ήταν πράγματι μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές στα 40 χρόνια που βρίσκομαι στον κλάδο", τονίζει.
Προκλήσεις και συγκρατημένη αισιοδοξία για τον τρύγο
Όσον αφορά τον εφετινό τρύγο, ο Πρόεδρος του ΣΕΟ δηλώνει ότι, παρότι είναι νωρίς για ασφαλή συμπεράσματα, η χρονιά φαίνεται λίγο καλύτερη από την περσινή. "Αναμένουμε ίδιες χαμηλές ποσότητες, ίσως λίγο μεγαλύτερες στη Βόρεια Ελλάδα, και αυξημένες τιμές. Είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι". Ωστόσο, υπενθυμίζει πως τα χρόνια προβλήματα παραμένουν, όπως είναι η έλλειψη νερού, εργατικού δυναμικού και συστηματικού σχεδιασμού.
Σε επίπεδο προκλήσεων, κάνει λόγο για "πολλές και σύνθετες" δυσκολίες, με την κλιματική αλλαγή να αποτελεί μεν μείζον ζήτημα, αλλά κυρίως ως αποκαλυπτικό μηχανισμό βαθύτερων παθογενειών. Στάσιμη πολιτική για την αναδιάρθρωση του αμπελώνα, έλλειψη κινήτρων για νέους επαγγελματίες και ακατάλληλο νομικό πλαίσιο συνθέτουν ένα δύσκολο περιβάλλον για την αμπελοκαλλιέργεια. "Σκεφτείτε ότι ο μέσος κλήρος φτάνει τα 4,5 στρέμματα. Αυτός ο κατακερματισμός πρακτικά σημαίνει αδυναμία επένδυσης, ακόμη και με μεσοσταθμική προοπτική", επισημαίνει, ενώ η γραφειοκρατία αποτελεί, όπως λέει, έναν ακόμη ανασταλτικό παράγοντα, ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις.
Σε αυτό προστίθενται και ο τεράστιος ανταγωνισμός που υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και η νέα γενιά οινόφιλων καταναλωτών που διαμορφώνουν νέες συμπεριφορές και πρότυπα που δίνουν προτεραιότητα και σε άλλες αξίες, πέραν της καθεαυτής οινικής.
Το κρασί και οι δασμοί Τράμπ
Η επιβολή δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη επηρεάσει τις εξαγωγές προς την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. "Δεν είναι μόνο η αύξηση της τιμής στο ράφι, αλλά και η ανάγκη αύξησης της ρευστότητας εκ μέρους των εισαγωγέων", αναφέρει.
Η σημασία της αμερικανικής αγοράς είναι στρατηγική, καθώς απορροφά το 19% της συνολικής αξίας εξαγωγών των ελληνικών οίνων με υψηλή μέση τιμή, η οποία ανέρχεται στα 7 ευρώ ανά λίτρο και όπως σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ "η αντικατάσταση της όποιας πτώσης του μεριδίου αυτής της αγοράς θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί από τη μια μέρα στην άλλη".
Ωστόσο, η ελληνική οινική παραγωγή στρέφει το βλέμμα της και σε άλλες δυναμικές αγορές, όπως η Μεγάλη Βρετανία -όπου σημειώνεται αύξηση εξαγωγών 35% σε αξία και κατά 11% σε όγκο την τελευταία πενταετία-, ο Καναδάς, οι Σκανδιναβικές χώρες, η Ιαπωνία και η Αυστραλία, αλλά και σε παραδοσιακές αγορές όπως η Γερμανία.
Χαρακτηρίζει επιτακτική την ανάγκη θεσμοθέτηση μιας μακροπρόθεσμης εθνικής στρατηγικής για το κρασί. "Στρατηγική, μελετημένη στήριξη της αμπελοκαλλιέργειας και του επαγγελματία αμπελουργού. Επένδυση στην καινοτομία και την έρευνα, με διασύνδεση των πανεπιστημίων και των παραγωγών", δηλώνει ο κ. Μπουτάρης, συμπληρώνοντας πως η μέση ηλικία του Έλληνα αμπελουργού είναι 58 ετών. Παράλληλα, ζητά σταθερό ρυθμιστικό και φορολογικό πλαίσιο, προστασία των γηγενών ποικιλιών και επαναξιολόγηση της οινικής νομοθεσίας.
Η επόμενη μέρα του κλάδου, όπως την οραματίζεται ο Πρόεδρος του ΣΕΟ, βασίζεται στη συλλογικότητα. "Μια βαθύτερη συνειδητοποίηση ότι μόνο μέσα από τη συλλογική δράση το ελληνικό κρασί θα γίνει διαχρονικά επίκαιρο", σημειώνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σε ό,τι αφορά το ενδιαφέρον των νέων, θεωρεί ότι υπάρχει μεν δυναμική -όπως καταδεικνύει η αύξηση των οινοποιείων- αλλά απαιτείται ρεαλιστική πολιτική στήριξη. Κάτι που όπως λέει "αν είναι βιώσιμη μπορούμε να το αξιολογήσουμε σε μια 10ετία όταν θα ξαναμετρηθούμε".
Και καταλήγει "η πολιτική προσέλκυσης νέων ανθρώπων στον πρωτογενή τομέα πρέπει να βασίζεται στον ρεαλισμό. Να προσφέρει ένα οργανωμένο πλαίσιο που θα στηρίζει, θα ενισχύει και θα δίνει ευκαιρίες στο όραμα και τη βιωσιμότητα".