Ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από την ετήσια έρευνα του Κέντρου Αειφορίας (CSE), η οποία μελέτησε πάνω από 850 ελληνικές εταιρείες, όμως επικεντρώθηκε σε 160 επιχειρήσεις οι οποίες είναι αυτές που εκδίδουν Εκθέσεις Βιώσιμης Ανάπτυξης εξετάζοντας τις πρακτικές τους σε επίπεδο βιωσιμότητας και ESG κριτηρίων.
Πρόκειται για τη 12η ετήσια έρευνα του Κέντρου Αειφορίας (CSE) για το 2025, η οποία αναδεικνύει κρίσιμα ευρήματα σχετικά με την εφαρμογή των κριτηρίων ESG στις ελληνικές επιχειρήσεις. Ένα από τα συμπεράσματα είναι πως παρά τη σημαντική πρόοδο, το 68% των ελληνικών εταιρειών που υποβάλλουν Εκθέσεις Βιωσιμότητας δεν εξασφαλίζουν εξωτερική διασφάλιση, κάτι που ενδέχεται να επηρεάσει τη διαφάνεια και την αξιοπιστία τους.
Τα αποτελέσματα της έρευνας φωτίζουν τις προκλήσεις, τις ευκαιρίες για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη στην Ελλάδα, αλλά και τις βέλτιστες πρακτικές που υιοθετούνται από τις επιχειρήσεις, παρέχοντας παράλληλα πολύτιμες πληροφορίες για την ενίσχυση της στρατηγικής ESG κριτηρίων και τη βελτίωση της βιώσιμης λειτουργίας τους.
Τα βασικά σημεία
Το 94% των εταιρειών χρησιμοποιεί το GRI (Global Reporting Initiative) για την κατάρτιση των εκθέσεών του. Το ποσοστό αυτό είναι σχετικά μικρό συγκριτικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες δεδομένου ότι οι 160 επιχειρήσεις εκπροσωπούν ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται συνολικά στην Ελλάδα.
Το 89% ευθυγραμμίζεται με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ (UN SDGs). Η επικράτηση των προτύπων GRI και SASB αναδεικνύει την τάση των ελληνικών εταιρειών να ευθυγραμμίζονται με τα πιο διαδεδομένα διεθνή πρότυπα, γεγονός που ενισχύει τη συγκρισιμότητα και τη διαφάνεια των πρακτικών τους.
Παρότι η υιοθέτηση εκθέσεων βιωσιμότητας αυξάνεται, το 68% των ελληνικών εταιρειών δεν λαμβάνει εξωτερική διασφάλιση για τις εκθέσεις του, γεγονός που επηρεάζει τη διαφάνεια και την αξιοπιστία των αναφορών.
Οι τομείς των Μεταφορών, της Βιομηχανίας (Είδη Διατροφής), της Ενέργειας βρίσκονται στην πρωτοπορία της εφαρμογής βιώσιμων πρακτικών. Η εναρμόνιση Ευρωπαϊκών πολιτικών για την Βιώσιμη Ανάπτυξης στην Ελληνική Νομοθεσία στην πλειοψηφία τους δεν λαμβάνει υπόψη την ανταγωνιστικότητα τους ενώ αυξάνει αρκετές φορές το κόστος των επιχειρήσεων. Αντίστοιχα δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί για την εφαρμογή τους και συνήθως οι πολιτικές αυτές δεν επιφέρουν τα αποτελέσματα που θα έπρεπε επιβαρύνοντας τις επιχειρήσεις.
Η σταδιακή ενσωμάτωση των απαιτήσεων του CSRD (Corporate Sustainability Reporting Directive) δείχνει ότι οι επιχειρήσεις αρχίζουν να κατανοούν την αξία της στρατηγικής βιωσιμότητας, αλλά πρέπει να αυξήσουν την ταχύτητα προσαρμογής τους.
Πιο κερδοφόρες οι εταιρείες με υψηλά ESG
Η βιωσιμότητα συνδέεται με την κερδοφορία – Οι εταιρείες με υψηλά ESG ratings είναι πιο κερδοφόρες, ειδικά στους κλάδους της βιομηχανίας και της ενέργειας. Ουραγοί οι κλάδοι του εμπορίου και των τυχερών παιχνιδιών.
Μεγάλο χάσμα μεταξύ εισηγμένων και μη εισηγμένων εταιρειών. Επίσης, διαπιστώθηκε πως οι εισηγμένες έχουν καλύτερες επιδόσεις στη βιωσιμότητα λόγω ρυθμιστικών και επενδυτικών πιέσεων.
Οι πέντε κορυφαίες εταιρείες που συνδυάζουν μεσαία και υψηλή βαθμολογία στα ESG Ratings είναι οι Metlen Energy & Metals, Lamda Development, Danaos Corporation, Τέρνα Ενεργειακή και Τιτάν Cement International S.A.
Οι κλάδοι των μεταφορών, της βιομηχανίας τροφίμων και της ενέργειας εφαρμόζουν τις περισσότερες πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης. Έλλειψη στόχων για μείωση εκπομπών – Πολλές ελληνικές εταιρείες δεν έχουν σαφή σχέδια για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα.
Υιοθέτηση Εκθέσεων Βιωσιμότητας
Οι αυτόνομες Εκθέσεις Βιώσιμης Ανάπτυξης κυριαρχούν με πλειοψηφία σε σχέση με τις εκθέσεις που είναι ενσωματωμένες στην Οικονομική Έκθεση που δηλώνει και την σημαντικότητα που έχει η δημοσιεύση τους για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι τομείς με τον μεγαλύτερο αριθμό υποβολών εκθέσεων που δείχνουν πως η βιωσιμότητα αποτελεί ήδη βασικό στοιχείο της στρατηγικής τους είναι: Υπηρεσίες Μεταφορών, Βιομηχανία (Είδη Διατροφής), Ενέργεια και Νερό.
Κορυφαίοι Κλάδοι και Εταιρείες
Οι πέντε κορυφαίες εταιρείες με τις υψηλότερες επιδόσεις σε τρία ανεξάρτητα ΕSG Ratings που συνδυάζουν και αύξηση κερδοφορίας ανήκουν στους κλάδους της Βιομηχανίας Μη Μεταλλικών Ορυκτών και της Ενέργειας & Υδάτινων πόρων. Ουραγοί κλάδοι που δεν έχουν υιοθετήσει ακόμη ευρέως τα ESG κριτήρια είναι το λιανικό εμπόριο και τα τυχερά παιχνίδια και μπορούν να αντλήσουν διδάγματα από τους κορυφαίους κλάδους.
Τομείς βελτίωσης
Η έρευνα του Κέντρου Αειφορίας (CSE( λειτουργεί όχι μόνο ως δείκτης κατεύθυνσης για τις βέλτιστες πρακτικές στη βιώσιμη ανάπτυξη, αλλά και ως ένα πολύτιμο εργαλείο που υποστηρίζει τις επιχειρήσεις στην ενίσχυση της στρατηγικής τους στα ESG.
Να σημειωθεί ότι το Κέντρο Αειφορίας (CSE) κλείνει το 2025 είκοσι χρόνια υπεύθυνης λειτουργίας στην Ελλάδα από όπου και ξεκίνησε τη δραστηριοποίησή του το 2005. Το Κέντρο Αειφορίας είναι κορυφαίος εκπαιδευτικός και συμβουλευτικός οργανισμός, εξειδικευμένος στα θέματα ESG, Net-Zero & Kλιματικής Ανθεκτικότητας στην Ελλάδα με σημαντική διεθνή δραστηριοποίηση.
Με συγκριτικό πλεονέκτημα την πολύχρονη εμπειρία επί θεμάτων Βιώσιμης Ανάπτυξης και την τεχνογνωσία που αυτή προσφέρει, έχει υποστηρίξει και υλοποιήσει πρωτοπόρες δράσεις, ενώ έχει σχεδιάσει στρατηγικές που ενισχύουν την καινοτομία και το υπεύθυνο επιχειρείν τόσο σε Εθνικό όσο και σε Διεθνές επίπεδο.
Σήμερα το Κέντρο Αειφορίας δραστηριοποιείται σε 30 χώρες και πέντε ηπείρους και διαθέτει στο χαρτοφυλάκιό του περισσότερους από 130 πελάτες μεταξύ των οποίων είναι FORTUNE 500 εταιρείες και κορυφαίοι οργανισμοί στον τομέα τους όπως οι: Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ), Hνωμένα Έθνη, Οracle, ABM, Coca Cola, Walmart, Pepsico, Pfizer, The Hartford, Workday, T-Mobile, Underarmour.