Μενού Ροή
Γιατί έχουμε μονίμως τόσο ακριβό ρεύμα στην χονδρική;

του Αλέξανδρου Μπαρότσι

Η δημόσια συζήτηση ότι στην Ελλάδα έχουμε το ακριβότερο ρεύμα στην χονδρική, πανευρωπαικά, είναι γνωστή, όπως και η πολιτική αντιπαράθεση. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι υψηλές τιμές είναι συγκυριακές και όχι σε μόνιμη βάση, ενώ η αντιπολίτευση αρέσκεται σε εύκολες κορώνες.

Τελικά έχουμε ή δεν έχουμε το πιο ακριβό ρεύμα; Και αν ναι, γιατί;

Η απάντηση είναι ότι πράγματι η Ελλάδα έχει αρνητική πρωτιά στην χονδρική.

Δεν μιλάμε για τον Ιανουάριο όπου καταλάβαμε την 3η θέση πανευρωπαϊκά (167,21 ευρώ/ MWh), πίσω από την Ιταλία και τη Μάλτα.

Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την γνωστή ιδιαιτερότητά μας ως χώρα, δηλαδή το γεγονός ότι επειδή δεν διαθέτουμε spot αγορά, οι ηλεκτροπαραγωγοί τιμολογούν το αέριο με βάση τη τιμή του προηγούμενου μήνα (Δεκεμβρίου), που σημαίνει ότι η μετακύλισή του στη χονδρεμπορική, καθυστερεί.

Αλλωστε σημασία έχουν οι μέσοι όροι, όχι οι αποκλίσεις για ένα ή δύο μήνες του χρόνου. Ούτε υιοθετούμε τις άκοπες αντιπολιτευτικές κορώνες που περισσότερη σύγχυση προκαλούν στους καταναλωτές και συσκοτίζουν το ζήτημα, αντί να το εξηγούν.

Αναφερόμαστε στα επίσημα στοιχεία από την ιστοσελίδα της ΡΑΕ, δηλαδή στο χάρτη με τη σύγκριση σε ετήσια βάση των τιμών χονδρεμπορικής σε Ελλάδα και Ευρώπη, ο οποίος μας δείχνει μακράν στη πρώτη θέση μεταξύ 32 χωρών, με τιμή 190,30 ευρώ / MWh, έναντι 174,32 της Ιταλίας και 170,19 ευρώ της Τουρκίας.

Δεν μιλάμε για μια δύο εβδομάδες ή ένα μήνα, εικόνα συγκυριακή που δεν προσφέρεται για συμπεράσματα, όπως σωστά λέει και ο υπ. Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, αλλά για σύγκριση σε ετήσια βάση.

Βέβαια υπάρχει άλλος ένας χάρτης της ΡΑΕ, αυτός που δείχνει τα μερίδια συμμετοχής των φθηνών ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα κάθε κράτους. Σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου το φυσικό αέριο κατέχει μερίδιο 40% στο ενεργειακό μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής, είναι λογικό - θα πει κανείς - οι τιμές να είναι υψηλότερες από χώρες, όπως η Γερμανία και άλλες της Β. Ευρώπης, όπου η τιμή καθορίζεται από τις ΑΠΕ ή τα πυρηνικά στην περίπτωση της Γαλλίας.

Ανατροπή το 2022, οι ΑΠΕ παρήγαγαν το 41,6% του ρεύματος

Έλα όμως που αυτό ίσχυε κάποτε, όχι όμως πια. Στο δεύτερο αυτό χάρτη, η συμμετοχή των ΑΠΕ στην Ελλάδα σε σύγκριση με πέρυσι βρίσκεται στο 29%, κατατάσσοντάς μας πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό χώρο.

Και αν τα στοιχεία της ΡΑΕ δείχνουν ότι η διείσδυση των ανανεώσιμων στην Ελλάδα δεν είναι τόσο μικρή, εκείνα που ανακοίνωσε χθες ο ΑΔΜΗΕ, συνιστούν τη πλήρη ανατροπή.

Δείχνουν ότι οι «πράσινες» μεγαβατώρες επικράτησαν το 2022 κατά κράτος στο μείγμα τηυς ηλεκτροπαραγωγής. Παρήγαγαν το 41,6% του ρεύματος (19,7 TWh), αφήνοντας πίσω στη κούρσα το αέριο με 38% (17,9 TWh) και τρίτο το λιγνίτη με 11,8% (5,6 TWh).

Ανατράπηκε εντελώς η εικόνα των προηγούμενων χρόνων, όπου το μεγαλύτερο μερίδιο στην ηλεκτροπαραγωγή καταλάμβανε το φυσικό αέριο και ακόμη παλαιότερα, ο λιγνίτης.

Εφόσον είναι έτσι τα πράγματα, το λογικό θα ήταν οι ΑΠΕ να έχουν ρίξει και τις τιμές χονδρικής και η Ελλάδα να έχει συγκλίνει το 2022 με το μέσο ευρωπαικό όρο, αντί να αποκλίνει. Να συμβεί δηλαδή ότι και στις 19 Ιανουαρίου, όταν η τιμή χονδρικής είχε πέσει σε μια μέρα στο μισό, «βουτώντας» στα 58 ευρώ / MWh, από 127 ευρώ την προηγούμενη, επειδή έκανε το θαύμα του ο Αίολος. Την ημέρα εκείνη τα αιολικά είχαν φτάσει να καλύψουν το 54,6% της ζήτησης σε ρεύμα, οι εισαγωγές το 16%, τα υδροηλεκτρικά το 12% και το φυσικό αέριο μόλις το 6,7%.

Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές στη χονδρική

Τι συμβαίνει και δεν αποτυπώνεται η ίδια εικόνα όταν γίνεται σύγκριση σε ετήσια βάση; Εχει πρόβλημα η δομή της αγοράς; Οι πρακτικές των παικτών της; Το όλο σύστημα;

Ανεξάρτητα από ανέξοδες και εύκολες κριτικές, θα είχε ενδιαφέρον το αρμόδιο υπουργείο να αξιολογήσει ως σημαντικό θέμα την αρνητική πανευρωπαϊκή πρωτιά της χώρας στη χονδρική και να αναζητήσει τις αιτίες, μελετώντας πιο διεξοδικά την ηλεκτρική μας αγορά.

Άλλωστε η εποχή των επιδοτήσεων, εξαιτίας των οποίων το ρεύμα φτάνει σε βιώσιμα επίπεδα στη λιανική, δείχνει να τελειώνει. Δεν θα μπορούσε να κρατήσει εσαεί. Η αρχή έγινε με το τέλος των ενισχύσεων για το Φεβρουάριο για όσους καταναλώνουν πάνω από 500 KWh. Και έπεται συνέχεια. Το πρόβλημα δείχνει να είναι δομικό και να άπτεται του τρόπου λειτουργίας της αγοράς.

Αν για παράδειγμα χρειαστεί κάποια στιγμή, ενδεχομένως για δημοσιονομικούς λόγους ή έπειτα από νέες κοινοτικές πιέσεις, να μειωθούν κι άλλο οι επιδοτήσεις, χωρίς όμως να έχουν πέσει οι τιμές χονδρικής, τα νοικοκυριά θα βιώσουν ένα σοκ ανάλογο με εκείνο του περυσινού χειμώνα. Και τότε, η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να μιλά με την ίδια ευκολία, όπως σήμερα, για λαικισμό στο ρεύμα και εύκολες κορώνες που βρίθουν από ανακρίβειες, όπως οι σημερινές του ΣΥΡΙΖΑ.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας