Μενού Ροή
Ο ρόλος του φυσικού αερίου στην παγκόσμια ενέργεια τις επόμενες δεκαετίες και η στρατηγική της Ελλάδας

της Μαρίας Αδαμίδου

Το 2022 πλησιάζει στο τέλος του και καθημερινά δημοσιοποιούνται οι αναλύσεις των ειδικών σχετικά με το ενεργειακό μοντέλο που πρέπει να υιοθετηθεί, προκειμένου να αντιμετωπιστεί μακροπρόθεσμα η ενεργειακή κρίση και ταυτόχρονα να μην μείνει στα χαρτιά η μετάβαση σε μια οικονομία ουδέτερου περιβαλλοντικού αποτυπώματος. Ένα ενδιαφέρον συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι τελικά η χώρα μας μάλλον όχι μόνο διαθέτει πολλές από τις προϋποθέσεις για ένα βιώσιμο ενεργειακό μέλλον, αλλά έχει λάβει το μήνυμα και κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, τουλάχιστον σε επίπεδο στρατηγικής.

Ας δούμε τα δεδομένα. Παγκοσμίως, η ανάπτυξη των ΑΠΕ έχει υπερδιπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία και το μερίδιό τους στην κατανάλωση έχει αυξηθεί από το 9% το 2011 στο 13% το 2021. Κατά την ίδια περίοδο, όμως, οι ενεργειακές ανάγκες του πλανήτη αυξήθηκαν κατά 14%. Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι εκπομπές ρύπων που προέρχονται από την παραγωγή ενέργειας δεν μειώνονται με τον επιθυμητό ρυθμό, λόγω της αύξησης της ενεργειακής ζήτησης. Στην πραγματικότητα, σε παγκόσμιο επίπεδο αυξήθηκαν κατά 5%, ενώ η χρήση ορυκτών καυσίμων παρέμεινε σταθερή στο 82%.

Η ενεργειακή κρίση και η ανάγκη απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο προκάλεσαν την επανένταξη του άνθρακα και του πετρελαίου στο ενεργειακό μίγμα πολλών ευρωπαϊκών κρατών, επιδεινώνοντας την κατάσταση.

Η απάντηση που δίνουν αρκετές αναλύσεις, μεταξύ των οποίων αυτή της McKinsey, είναι ότι η λύση βρίσκεται στην συντεταγμένη ενεργειακή μετάβαση, με έναν πιο ορθολογικό τρόπο. Δηλαδή, μείωση της χρήσης των ρυπογόνων πετρελαίου και άνθρακα, αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου, που είναι πιο φιλικό προς το περιβάλλον και φυσικά, εντατικοποίηση των έξυπνων επενδύσεων στις ΑΠΕ. Σύμφωνα με ένα σενάριο της McKinsey, που παίρνει ως δεδομένη την υλοποίηση των δεσμεύσεων και στόχων που έχουν θέσει τα κράτη παγκοσμίως, αυτό επιτυγχάνεται με αυξημένη χρήση του φυσικού αερίου το 2030 σε σχέση με το 2021.

Απαραίτητο το φυσικό αέριο για την ενεργειακή μετάβαση

Παρά τη δαιμονοποίησή του, λόγω των αυξημένων τιμών, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το φυσικό αέριο θα παραμείνει στο προσκήνιο ως ένα καύσιμο απαραίτητο για να επιτευχθεί η ενεργειακή μετάβαση, λόγω των χαμηλότερων ρύπων σε σχέση με το πετρέλαιο και τον άνθρακα. Για να παραμείνει στο προσκήνιο, απαιτούνται υποδομές εισόδου από εναλλακτικές πηγές και διασύνδεσης των δικτύων φυσικού αερίου σε όλη την Ευρώπη, και μάλιστα με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορούν μελλοντικά να αξιοποιηθούν για τη μεταφορά υδρογόνου. Υπάρχουν περιοχές της Ευρώπης, όπως για παράδειγμα η Ιβηρική χερσόνησος, που παράγουν ή είναι σε θέση να παράγουν, φθηνό πράσινο υδρογόνο, αλλά δεν υπάρχει ο κατάλληλος δίαυλος για τη μεταφορά του σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η χώρα μας επενδύει στην ανάπτυξη δικτύων αγωγών με τους γείτονές της, αλλά και στα σημεία τροφοδοσίας από εναλλακτικές πηγές.

Επιπλέον, είναι κρίσιμη η δημιουργία FSRU για την τροφοδοσία της Ευρώπης με LNG, που αποτελεί τη βραχυπρόθεσμη λύση για τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας των επόμενων, δύσκολων χρόνων. Στη χώρα μας δρομολογούνται ήδη οι τερματικοί σταθμοί LNG, που θα ενισχύσουν το δυναμικό της Ρεβυθούσας.

Οι κινήσεις που κάνει η Ελλάδα, της δίνουν τη δυνατότητα να μετατραπεί σε ενεργειακή πύλη για την Ευρώπη, τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια, και να διασφαλίσει τη δική της ενεργειακή επάρκεια.

Το ερώτημα είναι τι γίνεται στο απώτερο μέλλον, που δεν είναι πλέον και τόσο μακρινό, αφού το 2030 και το 2050, δύο χρονιές ορόσημα για την ευρωπαϊκή ενεργειακή μετάβαση, πλησιάζουν.

Ο εκσυγχρονισμός και η διασύνδεση των ηλεκτρικών δικτύων σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι μονόδρομος, προκειμένου να μπορέσει να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά η ενέργεια που παράγεται από ΑΠΕ και να καταλαμβάνει σταδιακά μεγαλύτερο μερίδιο στο ενεργειακό μίγμα. Και αυτά τα έργα βρίσκονται σε καλό δρόμο στη χώρα μας.

Αυτό που μένει, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, είναι η επικαιροποίηση των κανόνων στις ενεργειακές αγορές, με στόχο τη βιωσιμότητα και τη διασφάλιση χαμηλότερου κόστους, αλλά και η ουσιαστική, στρατηγική επένδυση στις ΑΠΕ, που μετατρέπονται ήδη σε αγορά δισεκατομμυρίων παγκοσμίως, με τους παίκτες να έχουν λάβει θέσεις τόσο σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες, όσο και τις απαραίτητες πρώτες ύλες. Η Ελλάδα διαθέτει τις φυσικές προϋποθέσεις, χρειάζεται ακόμη πιο εντατική και στοχευμένη στρατηγική για  την ενεργειακή της αυτονομία με ΑΠΕ, αλλά και για να μπορέσει να διαδραματίσει ρόλο στο ενεργειακό τοπίο και μετά το φυσικό αέριο.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας